Ο Πρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης, δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι προτίθεται να εισηγηθεί την απαγόρευση της ζωντανής μετάδοσης των συνεδριάσεων των εξεταστικών επιτροπών, στο πλαίσιο επικείμενων αλλαγών στον Κανονισμό της Βουλής. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, η ζωντανή μετάδοση μετατρέπει τις εξεταστικές επιτροπές σε πεδίο τηλεοπτικής αντιπαράθεσης σε βάρος της ουσιαστικής διερεύνησης των υποθέσεων.
Είναι σαφές πως το πολιτικό κόστος που προκαλεί στην Κυβέρνηση η εξεταστική για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι μεγάλο, καθώς τη θέτει υπό συνεχή δημόσιο έλεγχο. Η «δαιμονοποίηση» της ζωντανής μετάδοσης των συνεδριάσεων εντάσσεται στη διαχείριση αυτού του κόστους.
Η συζήτηση αυτή, ωστόσο, αγγίζει τον ίδιο τον πυρήνα της κοινοβουλευτικής διαφάνειας και της δημοκρατικής λογοδοσίας. Οι εξεταστικές επιτροπές συγκροτούνται για τη διερεύνηση ζητημάτων μείζονος δημοσίου ενδιαφέροντος, με αυξημένες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, και τους αποδίδονται από τον Κανονισμό της Βουλής αρμοδιότητες ανακριτικών αρχών και του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Αποτελούν ένα από τα ισχυρότερα εργαλεία κοινοβουλευτικού ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό, η δημοσιότητα των εργασιών τους αποτελεί θεσμική εγγύηση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η μυστικότητα των συνεδριάσεων κατά το παρελθόν δεν προστάτευσε ούτε ενίσχυσε τον θεσμό των εξεταστικών επιτροπών. Αντιθέτως, οι κεκλεισμένων των θυρών συνεδριάσεις συνοδεύτηκαν από συστηματικές διαρροές στον Τύπο, επιλεκτική δημοσιοποίηση στοιχείων και έντονη κομματική εργαλειοποίηση, υπονομεύοντας την αξιοπιστία των επιτροπών και ενισχύοντας την κοινωνική καχυποψία. Η κατοχύρωση της δημοσιότητας των συνεδριάσεων το 2001, με ρητές και περιορισμένες εξαιρέσεις, αποτέλεσε αναγκαία θεσμική διόρθωση στα ανωτέρω φαινόμενα.
Στον δημόσιο διάλογο προβάλλεται ήδη το επιχείρημα ότι αρκούν τα πρακτικά ή η παρουσία των κοινοβουλευτικών συντακτών για την ενημέρωση των πολιτών. Η πρόσβαση στα πρακτικά, όμως, δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δυνατότητα του πολίτη να παρακολουθεί τη διαδικασία σε πραγματικό χρόνο, να αντιλαμβάνεται το πλαίσιο, τις αντιφάσεις, τη στάθμιση των επιχειρημάτων και την αξιοπιστία των μαρτυριών.
Άλλωστε, οι εξεταστικές επιτροπές δεν υπηρετούν μόνο τη διερεύνηση ευθυνών, αλλά και την ενημέρωση της Βουλής και της κοινωνίας. Η πληροφόρηση των πολιτών δεν είναι παράπλευρη λειτουργία του θεσμού, είναι κεντρικό του χαρακτηριστικό, ακριβώς διότι αφορά ζητήματα μείζονος δημοσίου ενδιαφέροντος. Η δημοσιότητα δεν υπονομεύει την αποτελεσματικότητα του ελέγχου, αποτελεί προϋπόθεσή του.
Τέλος, η ζωντανή μετάδοση συμβάλλει ουσιωδώς στη δυνατότητα των πολιτών να αξιολογήσουν τα πορίσματα που θα συνταχθούν, να κρίνουν ποια ανταποκρίνονται σε όσα κατέθεσαν οι μάρτυρες και στα αποδεικτικά στοιχεία, και ποια αποκλίνουν από αυτά. Ποιοι είναι αυτοί που ενδεχομένως επιχειρούν τη συγκάλυψη και ποιοι όχι.
Ακούμε διαρκώς ότι οι πολίτες απομακρύνονται από την πολιτική. Όταν, όμως, μια εξεταστική επιτροπή καταφέρνει να συγκεντρώσει το ενδιαφέρον της κοινωνίας, η απάντηση δεν μπορεί να είναι η απαγόρευση της δημοσιότητας. Αν η διαφάνεια είναι πολιτικά ενοχλητική, τότε ακριβώς αποδεικνύεται η αξία της. Η Βουλή δεν προστατεύεται στο σκοτάδι. Προστατεύεται όταν δείχνει ότι δεν έχει τίποτα απολύτως να κρύψει.
(Η Άννα Παπαδοπούλου είναι Δικηγόρος Αθηνών, Αν. Γραμματέας Τομέα Δικαιοσύνης ΠΑΣΟΚ - Κίνημα Αλλαγής)



























