Η ίδρυση των πρώτων ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι γεγονός. Τα προγράμματα σπουδών που έχουν λάβει πιστοποίηση περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων δύο Ιατρικές Σχολές, δύο Νομικές, τέσσερα Τμήματα Ψυχολογίας, τρία Πληροφορικής και δύο Διοίκησης Επιχειρήσεων. Ωστόσο, η κατανομή αυτή εγείρει σοβαρά ερωτήματα. Στην Ελλάδα υπάρχει ήδη κορεσμός σε κλάδους όπως η Ιατρική και η Νομική, ενώ η ραγδαία αύξηση πτυχιούχων Ψυχολογίας δεν αντιστοιχεί σε ζήτηση στην αγορά εργασίας. Αντίθετα, οι ειδικοί σημειώνουν ότι λείπουν τμήματα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της οικονομίας, όπως γεωργία υψηλής τεχνολογίας, πράσινη ενέργεια, βιομηχανική παραγωγή, εξειδικευμένες τεχνολογίες πληροφορικής και εφαρμοσμένες επιστήμες. Η μονομερής ανάπτυξη «δημοφιλών» σχολών χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό κινδυνεύει να δημιουργήσει μια εκπαιδευτική «φούσκα» με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια να μετατρέπονται σε βιομηχανία πτυχίων που εξυπηρετεί οικονομικά συμφέροντα, αφήνοντας την κοινωνία με πλεόνασμα τίτλων αλλά έλλειμμα ουσιαστικών δεξιοτήτων.
Ιδιωτικά Πανεπιστήμια: Υψηλό κόστος και αβέβαιη ζήτηση «βλέπει» ο Στρατηγάκης
Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του εκπαιδευτικού αναλυτή Στράτου Στρατηγάκη για τη βιωσιμότητα των ιδιωτικών πανεπιστημίων και τη «δεξαμενή» υποψηφίων που αναμένεται να προσελκύσουν. Όπως σημειώνει «Η δεξαμενή των υποψηφίων υπάρχει· την δημιουργεί η ΕΒΕ κάθε χρόνο με τους 20.000 υποψηφίους που μένουν εκτός των δημόσιων ΑΕΙ. Βέβαια για την εγγραφή στα ιδιωτικά ΑΕΙ απαιτείται το ελάχιστο της ΕΒΕ, που φέτος ήταν το 8,4. Αυτό, βέβαια, μπορεί εύκολα να παρακαμφθεί με ένα έτος προετοιμασίας για τις σπουδές εντός του Πανεπιστημίου, που αποτελεί συνήθη διεθνή πρακτική. Μία άλλη κατηγορία υποψηφίων φοιτητών είναι όσοι πέτυχαν στις Πανελλαδικές αλλά δεν κατάφεραν να περάσουν στη σχολή που ήθελαν, είτε στο αντικείμενο σπουδών, είτε στην πόλη ή και στα δύο. Ένας υποψήφιος που ήθελε να σπουδάσει Ιατρική και πέρασε στη Βιολογία θα συνεχίσει να έχει την επιθυμία να σπουδάσει Ιατρική, θα κοιτάξει, συνεπώς, τις επιλογές του. Ένας άλλος υποψήφιος που πέρασε στη Νομική Κομοτηνής και είναι κάτοικος Αθηνών θα μπει στο δίλημμα: Να πάω στην Κομοτηνή ή να πάω σε ένα ιδιωτικό ΑΕΙ στην Αθήνα;»
Σύμφωνα με την ανάλυση Στρατηγάκη «Αν ο φοιτητής μένει εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης θα πρέπει να ενοικιάσει σπίτι και να ζήσει σε άλλη πόλη. Το κόστος φοίτησης σε ιδιωτικό Πανεπιστήμιο θα είναι από 21.000€ έως 26.000€. Στους υπολογισμούς θεωρώ ότι ο φοιτητής που σπουδάζει στην πόλη του ξοδεύει 400€ τον μήνα, με πολύ ήπιο υπολογισμό, διότι αν πρέπει να πάει κανείς στο Ελληνικό, που θα βρίσκεται το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας θα έχει υψηλό κόστος. Το κόστος σπουδών σε άλλη πόλη το θεωρώ γύρω στα 800€ τον μήνα. Μη μου πείτε πώς θα ζει ο φοιτητής μόνο με τόσα; Όπως ζουν όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Αντίστοιχα είναι τα δίδακτρα και στις άλλες σχολές πλην της Ιατρικής. Στην Ιατρική τα δίδακτρα φτάνουν τις 27.000€ το χρόνο, δηλαδή 162.000€ για τα έξι χρόνια σπουδών, που με την υποχρεωτική ασφάλιση και όλα τα άλλα τέλη ανεβαίνουν κι άλλο χωρίς να υπολογίσουμε τη διαβίωση του φοιτητή, που πολύ επιεικώς είναι 30.000€ για φοιτητές κατοίκους Αθηνών και 60.000€ για φοιτητές κατοίκους άλλων πόλεων και για τα έξι χρόνια σπουδών. Φθάνουν και ξεπερνούν τις 200.000€ για το σύνολο των σπουδών.»
Πώς οι γονείς θα πληρώσουν τα υπέρογκα δίδακτρα;
«Όταν ο οικονομικός παράγοντας αποτελεί βασικό παράγοντα επιλογής, λογικό είναι να δουν οι γονείς και το κόστος σπουδών σε άλλη χώρα. Αγγλόφωνες Ιατρικές υπάρχουν σε όλες τις πρώην ανατολικές χώρες: Βουλγαρία, Ρουμανία, Τσεχία και Σλοβακία παρέχουν σπουδές Ιατρικής με πολύ χαμηλές τιμές. Το κόστος σπουδών (δίδακτρα και διαβίωση) κυμαίνεται στα 20.000€ το έτος, δηλαδή 120.000€ για το σύνολο των σπουδών. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη.
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι το κόστος των σπουδών στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια είναι πολύ υψηλό και το ερώτημα είναι πόσες οικογένειες έχουν τη δυνατότητα να τα πληρώσουν, με βάση τα εισοδήματα των Ελλήνων. Η απορία μεγαλώνει όταν δούμε ότι τα δίδακτρα στην Κύπρο του Πανεπιστημίου Λευκωσίας για την Ιατρική είναι 5.000€ λιγότερα από τα δίδακτρα του ίδιου Πανεπιστημίου στην Ελλάδα (27.000€ στην Ελλάδα έναντι 22.000€ στην Κύπρο). Πώς οι Έλληνες γονείς με χαμηλότερες αποδοχές θα πληρώσουν υψηλότερα δίδακτρα;»
Ωστόσο, το υψηλό κόστος φοίτησης καθιστά την πρόσβαση περιορισμένη, τα δίδακτρα κυμαίνονται από 10.900€ έως 27.000€ ετησίως, ενώ προστίθενται έξοδα διαβίωσης, ασφάλισης και επιπλέον χρεώσεις. Στην Ιατρική, το συνολικό κόστος για τα έξι χρόνια μπορεί να ξεπεράσει τα 200.000€. Σε σύγκριση, αντίστοιχες σπουδές στο εξωτερικό, ακόμη και σε αγγλόφωνα πανεπιστήμια των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών, κοστίζουν σημαντικά λιγότερο.
Το «αγκάθι» του δημογραφικού
Η κατάσταση περιπλέκεται από το δημογραφικό πρόβλημα, καθώς ο αριθμός των αποφοίτων Λυκείου μειώνεται συνεχώς από το 2013. Ο Στρατηγάκης επισημαίνει ότι η συνδυαστική επίδραση των οικονομικών, δημογραφικών και εργασιακών παραγόντων μπορεί να δημιουργήσει ένα φαινόμενο όπου πολλά ιδιωτικά πανεπιστήμια θα δυσκολεύονται να λειτουργήσουν ή να προσελκύσουν φοιτητές.
Όπως τονίζει χαρακτηριστικά «Ακριβά δίδακτρα, χαμηλοί μισθοί και μικρός αριθμός υποψηφίων φοιτητών μας δείχνουν ότι πιθανόν δεν είναι εφικτό να λειτουργήσουν και τα 13 παραρτήματα Πανεπιστημίων που υπέβαλαν αίτηση, για να εγκριθούν τελικά οι 4 για φέτος. Δεν θα βρίσκουν φοιτητές. Φυσικά θα δημιουργηθεί και υπερπληθώρα πτυχιούχων, που κάποιοι από αυτούς δεν θα βρίσκουν εργασία διότι η ελληνική οικονομία δεν έχει τόσες πολλές θέσεις εργασίας για πτυχιούχους. Η ακόμη μεγαλύτερη ανεργία των πτυχιούχων, που θα υπάρξει σε λίγα χρόνια, θα δημιουργήσει αντικίνητρο για να σπουδάσουν τόσοι πολλοί φοιτητές, διότι οι σπουδές δεν θα θεωρούνται αποδοτική επένδυση. Αναγκαστικά οι πτυχιούχοι θα ψάξουν για δουλειά σε άλλες χώρες, αφού δεν θα βρίσκουν στην Ελλάδα εργασία, έστω και με τους χαμηλούς μισθούς που έχουμε. Θα σπουδάζουν εδώ και θα ζουν και θα εργάζονται στο εξωτερικό. Γιατί να μην σπουδάσουν κατευθείαν στο εξωτερικό; Οι σπουδές στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης είναι πολύ φθηνότερες από τις σπουδές στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια.» Όλα τα παραπάνω σύμφωνα με τον κ. Στρατηγάκη αποτελούν τροχοπέδη για το μέλλον των ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας και εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για τη βιωσιμότητα τους. Το στοίχημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο πόσα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα ανοίξουν στη χώρα μας, αλλά πόσα από αυτά θα αντέξουν μακροπρόθεσμα σε ένα περιβάλλον με λιγότερους νέους, περισσότερες ανισότητες και αβέβαιες προοπτικές.






























