«Οι φλόγες και η πείνα καταβροχθίζουν τα παιδιά των Παλαιστινίων. Αυτός είναι ο λόγος που είμαστε τόσο εξοργισμένοι ως Παλαιστίνιοι παντού». Με αυτά τα λόγια, ο Παλαιστίνιος πρέσβης στον ΟΗΕ, Ριγιάντ Μανσούρ, συγκλόνισε το Συμβούλιο Ασφαλείας, περιγράφοντας τον αβάσταχτο πόνο που βιώνουν τα παιδιά και οι οικογένειες στη Γάζα. Ξέσπασε σε κλάματα, απευθύνοντας δραματική έκκληση για να σταματήσει η γενοκτονία. Η εικόνα αυτή δεν αφήνει περιθώρια για αδιαφορία.
Η σιωπή της ελληνικής κυβέρνησης μπροστά στην ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα δεν είναι ουδετερότητα. Είναι απόκλιση από τις θεμελιώδεις αξίες του Διεθνούς Δικαίου και τις αρχές του ανθρωπισμού. Είναι συνειδητή πολιτική επιλογή – και είναι λάθος.
Η επισιτιστική καταστροφή στη Γάζα είναι πρωτοφανής. Εκατομμύρια άμαχοι, κυρίως παιδιά, αντιμετωπίζουν ακραίες ελλείψεις σε τρόφιμα, φάρμακα και νερό. Εικοσιτέσσερις ευρωπαϊκές χώρες υπέγραψαν έκκληση για άρση του αποκλεισμού και διευκόλυνση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Η Ελλάδα δεν ήταν μεταξύ τους. Η επιλογή αυτή δεν τιμά μια χώρα που έχει ζήσει στο πετσί της τι σημαίνει κατοχή, προσφυγιά και διεθνής σιωπή.
Ακόμη και με όρους εθνικού συμφέροντος, η απόλυτη ταύτιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τις επιλογές του Νετανιάχου είναι επιζήμια. Η Ελλάδα επενδύει εδώ και χρόνια σε μια στρατηγική εγγύτητας με το Ισραήλ, θεωρώντας πως αυτό ενισχύει την επιρροή της στην Ουάσιγκτον και την προστατεύει από την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ήδη αναπροσαρμόζουν τη στάση τους, επανακαθορίζοντας σχέσεις με παίκτες όπως το Ιράν ή η μεταβατική κυβέρνηση της Συρίας – χωρίς προσυνεννόηση με το Ισραήλ. Η απόλυτη ευθυγράμμιση με τις πιο σκληροπυρηνικές φωνές του ισραηλινού πολιτικού συστήματος καθιστά τη χώρα μας εκτεθειμένη, όχι ενισχυμένη.
Ταυτόχρονα, αυτή η στάση έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την ευαισθησία που η Ελλάδα έχει δείξει για άλλα ζητήματα Διεθνούς Δικαίου, όπως η Κύπρος ή η Ουκρανία. Δεν γίνεται να ζητάμε σεβασμό για τα κατεχόμενα Βαρώσια και να σιωπούμε για τη Δυτική Όχθη. Δεν γίνεται να μιλούμε για προσφυγιά και εθνική κυριαρχία κατά το δοκούν. Η συνέπεια είναι προϋπόθεση αξιοπιστίας – και η εξωτερική πολιτική χωρίς αρχές μετατρέπεται γρήγορα σε πολιτική χωρίς αντίκρισμα.
Υπάρχει, όμως, και άλλος δρόμος. Η Ιρλανδία, μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα, έδειξε ότι μπορεί να έχει αξιακή ηγεμονία χωρίς να απομονώνεται. Κατέθεσε νομοσχέδιο για απαγόρευση εισαγωγών από τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, με νομική βάση τη γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Υπερασπίζεται το διεθνές δίκαιο, χτίζει συμμαχίες με βάση τη συνέπεια, όχι τον φόβο. Και όλα αυτά, ενώ ανήκει στην ίδια πολιτική οικογένεια στο Ευρωκοινοβούλιο με τη Νέα Δημοκρατία.
Η Ελλάδα πρέπει να ανακτήσει τη φωνή της. Όχι απαραίτητα με ρήξεις, αλλά με στοχευμένες παρεμβάσεις: στήριξη της λύσης των δύο κρατών όπως προβλέπεται από τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες, διπλωματικές επαφές με την παλαιστινιακή κυβέρνηση. Να θυμηθεί ότι ιστορικά στάθηκε δίπλα στους λαούς που υπέφεραν. Να αποδείξει ότι δεν είναι απλώς ένας πρόθυμος σύμμαχος, αλλά κυρίαρχη δημοκρατία με αρχές.
Η διπλωματία της σιωπής δεν είναι στρατηγική. Είναι αδυναμία. Και η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να εμφανίζεται αδύναμη – ούτε ηθικά, ούτε γεωπολιτικά. Αν θέλουμε να λέμε ότι η Ελλάδα είναι φωνή σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, πρέπει να αποδείξουμε ότι αυτή η φωνή ακούγεται όταν το δίκαιο συνθλίβεται. Αλλιώς, μένει μόνο η ηχώ της συνενοχής.
(Η Κατερίνα Μπέρδου είναι δικηγόρος)




























