Στην τελική ευθεία βρίσκεται το πακέτο μέτρων της κυβέρνησης για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας, το οποίο αναμένεται να κατατεθεί προς έγκριση στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τη Δευτέρα, στο περιθώριο του Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας. Το σχέδιο βασίζεται στο λεγόμενο ιταλικό μοντέλο, προσαρμοσμένο στα δεδομένα της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού και στα διαθέσιμα δημοσιονομικά περιθώρια.
Το πακέτο προβλέπει τη στήριξη ενεργοβόρων βιομηχανιών μέσω μηχανισμού που καλύπτει περίπου το 30% της ετήσιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ορίζοντα τριετίας.
Για το ποσοστό αυτό διασφαλίζεται σταθερή τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στα 55 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Η διαφορά μεταξύ της σταθερής τιμής και της τιμής της χονδρεμπορικής αγοράς θα καλύπτεται μέσω μηχανισμού επιδότησης, ενώ η αποπληρωμή θα γίνεται σε μακροχρόνιο ορίζοντα, περίπου 20 ετών, με επιστροφή ενέργειας που θα παράγεται από νέα φωτοβολταϊκά έργα τα οποία θα αναπτύξουν οι ωφελούμενες επιχειρήσεις.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του σχεδίου εξετάζεται η αύξηση των πόρων που κατευθύνονται στη βιομηχανία για την αντιστάθμιση του κόστους εκπομπών CO₂, μέσω υψηλότερου ποσοστού εσόδων από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων ρύπων σε σχέση με το ισχύον σήμερα 20%. Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των μέτρων εκτιμάται στα 150 εκατ. ευρώ.
Μετά την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα μέτρα θα ενσωματωθούν σε τροπολογία, στην οποία θα εξειδικεύονται ο μηχανισμός εφαρμογής, το ύψος της ενίσχυσης και οι δικαιούχοι. Το πλαίσιο εφαρμογής περιορίζεται αποκλειστικά σε βιομηχανικούς καταναλωτές με υψηλό ενεργειακό κόστος, αφήνοντας εκτός μεγάλες εμπορικές αλυσίδες και επιχειρήσεις λιανεμπορίου, ακόμη και αν εμφανίζουν αυξημένη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
Η ελληνική παρέμβαση έρχεται σε χρονική υστέρηση σε σχέση με αντίστοιχα μέτρα που έχουν ήδη ανακοινωθεί ή εφαρμοστεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, την ώρα που το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία στην Ελλάδα παραμένει υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.




























