Επικαλούμενος την αντιπαράθεση Κοτζιά – Καμμένου για την ερμηνεία του δημοψηφίσματος, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε χαρακτηριστικά:
Είναι πραγματικά φαιδρό το θέαμα μιας Κυβέρνησης, όπου ο ένας Υπουργός ισχυρίζεται ότι η συμφωνία την οποία υπέγραψε είναι καλή, παρέα με τον Πρωθυπουργό, ο άλλος Υπουργός πανηγυρίζει γιατί το δημοψήφισμα στα Σκόπια δεν είχε τη συμμετοχή που ενδεχομένως κάποιοι άλλοι περίμεναν. Ενώ και οι δύο μαζί μένουν καρφωμένοι στις καρέκλες της εξουσίας για λίγους μήνες ακόμα εκμεταλλευόμενοι μια δήθεν εσωτερική τους διαφωνία. Για να κερδίσουν λίγο χρόνο ακόμα στην εξουσία κάνουν πολύ μεγάλη ζημιά στη χώρα»
Σε αυτό το πλαίσιο, επανέλαβε το αίτημα του για εκλογές «το συντομότερο δυνατό», ζητώντας να «αποφασίσει ο λαός για τη συμφωνία των Πρεσπών, πριν έρθει για κύρωση στη Βουλή».
Τέλος υποστήριξε πως αποτελεί «επιλογή της κυβέρνησης να υπογράψει συμφωνία των Πρεσπών που για πρώτη φορά εκχωρεί “μακεδονική” γλώσσα και εθνότητα. Εμείς αυτή τη συμφωνία δεν θα την λυτρώσουμε ούτε τώρα ούτε αν τη βρούμε μπροστά μας στην επόμενη Βουλή».
Στη συνέχεια, μίλησε και για το ζήτημα των περικοπών στις συντάξεις λέγοντας τα εξής:
«Η Κυβέρνηση καταθέτει προσχέδιο προϋπολογισμού το οποίο συμπεριλαμβάνει τις περικοπές των συντάξεων, και ταυτόχρονα έχει έναν πίνακα και μας λέει τι θα γίνει αν δεν κοπούν τελικά οι συντάξεις» και προσθέτει: «Εμείς λέμε ξεκάθαρα: αυτές τις περικοπές δεν τις ψηφίσαμε, ήταν αχρείαστες, ήταν το αποτέλεσμα της ανικανότητας του κυρίου Τσίπρα».
Κλείνοντας την τοποθέτησή του για τα ζητήματα της οικονομίας, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στο ζήτημα του ιδιωτικού χρέους, υπενθυμίζοντας τη σχετική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας: «Ξέρω ότι υπάρχουν υποχρεώσεις και βάρη που ταλανίζουν και πολύ κόσμο. Για αυτό και εμείς προτείναμε μια νέα οριζόντια ρύθμιση με 120 δόσεις, ξεκινώντας κυρίως με τους μικρούς οφειλέτες, με ελάχιστη καταβολή τα 20 ευρώ το μήνα, ώστε οι παλιές οφειλές να μπορούν να εξυπηρετούνται χωρίς να έχει κάποιος άγχος για το πως θα εξυπηρετήσει και τις τρέχουσες οφειλές. Ένα καινούργιο πρόγραμμα δεύτερης ευκαιρίας και για τους ιδιώτες αλλά και για τις επιχειρήσεις, όπου ο εξωδικαστικός συμβιβασμός ουσιαστικά -έτσι όπως έχει δρομολογηθεί από την κυβέρνηση- δυστυχώς απέτυχε οικτρά».
Συμπλήρωσε μάλιστα ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών σε συνδυασμό με τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και το περαιτέρω συμμάζεμα των κρατικών δαπανών διαμορφώνουν το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής που χρειάζεται σήμερα η χώρα για να γίνουν επενδύσεις στον τόπο και να μπορέσει η κάθε περιοχή της Ελλάδος να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.