Την Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου εκκινεί στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας η δίκη για την πολύκροτη υπόθεση των υποκλοπών.
Αντιμέτωποι με τη Δικαιοσύνη θα βρεθούν ο Γιάννης Λαβράνος, πραγματικός δικαιούχος της εταιρείας Krikel, καθώς και οι Φέλιξ Μπίτζιος, Ταλ Ντίλιαν και Σάρα Χαμού, μέτοχοι της εταιρείας Intellexa, η οποία κατασκευάζει και εμπορεύεται το παράνομο λογισμικό παρακολούθησης Predator. Οι κατηγορούμενοι θα παρουσιαστούν είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω των δικηγόρων τους, όπως ορίζει ο νόμος.
Η ποινική δίωξη που έχει ασκηθεί αφορά μόνο πλημμελήματα για παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών. Μετά από πολυετή έρευνα, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2022 και ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2024 η ηγεσία της Δικαιοσύνης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις μόνο για τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους, οι οποίοι φέρονται να εμπλέκονται στη δημιουργία και λειτουργία ενός εκτεταμένου δικτύου παρακολουθήσεων υψηλόβαθμων στελεχών του κράτους.
Αν και κατά τη διάρκεια της προανάκρισης, οι Εισαγγελείς Πρωτοδικών που ερευνούσαν για 18 μήνες την υπόθεση αποκάλυψαν στοιχεία που έδειχναν ότι ο μηχανισμός νόμιμων συνακροάσεων και το λογισμικό Predator χρησιμοποιήθηκαν από την ΕΥΠ για την παρακολούθηση υπουργών, ανώτατων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών, τα ευρήματα αυτά δεν συμπεριλήφθηκαν στο τελικό πόρισμα.
Αυτό διότι ο συνταξιούχος πλέον αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, ο οποίος πήρε την υπόθεση από τους Εισαγγελείς Πρωτοδικών και την κράτησε για 9 μήνες, δεν κάλεσε τους υπουργούς θύματα των παρακολουθήσεων να καταθέσουν ούτε εξέτασε τα τηλέφωνά τους, τα οποία, όπως έχει αποδειχθεί, είχαν δεχθεί κακόβουλα μηνύματα μέσω του λογισμικού. Επιπλέον, δεν ασκήθηκαν διώξεις για βαρύτερα κακουργήματα, όπως η κατασκοπία και η παραβίαση κρατικών μυστικών, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.
Το καλοκαίρι του 2024, η πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, δέχθηκε σφοδρή κριτική όταν αποδεχόμενη το πόρισμα Ζήση δήλωσε ότι η ΕΥΠ «αναντίλεκτα» δεν είχε καμία εμπλοκή στις παρακολουθήσεις και ότι υπήρχαν επαρκείς ενδείξεις μόνο για τις πλημμεληματικές πράξεις των εκπροσώπων των εταιρειών Krikel και Intellexa. Αυτό παρά το γεγονός πως το πόρισμα ανέφερε πως υπήρχαν 27 κοινοί στόχοι της ΕΥΠ και του Predator κάτι που ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, χαρακτήρισε ως «σύμπτωση».
Η δήλωσή αυτή της Γεωργίας Αδειλίνη, θεωρήθηκε ότι υποβάθμισε τη σοβαρότητα της υπόθεσης, περιορίζοντας το εύρος της ποινικής διερεύνησης. Αξίζει να σημειωθεί πως το γεγονός πως ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, δεν περιέγραψε κακουργήματα στο πόρισμά του είχε ως αποτέλεσμα το σκάνδαλο των υποκλοπών να μην οδηγηθεί ποτέ σε ανακριτή, κάτι που οι περισσότεροι πολίτες δεν γνωρίζουν. Η υπόθεση των υποκλοπών που ήταν στην προανάκριση για 27 μήνες δεν έχει πάει σε ανακριτή.
Υποκλοπές: Ποιοι έμειναν εκτός κάδρου
Τρεις μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 2024, το Inside Story αποκάλυψε το πραγματικό πρόσωπο που ήταν ο κάτοχος της προπληρωμένης κάρτας μέσω της οποίας πληρώθηκαν οι servers για να σταλούν τα κακόβουλα SMS με Predator στους Νίκο Ανδρουλάκη, Αντώνη Σαμαρά, Θανάση Κουκάκη, κ.α.. Αν και το εν λόγω πρόσωπο που ακούει στο όνομα Αιμίλιος Κοσμίδης, συμπεριλαμβάνεται στο υλικό της δικογραφίας που συνέλεξαν οι Εισαγγελείς Πρωτοδικών και μηνύθηκε από τους Νίκο Ανδρουλάκη και Θανάση Κουκάκη, ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης δεν τον κάλεσε να απολογηθεί ως ύποπτο, αλλά ως μάρτυρα και δεν τον συμπεριέλαβε στο κατηγορητήριο υποστηρίζοντας πως δεν γνώριζε και πως η κάρτα του ενεργοποιήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από τρίτους. Αυτό σημαίνει πως ο Κοσμίδης δεν θα δικαστεί στις 24 Σεπτεμβρίου, ως ο άνθρωπος που επιβεβαιωμένα πλήρωσε για την επιμόλυνση των κινητών πολιτικών και δημοσιογράφων. Ο Αχιλλέας Ζήσης μάλιστα οδήγησε μέχρι και την Διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας να παρέμβει και να εκδώσει ανακοίνωση, στην οποία η τράπεζα ανέφερε πως μόνον ο Κοσμίδης μπορούσε να ενεργοποιήσει την κάρτα που χρησιμοποιήθηκε για την παγίδευση πολιτικών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών με τo Predator, διαψεύδοντας τον εισαγγελέα.
Αντίστοιχα, εκτός κάδρου έμειναν και ο έμπορος όπλων Σταύρος Κομνόπουλος και ο ανιψιός του Παναγιώτης Ταμβακίδης, οι οποίοι σύμφωνα με τη δημοσιογραφική έρευνα του Inside Story, μεσολάβησαν μέσω των εταιρειών τους Rafnar και Kestrel προκειμένου να δημιουργηθεί η υποδομή του Predator στην Ελλάδα, διευκολύνοντας τόσο την εγκατάσταση της Intellexa στην περιοχή του Ελληνικού, όσο και τη διαμονή των ισραηλινής καταγωγής στελεχών της Ρότεμ Φάρκαζ και Μερόμ Χαρπάζ στα νότια προάστια των Αθηνών.
Αξίζει να σημειωθεί πως θύματα του σκανδάλου των υποκλοπών επισημαίνουν πως αυτό είναι πρόσθετα προβληματικό για δύο λόγους. Αφενός διότι από την προανάκριση προέκυψαν στοιχεία που έδειξαν ότι η εταιρεία European Investment Holdings, του Κομνόπουλου είχε λάβει την περίοδο 2021 -2022 εμβάσματα μεγάλου ύψους από την εταιρεία Feronevo Ltd. που ανήκει στην κοινοπραξία της Intellexa. Αφετέρου διότι την επίμαχη περίοδο των παρακολουθήσεων ο Παναγιώτης Ταμβακίδης είχε συναντήσεις για εξοπλιστικά προγράμματα με στελέχη των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων τα οποία ήταν θύματα του Predator.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως η διεξαγωγή της δίκης καθυστέρησε διότι η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν ενημέρωσε την Εισαγγελία Πρωτοδικών στο διάστημα Αυγούστου 2024 – Δεκεμβρίου 2024 πως το κλητήριο θέσπισμα έπρεπε να μεταφρασθεί στα αγγλικά, κάτι που τελικά οδήγησε στην αναβολή της δίκης που είχε αρχικά εκκινήσει στις 5 Μαρτίου.
Οι παραλείψεις αυτές και η στάση που έχει τηρήσει η ηγεσία της Δικαιοσύνης στη διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών, όπως έχει διαφανεί από τους χειρισμούς των πρώην Εισαγγελέων του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου και της Γεωργίας Αδειλίνη, και κυρίως από το πόρισμα του Αχιλλέα Ζήση εντείνουν τις αντιδράσεις και τις κατηγορίες για επιχείρηση συγκάλυψης.



























