Πολιτική

Σπίρτζης στην Εξεταστική Τεμπών: Δεν υιοθετώ το αφήγημα περί ανθρώπινου λάθους – Η Δικαιοσύνη θα βρει τις ευθύνες

Σπίρτζης στην Εξεταστική Τεμπών: Δεν υιοθετώ το αφήγημα περί ανθρώπινου λάθους – Η Δικαιοσύνη θα βρει τις ευθύνες
«Η Δικαιοσύνη θα βρει τις ευθύνες για το έγκλημα των Τεμπών», υποστήριξε ο πρώην υπουργός Μεταφορών την περίοδο 2015-2019, Χρήστος Σπίρτζης, τονίζοντας ωστόσο ότι μετά τη θητεία του υπήρξε υποστελέχωση αλλά και έλλειψη πρόσθετων δικλείδων ασφαλείας που εφαρμόζονταν επί ημερών του.

«Μετά το 2019 ο ΟΣΕ κατέρρευσε όσον αφορά στο προσωπικό του», είπε προσθέτοντας ότι τότε «σταμάτησαν πρόσθετες ασφαλιστικές δικλείδες ασφαλείας, όπως το σύστημα τηλεδιοίκησης στη Ζάχαρη Λάρισας και το κέντρο της Καρόλου».

«Ανησυχούσα ως υπουργός για όλα, αλλά όχι για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου», είπε χαρακτηριστικά για την περίοδο που υπήρξες υπουργός Μεταφορών, λέγοντας πως αυτό πρόκυπτε από το γεγονός ότι τότε λειτουργούσαν οι παραπάνω δικλείδες ασφαλείας που όπως είπε καταργήθηκαν στην συνέχεια.

«Δεν υιοθετώ το αφήγημα του ανθρώπινου λάθους. Σε πάρα πολλά πράγματα εντοπίζω την ευθύνη», είπε για το δυστήχημα, ενώ μιλώντας για τις ελλείψεις σε προσωπικό που κλήθηκε ο ίδιος να αντιμετωπίσει, είπε πως επιχείρησε να καλύψει κάποια κενά με «επιστροφές μέσω μετατάξεων έμπειρων στελεχών και υπαλλήλων του ΟΣΕ που είχαν φύγει το 2010, σε αντίστοιχες ειδικότητες όπως αυτή του σταθμάρχη ή του κλειδούχου».

«Δεν φέραμε μπλοκάκια, δεν κάναμε παράνομες μετατάξεις», επισήμανε, αφήνοντας αιχμές για τον τρόπο με τον οποίο μετατάχθηκε ο μοιραίος σταθμάρχης, ενώ ξεκαθάρισε ότι εκείνη την εποχή δεν προβλεπόταν στον κανονισμό ηλικιακό όριο.

«Το πρόβλημα αν λέτε για τον σταθμάρχη, ήταν γιατί στην προκήρυξη στο ηλεκτρονικό σύστημα υπήρχε όριο ηλικίας. Δεν όριζε ο νόμος όριο ηλικίας», υπογράμμισε.
Παράλληλα, ο κ. Σπίρτζης «έδειξε» την κατάτμηση του σιδηροδρόμου ως βασική αιτία των προβλημάτων στην υποδομή και τη λειτουργία του.

«Δεν μπορούσα να παρέμβω για την 717»

Αναφορικά με τη σύμβαση 717, ο κ. Σπίρτζης δήλωσε αναρμοδιότητα, ενώ τόνισε πως ακόμα και αν είχε ολοκληρωθεί η υλοποίηση της συμβάσης δεν θα λειτουργούσε τηλεδιοίκηση, γιατί όπως εξήγησε, θα έπρεπε να είχε υλοποιηθεί ταυτόχρονα και συμπληρωματική σύμβαση.

«Όπως λέει το ελεγκτικό συνέδριο, αν ολοκληρωνόταν η σύμβαση 717 δεν θα είχαμε σύστημα στο τέλος σηματοδότησής και τηλεδιοίκησης. Γιατί στη σύμβαση, σύμφωνα με το ελεγκτικό συνέδριο προβλεπόντουσαν υλικά και εξαρτήματα που δεν υπήρχαν πια», είπε χαρακτηριστικά.

Σχετικά με το αν έλεγχε ο ίδιος την πορεία υλοποίησης της 717, είπε πως αν παρενέβαινε θα είχε κάνει παράβαση καθήκοντος γιατί θα εμπλεκόταν στη λειτουργία της ΕΡΓΟΣΕ, κάτι που δεν επέτρεπαν διατάξεις που είχαν θεσπιστεί από τον κ. Στυλιανίδη.

«Είναι δύο αποφάσεις που ορίζουν ότι η ΕΡΓΟΣΕ είναι και η προϊσταμένη αρχή. Και για αυτό θα δείτε και στο φάκελος της Ευρωπαίας Εισαγγελέως πως δεν υπάρχει καμία απόφαση, όχι δική μου μόνο, ούτε υπαλλήλου του υπουργείου», επισήμανε.

«Αρα μέχρι το 2019, αν παρενέβαιναν όχι μόνο εγώ και οι προηγούμενοι υπουργοί στον τρόπο που γινόταν μια εργολαβία στην ΕΡΓΟΣΕ, τότε θα γινόταν παράβαση καθήκοντος», πρόσθεσε και αποκάλυψε πως ο ίδιος είχε στείλει επιστολή στο ΤΑΙΠΕΔ για να ενημερωθεί για την πορεία υλοποίησης της σύμβασης, επιστολή που όπως είπε δεν απαντήθηκε ποτέ.

Ο Χρήστος Σπίρτζης έδωσε εξηγήσεις και για το ποσοστό ολοκλήρωσης της σύμβασης 717, υποστηρίζοντας πως παρέδωσε το έργο ολοκληρωμένο κατά 72%. Ερωτηθείς για το γεγονός ότι είχαν παραδοθεί μόλις 17 σταθμοί σε σύνολο 52 και κανένα κέντρο τηλεδιοίκησης, άρα το αναφερόμενο ποσοστό δεν μπορεί να αντιστοιχεί σε 72%, ο κ. Σπίρτζης είπε ότι η μέτρηση δεν γίνεται με σταθμούς, αλλά με ποσοστό του έργου που έχει πληρωθεί.

Επιπρόσθετα, παραδέχθηκε ότι το έργο της τηλεδιοίκησης στη Βόρεια Ελλάδα, είχε ολοκληρωθεί στο 100% όταν ήταν προγραμματισμένο να πάει ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας πως «σωστά θα πήγαινε να το εγκαινιάσει».

«Όχι» στο αίτημα για διακοπή εργασιών

Με την έναρξη της συνεδρίασης, τα μέλη της επιτροπής εξέτασαν το αίτημα των οικογενειών των θυμάτων να σταματήσει τις εργασίες της η επιτροπή και να συνεχίσει όταν ολοκληρωθεί η έρευνα της δικαιοσύνης. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό από την πλειοψηφία, που υποστήριξε ότι πρόκειται για δύο ξεχωριστές και παράλληλες διαδικασίες. Όπως είπε ο κυβερνητικός εισηγητής Λευτέρης Τσαβδαρίδης, ο ρόλος της εξεταστικής επιτροπής και της δικαστικής ανάκρισης είναι διακριτός, το υλικό της εξεταστικής διαβιβάζεται στον ανακριτή, ενώ τίποτα δεν εμποδίζει τη δικαιοσύνη να αποδώσει ευθύνες και εφόσον κρίνει, να ζητήσει από τη Βουλή να ασκηθεί ποινική δίωξη και για πολιτικά πρόσωπα. Οι εισηγητές ΣΥΡΙΖΑ ,ΠΑΣΟΚ και Νέας Αριστεράς, είχαν ζητήσει να γίνει δεκτό το αίτημα, εξηγώντας ότι η εξεταστική επιτροπή της Βουλής στερείται αυτή τη στιγμή τα βασικά αποδεικτικά υλικά, ώστε να εξακριβώσει εάν υπάρχουν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων.