Πρώτον ότι σε έναν πολυπολικό κόσμο η ανάγκη για επιστροφή της Ελλάδας στην πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική είναι επιτακτική. Ειδικά δεδομένης της πολιτικής Τραμπ που αποδεσμεύεται από οποιαδήποτε λογική κοινής «δυτικής» στρατηγικής με την Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο ο Αλέξης Τσίπρας είναι από τις ελάχιστες πολιτικές προσωπικότητες στην Ευρώπη που λέει ρητά ότι η απόφαση για ένταξη της Ουκρανίας και Γεωργίας στο ΝΑΤΟ στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου το 2008 ήταν λανθασμένη και οδήγησε στο διαμελισμό και των δύο αυτών χωρών.
Όπως τονίζει, «Ένα μέρος της ουκρανικής κυριαρχίας χάθηκε από τους εχθρούς της στο πεδίο της μάχης, καθώς η Ρωσία κατέλαβε περίπου το 20% των εδαφών της. Και ένα άλλο από τους συμμάχους της, και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, που της συμπεριφέρονται σήμερα σαν αποικία και απαιτούν την ιδιοκτησία των σπάνιων γαιών της, ως αντάλλαγμα για τη στήριξη που της παρείχαν σε έναν πόλεμο που τελικά τη διέλυσε».
Αντιθέτως, υπογραμμίζει ότι η ιστορία θα ήταν διαφορετική αν εξασφαλιζόταν μια ευρωπαϊκή προοπτική για αυτές τις χώρες με παράλληλη δέσμευση μη ένταξης στο ΝΑΤΟ. Ενώ καταδικάζει σαφώς τη ρωσική εισβολή, τονίζει ότι η Ελλάδα έπρεπε να δείξει την αλληλεγγύη της στον ουκρανικό λαό με τρόπο που θα της επιτρέπει να διατηρεί το ρόλο της ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας.
Η πολιτική Μητσοτάκη στο ουκρανικό έχει οδηγήσει και σε δυσκολίες στην επαφή με την Προεδρία Τραμπ και στην εξαφάνιση των διαύλων με τη Ρωσία, ενώ ούτε σε οφέλη για την Ελλάδα οδήγησε, καθώς η χώρα εξαιρείται και από πρωτοβουλίες για την ευρωπαϊκή άμυνα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η Τουρκία. Σε αυτό το πλαίσιο τονίζει την ανάγκη η Ελλάδα να επιστρέψει σε μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού και οφέλους με τις ΗΠΑ αφήνοντας πίσω τη λογική του δεδομένου συμμάχου, να ανοίξει διαύλους με τη Ρωσία και να επιδιώξει τη συμμετοχή της σε κάθε ευρωπαϊκή πρωτοβουλία που αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας και την ειρήνη στην Ουκρανία.
Δεύτερον, αποδέχεται την ανάγκη για ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας ως προϋπόθεση για την στρατηγική αυτονομία της, αλλά τονίζει: 1) ότι η πρωτοβουλία αυτή πρέπει να ενταχθεί σε μια νέα Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας όπου η Ευρώπη θα καταστεί «δύναμη όχι μόνο αποτροπής αλλά και ειρήνης και σταθερότητας», 2) ότι η έκδοση κοινού χρέους πρέπει να αξιοποιηθεί όχι μονο για την άμυνα αλλά και για την κοινωνική συνοχή, όπως και για δημόσια ευρωπαϊκά αγαθά (πράσινη ατζέντα, πολιτική προστασία κλπ) 3) ότι η άρση του casus belli και το Κυπριακό πρέπει να τεθούν ως όροι για τη συνεργασία ΕΕ-Τουρκίας στην άμυνα.
Τρίτον, σε αυτό το πλαίσιο, ο πρώην Πρωθυπουργός τονίζει την ανάγκη για μια συγκροτημένη στρατηγική αναβάθμισης της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας ειδικά σε μια περίοδο που η Ευρώπη επικεντρώνεται σε αυτόν τον τομέα με προγράμματα δισεκατομμυρίων.
Τέταρτον, ο Αλέξης Τσίπρας καταθέτει στρατηγική για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αναδεικνύοντας την αποτυχία της Κυβέρνησης τόσο σε σχέση με τις συνομιλίες για τη Χάγη όσο και επί του πεδίου σε σχέση με το ηλεκτρικό καλώδιο και τον αγωγό Eastmed. Τονίζει ότι θα πρέπει να υπάρξει διασύνδεση της αναθεώρησης της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας με τη διαπραγμάτευση για τη Χάγη- μια πρόταση στην οποία πολλοί αναλυτές αναφέρονται ως "νέο Ελσίνκι". Δηλώνει δε σαφώς ότι κόκκινες γραμμές πρέπει να αποτελέσουν η εδαφική ακεραιότητα και η άμυνα των νησιών. Παράλληλα επανέρχεται και στην πρότασή του για επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 νμ στην Ανατολική Μεσόγειο (νότια και ανατολική Κρήτη και Καστελλόριζο) με οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με τις όμορες χώρες της περιοχής. Μια πρόταση που προσεγγίζει την στρατηγική που ακολουθήθηκε με την Ιταλία στο Ιόνιο.
Πέμπτο, ως προς το Κυπριακό ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε την ανάγκη για συντονισμό με τη Λευκωσία ενόψει των εκλογών στα κατεχόμενα που θα πραγματοποιηθούν φέτος. Η σοβαρή πιθανότητα να στηρίξει η Άγκυρα τον κεντροαριστερό υποψήφιο με σκοπό να φανεί διαλλακτική επιτάσσει μια νέα στρατηγική στο Κυπριακό, ειδικά αν ξαναανοίξει η προοπτική για επανέναρξη των συνομιλιών.
Τέλος ο Αλέξης Τσίπρας πρότεινε η Ελλάδα σε συντονισμό με την Κύπρο και τους Med-9, να στηρίξει την πραγματοποίηση Διάσκεψης ΕΕ- χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Αν και μια τέτοια προοπτική είναι πολύ δύσκολη σήμερα, έχει ιδιαίτερη σημασία η Ελλάδα να ασκήσει πιέσεις για την ενεργή εμπλοκή της ΕΕ με τις εξελίξεις στην περιοχή, αναπτύσσοντας και τις θέσεις της για τα ελληνοτουρκικά, το παλαιστινιακό, λιβυκό, συριακό κλπ.



























