Την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει ρυθμό ανάπτυξης 2,5% του ΑΕΠ το 2025 εξέφρασε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των αναλυτών για τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου. Όπως σημείωσε, η οικονομία παραμένει ανθεκτική παρά την αυξημένη διεθνή αβεβαιότητα, ενώ το θετικό μομέντουμ που διαμορφώθηκε στο τέλος του 2024 ενισχύει περαιτέρω τις προοπτικές του τρέχοντος έτους.
Ο κ. Μυλωνάς επισήμανε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024, το οποίο ανήλθε στο 4,8% του ΑΕΠ, δημιουργεί περιθώρια για χαλάρωση του δημοσιονομικού πλαισίου το επόμενο έτος. Η μείωση του πλεονάσματος κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες εκτιμάται ότι θα έχει θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη, προσθέτοντας έως και μία μονάδα στο ΑΕΠ. Παράλληλα, τόνισε τη σημασία των εκταμιεύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς και της περιορισμένης έκθεσης των ελληνικών εξαγωγών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός που θωρακίζει εν μέρει την οικονομία από εξωτερικούς κραδασμούς.
Ιδιαίτερη μνεία έγινε στην υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROTE), η οποία διαμορφώθηκε στο 16,5% για το πρώτο τρίμηνο του έτους, υπερβαίνοντας σημαντικά τον στόχο της διοίκησης για το σύνολο της χρονιάς, που βρίσκεται στο 13%. Η επίδοση αυτή αποδίδεται στην ισχυρή ροή εσόδων, παρά τη μείωση των εσόδων από τόκους, με την πιστωτική επέκταση να διατηρείται υγιής, όπως αποτυπώνεται στο «pipeline» δανείων ύψους 2 δισ. ευρώ.
Στα βασικά σημεία των αποτελεσμάτων περιλαμβάνεται η περαιτέρω μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο 2,6%, ενώ η ύπαρξη ισχυρού κεφαλαιακού αποθέματος παρέχει στη διοίκηση τη δυνατότητα τόσο για την ενίσχυση των αποδόσεων προς τους μετόχους όσο και για την υποστήριξη στρατηγικών κινήσεων μη οργανικής ανάπτυξης, με στόχο τη δημιουργία πρόσθετης αξίας.
Αισιοδοξία επικρατεί και για την πορεία των χορηγήσεων λιανικής, με τον κ. Μυλωνά να ξεχωρίζει το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», το οποίο έχει προσελκύσει έντονο ενδιαφέρον και πλήθος αιτήσεων που αναμένεται να μετασχηματιστούν σε νέα στεγαστικά δάνεια τους προσεχείς μήνες.
Αναφορικά με την εξωστρεφή στρατηγική της Τράπεζας, εξετάζονται επενδυτικές ευκαιρίες μέσω κοινοπρακτικών δανείων στους κλάδους της ενέργειας, των κατασκευών και της φιλοξενίας στην Ευρώπη, ενώ η περιοχή της Μέσης Ανατολής, και ειδικότερα το Ριάντ, προσελκύει αυξανόμενο ενδιαφέρον. Σχετικά με το ενδεχόμενο αξιοποίησης των κεφαλαίων για εξαγορές ή άλλες κινήσεις μη οργανικής ανάπτυξης, ο κ. Μυλωνάς απέφυγε να δώσει σαφή απάντηση.






























