Σοβαρότατα προβλήματα, τα οποία ενδεχομένως και στο άμεσο μέλλον να επεκταθούν ακόμα και στο αν θα συνεχίσουν να υπάρχουν με τη μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα, αφήνει το 2025 στα δύο κόμματα που εκφράζουν τον χώρο της «κυβερνώσας Αριστεράς».
Η αδυναμία συνεννόησης μετά την απομάκρυνση του Στέφανου Κασσελάκη από την ηγεσία της Κουμουνδούρου, σε συνδυασμό με την «ολική επαναφορά» του Αλέξη Τσίπρα, προκαλούν υπαρξιακά διλήμματα τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ, όσο και στη Νέα Αριστερά. Το παράδοξο, ωστόσο, έγκειται στο γεγονός ότι οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να δοθούν στο σύνολο τους, από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές.
Και αυτό, γιατί το «μαχαίρι», αλλά και το «καρπούζι» στην παράταξη, φαίνεται ότι το κρατάει άλλος. Και πιο συγκεκριμένα, ο πρώην πρωθυπουργός, με τις αποφάσεις του να καθορίζουν το μέλλον ολόκληρου του χώρου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε υπαρξιακό μεταίχμιο
Δεν υπήρχε άνθρωπος στην Κουμουνδούρου που να πίστευε ότι η απαλλαγή από τον «βραχνά» που άκουγε στο όνομα Στέφανος Κασσελάκης, θα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Ωστόσο, πέρα από ζήτημα πολιτικής επιβίωσης του ίδιου του κόμματος, ήταν και θέμα αξιοπρέπειας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, στα τέλη του 2024 και στις αρχές του 2025, βίωσε το «μαρτύριο της σταγόνας». Διασπάστηκε, αποχώρησαν εννέα βουλευτές του και έχασε τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης που του είχαν αναθέσει οι πολίτες, στην κάλπη. Η νέα ηγεσία υπό τον Σωκράτη Φάμελλο, είχε να αντιμετωπίσει τις νέες συνθήκες, αλλά και να δώσει έναν ακόμα πιο δύσκολο αγώνα για την ανάκτηση της αξιοπιστίας του.
Δυστυχώς για την Κουμουνδούρου, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμεναν. Οι «πληγές» που του άφησε η «λαίλαπα» της προηγούμενης ηγεσίας και ο ανοιχτός «εμφύλιος» που διήρκησε για μήνες, δυσκόλευαν την κατάσταση. Η απογοήτευση στους ψηφοφόρους και τα μέλη του, ήταν εμφανέστατη σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας.
Η αποχώρηση Τσίπρα
Το μεγάλο, ωστόσο, «χτύπημα», ήρθε με την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από βουλευτής. Πλέον, δεν είχε καν την «ταμπέλα» του κόμματος του πρώην πρωθυπουργού – η οποία και σε μεγάλο βαθμό βοήθησε στο να διατηρηθεί στη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές του 2024.
Σαν να μην έφτανε αυτό, μετά την παρουσίαση της «Ιθάκης» στο θέατρο «Παλλάς» και την κριτική που άσκησε ο Αλέξης Τσίπρας στις ηγεσίες των προοδευτικών κομμάτων, ακολούθησαν δηλώσεις του Σωκράτη Φάμελλου, αλλά και το πρωτοσέλιδο της «Αυγής», που θεωρήθηκαν από αρκετά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ως προάγγελος οριστικής ρήξης ανάμεσα στις δύο πλευρές.
«Κερασάκι στην τούρτα», ήταν η καταγγελία σε βάρος του ευρωβουλευτή Νίκου Παππά, για επίθεση εναντίον δημοσιογράφου στο Στρασβούργο, ενώ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι για άλλες πολιτείες ετοιμάζεται και ο ευρωβουλευτής, Νίκος Φαραντούρης, που έχει αναπτύξει σχέσεις με τη Μαρία Καρυστιανού.
Ένα καθόλου αισιόδοξο σενάριο
Πλέον, είναι εμφανές ότι όλοι στο κόμμα περιμένουν τις αποφάσεις του Αλέξη Τσίπρα. Η διαφαινόμενη επιστροφή του πρώην πρωθυπουργού, έχει κινητοποιήσει τη βάση του κόμματος, αλλά και πάμπολλα στελέχη του, που θα ήθελαν να τον ακολουθήσουν στο νέο εγχείρημα, γνωρίζοντας ότι πιθανότατα δεν θα βρίσκονται στην «πρώτη θέση».
Τι θα απογίνει ο ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση που όντως επιστρέψει ο Αλέξης Τσίπρας, με νέα κίνηση; Δύσκολα μπορεί να απαντηθεί. Θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πόσοι βουλευτές και στελέχη θα «ταξιδέψουν» με τον πρώην πρωθυπουργό και από το αν εκείνοι που θεωρούνται τελεσίδικα «κομμένοι», θα έχουν τις δυνάμεις και το κουράγιο να διατηρήσουν ένα σχήμα αντιπαραθετικό προς τον φυσικό αρχηγό της παράταξης.
Νέα Αριστερά: Ενώπιον της διάσπασης
Ενδεχομένως, τα πράγματα για τον ΣΥΡΙΖΑ και εν γένει για τον χώρο, να ήταν καλύτερα αν είχε γίνει δυνατή η συνεργασία με τη Νέα Αριστερά. Τα προσκλητήρια του Σωκράτη Φάμελλου, ήταν αρκετά και ειλικρινή. Το ίδιο και οι προσπάθειες που κατέβαλε ο Αλέξης Χαρίτσης, ώστε να ευοδωθεί η συνάντηση των δύο πλευρών.
Όχι ότι δεν υπήρξαν μικροπολιτικές σκοπιμότητες από τον επικεφαλής της Κουμουνδούρου. Δεν συμφώνησε με την εξαιρετική πρόταση του Αλ.Χαρίτση για την υποψηφιότητα του Χρήστου Ράμμου για την Προεδρία της Δημοκρατίας - αντίθετα η ΝΕΑΡ στήριξε τη Λούκα Κατσέλη, έστω και για τρεις ψηφοφορίες. Επίσης, επέλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσει τις αμυντικές δαπάνες του 2025, νομιμοποιώντας έτσι, τον πολεμικό παροξυσμό της Ευρώπης.
Ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς και στελέχη όπως η Έφη Αχτσιόγλου και ο Νάσος Ηλιόπουλος, έβαλαν στην άκρη την όποια προσωπική πικρία μπορεί -δικαίως- είχαν από τη συμπεριφορά αρκετών στελεχών της Κουμουνδούρου και έθεσαν επί τάπητος το ζήτημα της συνεργασίας. Ακόμα και την προοπτική σχηματισμού κοινής Κοινοβουλευτικής Ομάδας, η οποία θα έδινε ξανά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο νέο σχήμα.
Για κακή τους τύχη, έπεσαν πάνω σε μια νέα εσωκομματική συμμαχία ανάμεσα στον γραμματέα του κόμματος, Γαβριήλ Σακελλαρίδη και της «Ομπρέλας, των Ευκλείδη Τσακαλώτου, Πάνου Σκουρλέτη κλπ. Οι τελευταίοι, δεν ήθελαν καν να ακούσουν μια τέτοια πρόταση.
Αντίθετα, ως πολιτικό σχέδιο αντιπρότειναν τη συνεργασία με τη λεγόμενη «Ριζοσπαστική Αριστερά» και πιο συγκεκριμένα με το ΜΕΡΑ25 – παρά το γεγονός ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν ήθελε τη συνεργασία με τους πρώην υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κατά μόνας, με τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη, τα νεότερα στελέχη της Νέας Αριστεράς και τη νεολαία του κόμματος.
Όλα δείχνουν ότι μετά το Συνέδριο του κόμματος, δύσκολα θα συνεχιστεί αυτή η συνύπαρξη. Η κάθε πλευρά, θα αναζητήσει το δικό της μέλλον, εκεί που επιθυμεί. Είτε στη «Ριζοσπαστική Αριστερά», είτε στην «κυβερνώσα» έκφραση της.



























