Πολιτική αστάθεια, δημοσιονομικό εκτροχιασμός, κοινωνική αναταραχή. Η Γαλλία βρίσκεται μπροστα στο δικό της 2012 αλλά είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στην ΕΕ, η πατρίδα του Διαφωτισμού, και αυτό την προστατεύει από μια ελληνικού τύπου τιμωρία. Η μεταδοτικότητα της γαλλικής κρίσης είναι πιθανή. Ειδικά, για τη χώρα μας, δεδομένη.
«Έχουμε εγκαταλείψει οριστικά την ευτυχισμένη Πέμπτη Δημοκρατία»
Ο Ντενί Μπαρανζέρ, καθηγητής δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο Paris-Panthéon-Assas, θεωρεί την πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού ως τη λογική συνέπεια της «προσπάθειας ενός ανθρώπου να κυβερνά μόνος του, χωρίς πλειοψηφία ή πρόγραμμα». Κατά την ανάλυσή του, σε άρθρο στην εφημερίδα Le Monde, σημειώνει ότι η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει κινητοποίηση των μηχανισμών του κοινοβουλευτικού συστήματος.
«Αυτό που θέλουμε είναι επιτέλους να έχουμε μια κυβέρνηση που να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές απαιτήσεις». Η συνδικαλίστρια Σοφί Μπινέ, μιλώντας στα γαλλικά ΜΜΕ, το ξεκαθάρισε: «Χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη», η πολιτική αστάθεια θα συνεχιστεί. Είναι ο Εμανουέλ Μακρόν που επιλέγει το θεσμικό χάος για να αποφύγει την αλλαγή των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών του. Το κοινό σημείο μεταξύ του Γκαμπριέλ Ατάλ, του Μισέλ Μπαρνιέ και του Φρανσουά Μπαϊρού είναι ότι οι κυβερνήσεις τους έπεσαν εξαιτίας της βίας των πολιτικών τους».
Εχουν δίκιο και οι δύο, με το ερώτημα αν η Γαλλία «γίνεται το άρρωστο παιδί της ΕΕ» να κυριαρχεί στον ευρωπαϊκό τύπο. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο επειδή εκδηλώνεται σε μια συγκυρία γεωπολιτικής και γεωοικονομικής αποδυνάμωσης της ΕΕ.
Στη χώρα μας η πρώτη ανάγνωση που έγινε είναι αυτή που έκανε ο πρωθυπουργός κάνοντας της σύγκριση Ελλάδας και Γαλλίας για να υποστηρίξει ότι η πολιτική και οικονομική σταθερότητα είναι το εθνικό πλεονέκτημα που πρέπει να προστατευθεί, εννοώντας ότι το εγγυάται μόνο μια κυβέρνηση ΝΔ.
Είναι, όμως, έτσι;
Τη μεταδοτικότητα της γαλλικής κρίσης με επιπτώσεις στην στην οικονομία της ευρωζώνης τη θεωρούν δεδομένη οι περισσότεροι αναλυτές, εδώ και στις Βρυξέλλες. Σε συζητήσεις που κάνουν ευρωβουλευτές με ξένους συναδέλφους τους, όπως επίσης με στελέχη της Κομισιόν, διαπιστώνουν το μέγεθος της ανησυχίας για τον κίνδυνο ισχυρών κλυδωνισμών που θα υποχρεώσουν τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε πολιτικές λιτότητας. Κρίσιμος θεωρείται ο ρόλος της ΕΚΤ με την επικεφαλής της, Κρ. Λαγκάρντ, να μην έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά της.
Ο ορίζοντας γίνεται ακόμη περισσότερο θολός επειδή ούτε στη Γερμανία η κυβέρνηση είναι ισχυρή, με τον καγκελάριο Φ. Μερτς να κάνει συνεχώς υποχωρήσεις για να επιτυγχάνει συμβιβασμούς στο κοινοβούλιο και την ακροδεξιά να ανεβαίνει. Τι θα συμβεί όταν, για να ανακόψει διαρροές προς τα δεξιά, επιδιώξει επιστροφή μεταναστών που έφτασαν στη Γερμανία μέσα από τις δευτερογενείς ροές στις χώρες πρώτης υποδοχής; Υποτίθεται ότι η Ελλάδα θα πει ένα σθεναρό «όχι»αλλά η σύγκρουση με τη Γερμανία ποτέ δεν είναι αναίμακτη για μια μικρή χώρα.
Αλλωστε, το ενδεχόμενο εκτίναξης της ακροδεξιάς στη Γαλλία είναι ισχυρό και αυτό εκ των πραγμάτων δηλητηριάζει την ατμόσφαιρα στην Ευρώπη και κάνει ακόμη πιο ανεξέλεγκτο τον άνεμο Τραμπ στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού.
Το επιχείρημα ότι η Ελλάδα είναι παράδειγμα προς μίμηση σε σύγκριση με τη Γαλλία είναι αστείο για όποιον έχει ταξιδέψει στο Παρίσι και έχει έστω ελάχιστη γνώση για τις υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους και τη λειτουργία των θεσμών.
Η διαπίστωση ότι η γαλλική κρίση θα υποχρεώσει τις Βρυξέλλες σε αναθεώρηση επεκτατικών πολιτικών και σε προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία μέσα σε μια πολιτική ατμόσφαιρα έκρηξης του ευρωπαϊκού τραμπισμού είναι, ίσως, πιο ρεαλιστική.
































