Η ζήτηση των επιχειρήσεων για χρηματοδότηση ψηφιακών επενδύσεων μέσω του δανειακού σκέλους του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF) προχωρά με αργούς ρυθμούς, παρά τις προβλέψεις για μεγαλύτερη αξιοποίηση των πόρων σε τεχνολογικές αναβαθμίσεις.
Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει ξεκινήσει έρευνα για την κατανομή περισσότερων από 600 τεχνολογικών έργων, συνολικής αξίας που ξεπερνά τα 2,5 δισ. ευρώ, σε μόλις 10 εταιρείες στην Ελλάδα.
Οι εν λόγω αναθέσεις πραγματοποιήθηκαν με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, προκαλώντας ερωτήματα για τη διαφάνεια των διαδικασιών και τον περιορισμένο αριθμό αναδόχων, που περιλαμβάνει μεγάλες τηλεπικοινωνιακές εταιρείες, εταιρείες πληροφορικής και συμβουλευτικές επιχειρήσεις.
Μέχρι στιγμής, έχουν υπογραφεί περίπου 360 δανειακές συμβάσεις για επενδυτικά έργα του Ταμείου Ανάκαμψης που κυμαίνονται από τουριστικές υποδομές μέχρι την ανάπτυξη οπτικών ινών για υψηλότερες ταχύτητες διαδικτύου.
Η χρηματοδότηση των υποδομών και μεγάλων έργων εκταμιεύεται σταδιακά, με την ολοκλήρωση κάθε φάσης να συνοδεύεται από την αντίστοιχη καταβολή των κεφαλαίων, καθώς η διάρκεια υλοποίησης κυμαίνεται από δύο έως τρία χρόνια.
Το συνολικό ποσό των εκταμιευθέντων δανείων έχει φτάσει τα 6,3 δισ. ευρώ, με 1,7 δισ. από κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, 1,34 δισ. από τραπεζικό δανεισμό και το υπόλοιπο από ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων.
Στον ευρύτερο σχεδιασμό, περίπου 800 επενδυτικά έργα, συνολικού προϋπολογισμού 23 δισ. ευρώ, έχουν υποβάλει αίτηση, με τα 10 δισ. ευρώ να προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα να καλύπτονται από τραπεζικά και ίδια κεφάλαια.
Τέλος, δεν πρέπει να λησμονείται πως η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ξεκίνησε έρευνα για την ανάθεση περισσότερων από 600 τεχνολογικών έργων χρηματοδοτούμενων από το Ταμείο Ανάκαμψης σε μόλις 10 εταιρείες στην Ελλάδα, συνολικής αξίας άνω των 2,5 δισ. ευρώ.
Οι αναθέσεις πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 2020-2023 και αφορούσαν τρεις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, πέντε πληροφορικής και δύο συμβουλευτικών υπηρεσιών, με διαγωνισμούς που συχνά είχαν μόνο έναν υποψήφιο.
Το γεγονός αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα, ειδικά με βάση τα πρόσφατα δεδομένα του πίνακα ενιαίας αγοράς, που αναδεικνύουν ότι το 48% των δημόσιων συμβάσεων στην Ελλάδα ανατέθηκαν με μόνο έναν συμμετέχοντα, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου του 37%.