Σταθεροποιητικά κινήθηκε στο πρώτο τρίμηνο του 2025 η Titan, καταγράφοντας αύξηση πωλήσεων κατά 2,4% σε 638,4 εκατ. ευρώ, λόγω των σταθερών τιμών και όγκων τσιμέντου, καθώς και των αυξημένων πωλήσεων σε αδρανή υλικά και έτοιμο σκυρόδεμα.
Οι πωλήσεις τσιμέντου διατηρήθηκαν στα περσινά επίπεδα, ενώ οι όγκοι σε δευτερογενή προϊόντα ενισχύθηκαν παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες σε ΗΠΑ και Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Τα κέρδη EBITDA διαμορφώθηκαν στα 122,6 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 11,7% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, με θετική συμβολή από τις αγορές της Ελλάδας, των ΗΠΑ και της Αιγύπτου.
Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 66,6 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 2,9%, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας υποχώρησαν στα 43,7 εκατ. ευρώ λόγω αυξημένων φόρων και της συμμετοχής των μετόχων μειοψηφίας της Titan America.
Η εταιρεία διατήρησε τις επενδυτικές δαπάνες στα 52,5 εκατ. ευρώ, δίνοντας έμφαση σε έργα βιώσιμης ανάπτυξης και ενεργειακής μετάβασης. Παράλληλα, προχώρησε σε νέες κινήσεις ενίσχυσης αποθεμάτων μέσω της εξαγοράς λατομείου στη Θεσσαλία, ενώ προχωρά η πώληση της συμμετοχής 75% στην τουρκική Adocim, με ολοκλήρωση εντός του καλοκαιριού.
Τον Φεβρουάριο, ολοκληρώθηκε η εισαγωγή της Titan America στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, με άντληση 393 εκατ. δολαρίων και το ποσοστό μειοψηφίας να διαμορφώνεται στο 13,3%. Ο καθαρός δείκτης δανεισμού διαμορφώθηκε στο 0,5x, επηρεασμένος και από τα κεφάλαια της δημόσιας προσφοράς.
Η ετήσια γενική συνέλευση αναμένεται να εγκρίνει μέρισμα 3 ευρώ ανά μετοχή, εκ των οποίων τα 2 ευρώ αφορούν έκτακτη διανομή, με ημερομηνία καταβολής την 3η Ιουλίου 2025. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενέκρινε νέο πρόγραμμα αγοράς ιδίων μετοχών 10 εκατ. ευρώ, με έναρξη τον Ιούλιο.
Η εταιρεία σημειώνει ότι η παγκόσμια οικονομία παρουσιάζει μεταβλητότητα, με επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης και αύξηση των εμπορικών δασμών, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Για την ελληνική οικονομία αναμένεται ανάπτυξη 2,3%, με κινητήριο δύναμη τις επενδύσεις.
Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη προβλέπεται σταθερή ζήτηση, ενώ στην Αίγυπτο και την Τουρκία η πορεία του κλάδου επηρεάζεται από τις ευρύτερες οικονομικές συνθήκες και δημοσιονομικές πολιτικές.



























