Σε αγώνα δρόμου για τη συγκράτηση και προσέλκυση εκπαιδευτικών έχουν επιδοθεί ολοένα και περισσότερα ιδιωτικά σχολεία, προσφέροντας πλέον γενναία οικονομικά και θεσμικά κίνητρα, προκειμένου να αναχαιτίσουν το κύμα αποχωρήσεων που τα τελευταία χρόνια αποδυναμώνει την ιδιωτική εκπαίδευση. Την εικόνα αυτή αποκαλύπτει η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ), προειδοποιώντας ότι χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις το πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού θα λάβει εκρηκτικές διαστάσεις.
Σύμφωνα με την ΟΙΕΛΕ, μετά τη «Μεγάλη Φυγή» που καταγράφηκε ήδη από το 2022, πολλά ιδιωτικά σχολεία αναγκάζονται να αλλάξουν πολιτική. Χαμηλοί μισθοί, εξαντλητικά ωράρια, αυξημένες πιέσεις από διοικήσεις και γονείς, αλλά και εκτεταμένη απλήρωτη εργασία, οδήγησαν χιλιάδες εκπαιδευτικούς στην έξοδο και έκαναν το επάγγελμα μη ελκυστικό για τους νέους επιστήμονες.
Μπροστά στον κίνδυνο να μείνουν χωρίς προσωπικό, ορισμένα σχολεία προχωρούν πλέον σε παροχές που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν αδιανόητες: αυξημένες αποδοχές, 14 μισθούς τον χρόνο, θεσμικές εγγυήσεις για την προστασία των εκπαιδευτικών από το γονεϊκό bullying, καθώς και καλύτερους όρους εργασίας μέσω συλλογικών συμφωνιών. Όπως επισημαίνεται, μεγάλα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια έχουν ήδη υιοθετήσει τέτοιες πρακτικές, αναγνωρίζοντας ότι η ποιότητα της εκπαίδευσης περνά πρωτίστως από την αξιοπρεπή στήριξη των ανθρώπων που τη στελεχώνουν.
Την ίδια στιγμή, η ΟΙΕΛΕ ασκεί έντονη κριτική στο Υπουργείο Παιδείας και σε μερίδα ιδιοκτητών σχολείων που, αντί να επενδύσουν στο ανθρώπινο δυναμικό, επιλέγουν πρόχειρες λύσεις, όπως η πρόσληψη συνταξιούχων ή εκπαιδευτικών άλλων ειδικοτήτων, προκειμένου να καλύψουν τα κενά. Σύμφωνα με την Ομοσπονδία, τέτοιες επιλογές εξυπηρετούν μόνο πρόσκαιρα συμφέροντα και υπονομεύουν μακροπρόθεσμα την ποιότητα της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Η ΟΙΕΛΕ ξεκαθαρίζει ότι η παροχή ουσιαστικών οικονομικών και θεσμικών κινήτρων δεν αποτελεί πολυτέλεια, αλλά αναγκαιότητα. Γι’ αυτό και προαναγγέλλει πρωτοβουλίες διαλόγου με τους εκπροσώπους των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων, με στόχο τη διαμόρφωση σταθερών, δίκαιων και ποιοτικών συνθηκών εργασίας, προς όφελος εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων.































