Γερμανοί στρατιωτικοί αναλυτές προειδοποιούν πως οι πρόσφατες κυβερνοεπιθέσεις, οι πράξεις δολιοφθοράς και οι εκστρατείες παραπληροφόρησης θα μπορούσαν να αποτελούν την εναρκτήρια πράξη ενός νέου πολέμου - σύμφωνα με απόρρητο κυβερνητικό έγγραφο που είδε το POLITICO.
Η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνεται στο Επιχειρησιακό Σχέδιο για τη Γερμανία (Operational Plan for Germany – OPLAN), ένα σχέδιο που περιγράφει πώς το Βερολίνο θα οργανώσει την άμυνα της επικράτειάς του σε περίπτωση μεγάλης σύγκρουσης με εμπλοκή του ΝΑΤΟ.
Ο σχεδιασμός αντανακλά μια ευρύτερη μετατόπιση της Γερμανίας, η οποία έχει αναλάβει κεντρικό ρόλο στον σχεδιασμό του ανεφοδιασμού και της ενίσχυσης των δυνάμεων της Συμμαχίας, καθώς η Ρωσία εμφανίζεται ολοένα και πιο επιθετική απέναντι στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.
Το έγγραφο αναφέρει ότι τα υβριδικά μέτρα «μπορούν να λειτουργήσουν θεμελιωδώς ως προετοιμασία για μια στρατιωτική αντιπαράθεση». Αντί να αντιμετωπίζονται οι κυβερνοεπιθέσεις ή οι εκστρατείες επιρροής ως απλή πίεση στο παρασκήνιο, το σχέδιο τις εντάσσει άμεσα στη λογική της στρατιωτικής κλιμάκωσης.
Η παραδοχή αυτή έχει συγκεκριμένες συνέπειες για τον τρόπο με τον οποίο η Γερμανία σχεδιάζει τον ρόλο της σε μια μελλοντική σύγκρουση.
Το έγγραφο παρουσιάζει τη χώρα ως επιχειρησιακή βάση και διάδρομο διέλευσης για τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ, που θα δεχόταν ισχυρές πιέσεις από πολύ νωρίς, ιδίως λόγω του ρόλου της Γερμανίας ως κόμβου της Συμμαχίας.
Το 24σέλιδο έγγραφο, που επικαλείται το POLITICO, αποτελεί μια μάλλον «ελαφριά» εκδοχή του σχεδίου, που έχει ως στόχο τον συντονισμό πολιτικών και στρατιωτικών φορέων και τον καθορισμό του ρόλου της Γερμανίας ως διαμετακομιστικού κόμβου για τις συμμαχικές δυνάμεις.
Οι πέντε φάσεις κλιμάκωσης - Τι προβλέπει το OPLAN
Σε ένα σενάριο σύγκρουσης, η Γερμανία θα μετατρεπόταν σε «προτεραιοποιημένο στόχο συμβατικών επιθέσεων με οπλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς», οι οποίες θα στρέφονταν τόσο κατά στρατιωτικών όσο και κατά πολιτικών υποδομών, αναφέρει το έγγραφο.
Το OPLAN περιγράφει ένα μοντέλο κλιμάκωσης πέντε φάσεων, που εκτείνεται από την έγκαιρη ανίχνευση απειλών και την αποτροπή έως την εθνική άμυνα, τη συλλογική άμυνα του ΝΑΤΟ και τη μεταπολεμική αποκατάσταση.
Το έγγραφο σημειώνει ότι η Γερμανία βρίσκεται σήμερα στην πρώτη φάση, όπου επικεντρώνεται στη διαμόρφωση μιας κοινής εικόνας για την απειλή, στον διακυβερνητικό συντονισμό και στην προετοιμασία μέτρων ανεφοδιασμού και προστασίας.
Το σχέδιο προβλέπει επίσης σημαντικά διευρυμένο ρόλο στις εγχώριες στρατιωτικές δυνάμεις. Μονάδες εσωτερικής ασφάλειας καλούνται να προστατεύσουν κρίσιμες υποδομές, να διασφαλίσουν τη διέλευση στρατευμάτων σε όλη τη γερμανική επικράτεια και να στηρίξουν τη διατήρηση των κρατικών λειτουργιών, ενώ οι μάχιμες δυνάμεις αναπτύσσονται αλλού.
Οι πολιτικές δομές αντιμετωπίζονται ως ουσιώδεις για τη στρατιωτική επιτυχία, με τα δίκτυα μεταφορών, την ενεργειακή τροφοδοσία, τις υπηρεσίες υγείας και τους ιδιωτικούς εργολάβους να αναφέρονται επανειλημμένα ως απαραίτητοι συντελεστές. Το έγγραφο σημειώνει ότι «πολλές αποστολές απαιτούν πολιτική υποστήριξη», χωρίς την οποία το σχέδιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί.
Τους τελευταίους μήνες, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με μια σειρά υβριδικών επιθέσεων που αντανακλούν τα σενάρια που περιγράφονται στο OPLAN.
Οι ομοσπονδιακές αρχές έχουν καταγράψει αύξηση της ρωσικής κατασκοπείας, των κυβερνοεπιθέσεων και των προσπαθειών επιρροής που στοχεύουν πολιτικούς θεσμούς, κρίσιμες υποδομές και τη δημόσια γνώμη, με τον υπουργό Εσωτερικών Αλεξάντερ Ντόμπριντ να χαρακτηρίζει τη χώρα «καθημερινό στόχο υβριδικού πολέμου».



























