Όλο και περισσότεροι πολίτες παγκοσμίως για να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής υιοθετούν καθημερινά «πράσινες» επιλογές, που ξεκινούν από την ανακύκλωση και φτάνουν μέχρι τη διατροφή και τα ταξίδια. Ωστόσο, νέα έρευνα δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται σωστά ποιες πράξεις τους έχουν πραγματικό αντίκτυπο στο περιβάλλον.
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο PNAS Nexus και που σχολιάστηκε στο Associated Press οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αξιολογήσουν διάφορες επιλογές, από το να υιοθετήσουν μια χορτοφαγική διατροφή έως το να χρησιμοποιούν δημόσια μέσα μεταφοράς, με βάση την εκτιμώμενη συμβολή τους στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Στη μελέτη, οι ερευνητές συμπεριέλαβαν και μια «ακραία» επιλογή: «να μην αγοράσουν, ούτε να υιοθετήσουν σκύλο».
Η μελέτη αποκάλυψε πως οι άνθρωποι τείνουν να υποτιμούν τις επιλογές που έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις μεγαλύτερης κλίμακας και να υπερεκτιμούν αυτές με τη μικρότερη σημασία.
Ενδεικτικά, όσοι και όσες απάντησαν στην έρευνα υπερεκτίμησαν την ανακύκλωση, τη χρήση ενεργειακά αποδοτικών λαμπτήρων ή ακόμη και του κρύου νερού για το πλύσιμο ρούχων, ενέργειες που, αν και είναι χρήσιμες, έχουν σχετικά μικρό αντίκτυπο στις συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου συγκριτικά με άλλες επιλογές.
Αντίθετα, υποτίμησαν επιλογές με πολύ μεγαλύτερο περιβαλλοντικό κόστος, ιδίως τη συχνή αεροπορική μετακίνηση και την κατανάλωση κρέατος, που συνδέονται άμεσα με υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Το παράδοξο που ξεχώρισε ήταν πως πολλοί άνθρωποι θεώρησαν εύκολη την επιλογή να μην αποκτήσουν σκύλο, υποτιμώντας παράλληλα το κλιματικό αποτύπωμα άλλων δραστηριοτήτων.
Στην πραγματικότητα, η κατοχή ενός σκύλου, όπως και των περισσότερων κατοικίδιων ζώων έχει ιδιαίτερα σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο, κυρίως λόγω της κατανάλωσης ζωικής πρωτεΐνης και των σχετικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Οι σκύλοι και οι γάτες τρώνε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε κρέας, από όπου προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος του αποτυπώματος άνθρακα που παράγουν. Μια μελέτη του 2017 από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια διαπίστωσε ότι οι σκύλοι και οι γάτες ευθύνονται για περίπου το 25 έως 30% των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της κατανάλωσης κρέατος στις ΗΠΑ. Αυτό ισοδυναμεί με την οδήγηση 13,6 εκατομμυρίων αυτοκινήτων για έναν χρόνο. Για τα κατοικίδια ζώα που τρώνε παραδοσιακές κροκέτες ή υγρή τροφή, αυτή η πρωτεΐνη μπορεί να προέρχεται από υποπροϊόντα κρέατος, δηλαδή από διαφορετικά μέρη ζώων, όπως όργανα και οστά, που δεν έχουν εγκριθεί για ανθρώπινη κατανάλωση. Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός κατόχων κατοικίδιων ζώων επιλέγει να τα ταΐζει με κρέας ίδιας ποιότητας με αυτό που τρώνε οι άνθρωποι, κάτι που απαιτεί πρόσθετους πόρους και δημιουργεί επιπλέον εκπομπές.
Επιπλέον, τα ζώα αποβάλλουν περιττώματα, τα οποία τουλάχιστον για τους σκύλους, συνήθως συσκευάζονται σε πλαστικές σακούλες και αποστέλλονται σε χώρους υγειονομικής ταφής, απελευθερώνοντας αέρια του θερμοκηπίου. Επίσης, τα περισσότερα προγράμματα κομποστοποίησης δεν δέχονται απόβλητα κατοικίδιων ζώων.
Φταίει το μάρκετινγκ
Οι ειδικοί εξηγούν ότι αυτή η λανθασμένη «βαθμολόγηση» οφείλεται εν μέρει στο πώς προβάλλονται οι καθημερινές περιβαλλοντικές δράσεις στη δημόσια σφαίρα.
Πρακτικές όπως η ανακύκλωση ή οι ενεργειακά αποδοτικοί λαμπτήρες είναι ορατές και εύκολα μετρήσιμες, πράγμα που τις καθιστά πιο «βατές» στο μυαλό του κοινού.
Αντίθετα, τα αόρατα ποσά διοξειδίου που παράγονται από τις αεροπορικές πτήσεις ή η παραγωγή ζωικής τροφής δύσκολα αποτυπώνονται με άμεσο τρόπο στην καθημερινή εμπειρία των πολιτών. Είναι πιο εύκολο να θυμόμαστε πράξεις που κάνουμε πιο συχνά. Η ανακύκλωση είναι μια σχεδόν καθημερινή πράξη, ενώ οι πτήσεις είναι λιγότερο συχνές και συζητούνται λιγότερο. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι δίνουν μεγαλύτερο ψυχολογικό βάρος στην ανακύκλωση. Αντίστοιχα, οι άνθρωποι δεν συνδέουν στο μυαλό τους τα κατοικίδια με τις εκπομπές άνθρακα, λένε οι επιστήμονες.
Αυτή η διαστρέβλωση της αντίληψης δεν είναι αμελητέα. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι μπορεί να οδηγήσει σε λάθος προτεραιότητες και στην υποτίμηση επιλογών με πολύ μεγαλύτερη περιβαλλοντική σημασία.
Η εν λόγω μελέτη προκάλεσε έντονη αντίδραση στα κοινωνικά δίκτυα, με πολλούς κατόχους σκύλων να υπερασπίζονται τα ζώα τους. Η άποψη ότι για την κλιματική κρίση «ευθύνεται» ένας σκύλος προκάλεσε θυμό και παρεξηγήσεις, με πολλούς να βλέπουν το μήνυμα της μελέτης ως μια επίθεση στις προσωπικές τους επιλογές.
Οι ίδιοι οι ερευνητές έσπευσαν να διευκρινίσουν πως δεν λένε στους ανθρώπους να μην έχουν σκύλους, ούτε φυσικά να τους εγκαταλείψουν υποχρεωτικά. Αντίθετα, το συμπέρασμα της μελέτης υπογραμμίζει το πόσο δύσκολο είναι να κατανοήσουν οι άνθρωποι ποιες ενέργειες έχουν πραγματικά μεγάλο περιβαλλοντικό αντίκτυπο και ότι τα μηνύματα για την κλιματική αλλαγή πρέπει να διατυπώνονται με προσοχή ώστε να μην αποθαρρύνουν το κοινό.
Όμως τα κατοικίδια είναι για τους κατόχους τους κάτι περισσότερο από απλές πηγές ρύπανσης από άνθρακα. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Pew Research του 2023, το 97% των κατόχων λένε ότι θεωρούν τα κατοικίδιά τους μέλη της οικογένειάς τους, με το 51% των ερωτηθέντων να τα τοποθετούν στο ίδιο επίπεδο με τους ανθρώπους.
Έτσι, κάθε φορά που ο αντίκτυπος των ζώων στο κλίμα εμφανίζεται στη συζήτηση, όπως συμβαίνει κατά καιρούς, είναι λογικό οι άνθρωποι να τείνουν να λαμβάνουν αμυντική στάση.
Ειδικοί στον τομέα της κλιματικής επιστήμης επισημαίνουν ότι η συζήτηση αυτή αντικατοπτρίζει ένα ευρύτερο ζήτημα: την ενόχληση που αισθάνονται πολλοί πολίτες όταν η ευθύνη της αλλαγής ρίχνεται στις προσωπικές τους συνήθειες, αντί να εστιάζει σε συστημικές λύσεις, όπως καθαρή ενέργεια και οι βελτιώσεις στις υποδομές μεταφορών.
Το θέμα αναδεικνύει επίσης την ανάγκη για μια πιο εξισορροπημένη δημόσια συζήτηση γύρω από την κλιματική αλλαγή, που αναγνωρίζει τόσο τη σημασία των συλλογικών δράσεων όσο και την αξία των συναισθηματικών δεσμών μεταξύ των ανθρώπων και ζώων.





























