Ο Εμανουέλ Μακρόν και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατηγόρησαν την Ουάσινγκτον για «εξαναγκασμό και εκφοβισμό», μετά την επιβολή απαγόρευσης έκδοσης βίζας από τις ΗΠΑ σε πέντε εξέχουσες προσωπικότητες που βρίσκονται στο επίκεντρο της εκστρατείας για την εισαγωγή νόμων που ρυθμίζουν τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς.
Οι απαγορεύσεις έκδοσης βίζας επιβλήθηκαν την Τρίτη στον Τιερί Μπρετόν, πρώην επίτροπο της ΕΕ και έναν από τους αρχιτέκτονες του Νόμου περί Ψηφιακών Υπηρεσιών (DSA) του Ευρωπαϊκού μπλοκ, και σε τέσσερις αγωνιστές κατά της παραπληροφόρησης δύο στη Γερμανία και δύο στη Βρετανία.
Η κίνηση αυτή στοχοποίησε επίσης τον Ιμράν Αχμέντ, τον Βρετανό διευθύνοντα σύμβουλο του Κέντρου για την Καταπολέμηση του Ψηφιακού Μίσους με έδρα τις ΗΠΑ, την Άννα - Λένα φον Χόντενμπεργκ και την Τζοζεφίν Μπάλον του γερμανικού ΜΚΟ HateAid, και την Κλερ Μέλφορντ, συνιδρύτρια του Παγκόσμιου Δείκτη Παραπληροφόρησης.
Αιτιολογόντας τις απαγορεύσεις έκδοσης βίζας, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Μάρκο Ρούμπιο, έγραψε σε ανάρτησή του στο X ότι «Για πολύ καιρό, οι ιδεολόγοι στην Ευρώπη ηγούνταν οργανωμένων προσπαθειών για να εξαναγκάσουν τις αμερικανικές πλατφόρμες να τιμωρήσουν τιςαπόψεις στις οποίες αντιτίθενται. Η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα ανεχθεί πλέον αυτές τις κατάφωρες πράξεις εξωεδαφικής λογοκρισίας».
{https://twitter.com/EU_Commission/status/2003784998454014411}
Η DSA θεωρείται από την Ουάσινγκτον ως μια μορφή λογοκρισίας, ενώ οι Ευρωπαίοι ηγέτες λένε ότι οι κανονισμοί είναι απαραίτητοι για τον έλεγχο της ρητορικής μίσους. Η διαμάχη αυτή απειλεί να γίνει μέρος μιας πολύ ευρύτερης υπάρχουσας πολιτιστικής και πολιτικής σύγκρουσης μεταξύ της κυβέρνησης Τραμπ και της Ευρώπης. Η τεχνητή νοημοσύνη και οι ψηφιακές τεχνολογίες ήταν πάντα πιθανό να γίνουν ένα σημαντικό πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, καθώς αυτές οι τεχνολογίες γίνονται όλο και πιο κεντρικές για την άσκηση εξουσίας.
Οργισμένη αντίδραση Μακρόν
Ο Μακρόν σρησιμοποίησε σκληρή γλώσσα καταδικάζοντας την απαγόρευση βίζας. «Αυτά τα μέτρα ισοδυναμούν με εκφοβισμό και καταναγκασμό που αποσκοπούν στην υπονόμευση της ευρωπαϊκής ψηφιακής κυριαρχίας», έγραψε, στο X. «Οι ψηφιακοί κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγκρίθηκαν μετά από μια δημοκρατική και κυρίαρχη διαδικασία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Ισχύουν εντός της Ευρώπης για να διασφαλίσουν τον δίκαιο ανταγωνισμό μεταξύ των πλατφορμών, χωρίς να στοχεύουν καμία τρίτη χώρα, και για να διασφαλίσουν ότι ό,τι είναι παράνομο εκτός σύνδεσης είναι επίσης παράνομο στο διαδίκτυο] έγραψε μεταξύ άλλων».
Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ζαν-Νοέλ Μπαρό, από την πλευρά του σημείωσε πως «οι λαοί της Ευρώπης είναι ελεύθεροι και κυρίαρχοι και δεν μπορούν να αφήσουν τους κανόνες που διέπουν τον ψηφιακό τους χώρο να τους επιβάλλονται από άλλους».
Ένας εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε πως «Εάν χρειαστεί, θα αντιδράσουμε γρήγορα και αποφασιστικά για να υπερασπιστούμε την κανονιστική μας αυτονομία έναντι αδικαιολόγητων μέτρων».
Η ΕΕ επιμένει ότι η κίνησή της έχει σχεδιαστεί για να καταστήσει το διαδικτυακό ασφαλέστερο περιβάλλον, εν μέρει αναγκάζοντας τους τεχνολογικούς κολοσσούς να κάνουν περισσότερα για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένου του λόγου μίσους και του υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Η Ουάσινγκτον έχει υιοθετήσει διαφορετική άποψη, ισχυριζόμενη ότι η ΕΕ επιδιώκει «αδικαιολόγητους» περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης στις προσπάθειές της να καταπολεμήσει τον λόγο μίσους, την παραπληροφόρηση και ότι ο Νόμος περί Ψηφιακής Ασφάλειας (DSA) στοχεύει άδικα τους αμερικανούς τεχνολογικούς κολοσσούς και τους πολίτες των ΗΠΑ.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης της Γερμανίας δήλωσε ότι οι δύο Γερμανοί ακτιβιστές είχαν την «υποστήριξη και την αλληλεγγύη» της κυβέρνησης και οι απαγορεύσεις βίζας ήταν απαράδεκτες και σημείωσε ότι το HateAid υποστήριζε άτομα που επηρεάζονταν από παράνομη ρητορική μίσους στον ψηφιακό κόσμο.
«Όποιος το περιγράφει αυτό ως λογοκρισία διαστρεβλώνει το συνταγματικό μας σύστημα», ανέφερε σε σχετική ανακοίνωση. «Οι κανόνες με τους οποίους θέλουμε να ζούμε στον ψηφιακό χώρο στη Γερμανία και στην Ευρώπη δεν αποφασίζονται στην Ουάσινγκτον».
Φον ντερ Λάιεν: «Η ελευθερία του λόγου είναι το θεμέλιο της ισχυρής ευρωπαϊκής δημοκρατίας»
«Η ελευθερία του λόγου είναι το θεμέλιο της ισχυρής ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Είμαστε υπερήφανοι για αυτήν. Θα την προστατεύσουμε» υπογράμμισε η φον ντερ Λάιεν σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ.
{https://twitter.com/vonderleyen/status/2003818915483517175}
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσει να προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης, τόνισε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ενώ και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα από την πλευρά του είπε ότι οι κυρώσεις στους πέντε Ευρωπαίους είναι κάτι «απαράδεκτο μεταξύ συμμάχων, εταίρων και φίλων». «Η ΕΕ είναι ανυποχώρητη σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης, των δίκαιων ψηφιακών κανόνων και της κυριαρχίας της για την επιβολή ρυθμιστικών κανόνων» σημείωσε σε δική του ανάρτηση.
Βρετανία και Ισπανία καταδικάζουν την απαγόρευση
Η Βρετανία και η Ισπανία επίσης καταδίκασαν την απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις σε πέντε Ευρωπαίους πολίτες, πολιτικούς και ακτιβιστές, επειδή τάσσονται υπέρ της επιβολής κανόνων στις ψηφιακές πλατφόρμες.
Η Βρετανία έχει δεσμευτεί να προασπίζεται το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου, δήλωσε ένας εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης σήμερα. «Μολονότι κάθε χώρα έχει το δικαίωμα να ορίζει τους δικούς της κανόνες για τη χορήγηση βίζας, εμείς υποστηρίζουμε τους νόμους και τους θεσμούς που εργάζονται ώστε το διαδίκτυο να είναι απαλλαγμένο από επιβλαβές περιεχόμενο» ανέφερε ο εκπρόσωπος.
«Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη διακίνηση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, να υποκινούν το μίσος και τη βία ή να διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες και βίντεο για αυτόν τον σκοπό», πρόσθεσε.
Δύο από τους επικεφαλής οργανώσεις που μπήκαν στο στόχαστρο της Ουάσινγκτον είναι Βρετανοί πολίτες.
Από την πλευρά της η Ισπανία σημείωσε ότι «είναι θεμελιώδες για τη δημοκρατία στην Ευρώπη» να προστατεύσει «έναν ασφαλή ψηφιακό χώρο». Παράλληλα, εξέφρασε την αλληλεγγύη της στον πρώην Επίτροπο Τιερί Μπρετόν και τους επικεφαλής των μη κυβερνητικών οργανώσεων που αγωνίζονται κατά της παραπληροφόρησης και της ρητορικής μίσους.
Οι Ευρωπαίοι γενικά δεν χρειάζονται βίζα για να επισκεφθούν τις ΗΠΑ, όμως πρέπει να εκδίδουν μια ηλεκτρονική άδεια ταξιδίου (ESTA) για να ταξιδέψουν για τουριστικούς ή επαγγελματικούς λόγους.
Με πληροφορίες του Guardian





























