Οι διατάξεις 30 έως 50 του Συντάγματος αφορούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ρυθμίζουν τη θέση του, τον τρόπο εκλογής του και τις αρμοδιότητες που του αναγνωρίζει το Σύνταγμα.
Συγκεκριμένα, τα άρθρα 30-34 αφορούν τον πρόεδρο ως ρυθμιστή του πολιτεύματος, τα προσόντα εκλογιμότητας, την εκλογή του, την έναρξη θητείας, τον όρκο και την αναπλήρωσή του όταν δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του.
Ακολουθούν οι διατάξεις που ρυθμίζουν την ισχύ και την προσυπογραφή των πράξεων του (35), την εκπροσώπηση του κράτους στο εξωτερικό και θέματα διεθνών σχέσεων (36), τον διορισμό πρωθυπουργού και κυβέρνησης (37), καθώς και άλλες λειτουργικές αρμοδιότητες, όπως η απαλλαγή της κυβέρνησης από τα καθήκοντά της (38).
Οι επόμενες διατάξεις προβλέπουν την σύγκληση και αναστολή εργασιών της βουλής (40), τη διάλυση της βουλής υπό αυστηρές προϋποθέσεις (41), την υπογραφή, δημοσίευση, αναπομπή νόμων (42) και την έκδοση διαταγμάτων και ρυθμιστικών πράξεων (43), την έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου σε έκτακτες ανάγκες (44), τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας ως αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων (45), την πρόβλεψη για διορισμό και παύση δημοσίων υπαλλήλων και απονομή παρασήμων (46), τη ρύθμιση της χάρης και της αμνηστίας (47), τη κατάσταση πολιορκίας (48) καθώς και την ευθύνη του Προέδρου (49).
Τέλος, η διάταξη 50 καθορίζει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει άλλες αρμοδιότητες πέραν όσων του απονέμονται ρητά από το Σύνταγμα ή τους νόμους.
Ακολουθούν δέκα ερωτήσεις/θέματα εξετάσεων προς εξάσκηση, βασισμένες στις διατάξεις 30-50 του Συντάγματος, με στόχο την εξοικείωση των υποψηφίων με τη λογική και τον τρόπο επίλυσης των γραπτών εξετάσεων.
Ερώτηση 1η (θέμα εξετάσεων)
Κατά το Σύνταγμα, αμνηστία παρέχεται:
Α. από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μόνο για πολιτικά εγκλήματα
Β. με νόμο που ψηφίζεται από τη βουλή, με πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των βουλευτών, τόσο για πολιτικά όσο και για κοινά εγκλήματα
Γ. με νόμο που ψηφίζεται από τη βουλή, με πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των βουλευτών μόνο για πολιτικά εγκλήματα
Τρόπος επίλυσης: Όλη η λογική της ερώτησης είναι ο εντοπισμός της ορθής απάντησης στις διατάξεις. Η ύπαρξη τριών επιλογών διευκολύνει τον υποψήφιο, ο οποίος καλείται είτε να εντοπίσει την απάντηση αυτολεξεί στο Σύνταγμα είτε να την συναγάγει από συνδυασμό διατάξεων. Στην προκειμένη περίπτωση, η ίδια η ερώτηση μας παραπέμπει στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας και ειδικότερα στο άρθρο 47 παρ. 3 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει: «Αμνηστία παρέχεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα, με νόμο που ψηφίζεται από την Ολομέλεια της βουλής με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών». Επομένως, ορθώς επιλέγεται η απάντηση Γ.
Ερώτηση 2η (θέμα εξετάσεων)
Οι προϋποθέσεις εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι:
Α. η ελληνική ιθαγένεια, την οποία έχει τουλάχιστον πέντε χρόνια πριν από την ημέρα της εκλογής του και έχει δικαίωμα ψήφου, ένας τουλάχιστον από τους γονείς του να έχει ελληνική ιθαγένεια και να έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του
Β. να έχει την ελληνική ιθαγένεια αλλά να μην αποδημεί στο εξωτερικό άνω των δέκα ημερών
Γ. να έχει την ελληνική ιθαγένεια αλλά να μην έχει εκλεγεί ξανά στο παρελθόν
Τρόπος επίλυσης: Η ορθή απάντηση προκύπτει από το άρθρο 31 του Συντάγματος, το οποίο καθορίζει ρητά τις προϋποθέσεις εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να είναι Έλληνας πολίτης, να έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του, να έχει δικαίωμα ψήφου και ένας τουλάχιστον από τους γονείς του να έχει ελληνική ιθαγένεια. Εξετάζοντας, τις προτεινόμενες απαντήσεις, διαπιστώνεται ότι μόνο η απάντηση Α ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του άρθρου 31 του Συντάγματος, ενώ οι απαντήσεις Β και Γ εισάγουν προϋποθέσεις που δεν προβλέπονται συνταγματικά. Συνεπώς, ορθώς επιλέγεται η απάντηση Α.
Ερώτηση 3η (θέμα εξετάσεων)
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, επιτρέπεται η παροχή αμνηστίας και για κοινά (μη πολιτικά) εγκλήματα;
Α. επιτρέπεται
Β. απαγορεύεται
Γ. επιτρέπεται μόνο με νόμο που ψηφίζεται από την Ολομέλεια της βουλής
Δ. αλλά να μην έχει εκλεγεί ξανά στο παρελθόν
Τρόπος επίλυσης: Η απάντηση προκύπτει ευθέως από το άρθρο 47 παρ. 3 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ρητά ότι αμνηστία παρέχεται μόνο για πολιτικά εγκλήματα και μάλιστα με νόμο που ψηφίζεται από την Ολομέλεια της βουλής με αυξημένη πλειοψηφία. Από τη σαφή αυτή διατύπωση συνάγεται ότι η παροχή αμνηστίας για κοινά (μη πολιτικά) εγκλήματα αποκλείεται συνταγματικά. Επομένως, η σωστή απάντηση είναι η Β, ενώ οι απαντήσεις Α και Γ αντίκεινται στο περιεχόμενο της διάταξης και η Δ είναι προδήλως άσχετη με το αντικείμενο της ερώτησης.
Ερώτηση 4η (θέμα εξετάσεων)
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το Σύνταγμα, έχει:
Α. όσες αρμοδιότητες ορίζουν το Σύνταγμα και οι σύμφωνοι με το Σύνταγμα νόμοι ότι έχει
Β. όλες εκείνες οι αρμοδιότητες που το Σύνταγμα δεν ορίζει ποιο όργανο τις έχει
Γ. όσες αρμοδιότητες αποφασίσει η Κυβέρνηση ότι έχει
Δ. όσες αρμοδιότητες αποφασίσει η βουλή ότι έχει
Τρόπος επίλυσης: Η ορθή απάντηση προκύπτει από το άρθρο 50 του Συντάγματος το οποίο λέει «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει άλλες αρμοδιότητες παρά μόνο όσες αρμοδιότητες του απονέμουν ρητά το Σύνταγμα και οι νόμοι που είναι σύμφωνοι μ΄ αυτό». Κατά συνέπεια, σωστή είναι η απάντηση Α, ενώ οι απαντήσεις Β, Γ και Δ εισάγουν αρμοδιότητες χωρίς συνταγματική βάση.
Ερώτηση 5η (θέμα εξετάσεων)
Σύμφωνα με το Σύνταγμα ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας:
Α. είναι αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, ασκεί τη διοίκηση τους και απονέμει τους βαθμούς στους υπηρετούντες σε αυτές
Β. διορίζει και παύει, σύμφωνα με τον νόμο τους δημόσιους υπαλλήλους εκτός από τις εξαιρέσεις που ορίζει ο νόμος
Γ. παρέχει αμνηστία για κοινά εγκλήματα
Τρόπος επίλυσης: Η ορθή απάντηση εντοπίζεται μέσω συνταγματικής ερμηνείας της ερώτησης, η οποία αφορά αποκλειστικά τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας όπως αυτές προβλέπονται ρητά στο Σύνταγμα. Στο άρθρο 46 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει και παύει, σύμφωνα με τον νόμο τους δημοσίους υπαλλήλους εκτός από τις εξαιρέσεις που ορίζει ο νόμος». Εννοείται ότι ελέγχουμε και τις υπόλοιπες απαντήσεις οι οποίες όμως είναι εν μέρει λανθασμένες, στην Α δεν ασκεί τη διοίκηση εκείνος ενώ στην Γ παρέχει αμνηστία μόνο για πολιτικά εγκλήματα.
Ερώτηση 6η (θέμα εξετάσεων)
Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου υπογράφονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και:
Α. τον Πρωθυπουργό
Β. τον αρμόδιο υπουργό
Γ. το Υπουργικό Συμβούλιο
Τρόπος επίλυσης: Η ορθή απάντηση προκύπτει από το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο ρυθμίζει ρητά τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου εκδίδονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, του οποίου προΐσταται ο Πρωθυπουργός, ο οποίος και υπογράφει (άρθρο 81 παρ. 1 Σ). Συνεπώς, ορθή απάντηση είναι η Α και οποιοσδήποτε μπορεί να μπερδευτεί με την Γ αλλά το υπουργικό συμβούλιο δεν συνυπογράφει αλλά κάνει πρόταση.
Ερώτηση 7η (θέμα εξετάσεων)
Ο Α ασκεί κατά του Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ) 1/2023 αίτηση ακυρώσεως, επικαλούμενος μεταξύ άλλων ότι: (1) δεν έχει τύχει προηγούμενης επεξεργασίας από το Συμβούλιο της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 1 δ’ Συντάγματος) και (2) με το προσβαλλόμενο ΠΔ θεσπίστηκαν διατάξεις καθ’ υπέρβαση των ορίων της νομοθετικής εξουσιοδότησης βάσει της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα αυτό (άρθρο 43 παρ. 2 εδ’ α’ Συντάγματος). Εάν οι ισχυρισμοί του Α είναι βάσιμοι, τότε το Δικαστήριο:
Α. θα αναγνωρίσει ότι το ΠΔ είναι ανυπόστατο
Β. θα ακυρώσει το ΠΔ 1/2023 και η ακύρωση θα ισχύει από τότε που αυτό εκδόθηκε, εκτός εάν οριστεί κάτι άλλο στην δικαστική απόφαση
Γ. θα απορρίψει την αίτηση του Α, γιατί όπως είναι γνωστό, δεν ελέγχονται ευθέως από τα δικαστήρια οι πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας
Τρόπος επίλυσης: Σύμφωνα με το Σύνταγμα, τα προεδρικά διατάγματα υπόκεινται σε ακυρωτικό έλεγχο από το Συμβούλιο της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 1 Σ). Αν το προσβαλλόμενο ΠΔ δεν έχει υποβληθεί στην υποχρεωτική προηγούμενη επεξεργασία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ή αν οι ρυθμίσεις του υπερβαίνουν τα όρια της νομοθετικής εξουσιοδότησης βάσει της οποίας εκδόθηκε (άρθρο 43 παρ. 2 Σ), τότε πάσχει από παρανομία. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο ακυρώνει το προεδρικό διάταγμα, και η ακύρωση έχει αναδρομικό αποτέλεσμα (ex tunc), δηλαδή ισχύει από τον χρόνο έκδοσής του, εκτός αν το ίδιο το δικαστήριο ορίσει διαφορετικά για λόγους ασφάλειας δικαίου. Οι επιλογές Α και Γ είναι εσφαλμένες, διότι η έλλειψη επεξεργασίας ή η υπέρβαση εξουσιοδότησης δεν καθιστούν το ΠΔ ανυπόστατο, ενώ οι πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, όταν έχουν κανονιστικό χαρακτήρα, ελέγχονται κανονικά από τα δικαστήρια.
Ερώτηση 8η (θέμα εξετάσεων)
Η χάρη ατομικής ποινής χορηγείται:
Α. με απόφαση του πρωθυπουργού
Β. με δικαστική απόφαση
Γ. με διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης
Τρόπος επίλυσης: Σύμφωνα με το άρθρο 47 παρ. 1 του Συντάγματος, η χάρη ατομικής ποινής χορηγείται με διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Η χάρη δεν αποτελεί ούτε πράξη του Πρωθυπουργού ούτε δικαστική απόφαση, αλλά ειδική συνταγματική αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας, ασκούμενη κατόπιν πρότασης του Υπουργού Δικαιοσύνης και γνώμη συμβουλίου που συγκροτείται από δικαστές. Επομένως, μόνο η απάντηση Γ ανταποκρίνεται.
Ερώτηση 9η (θέμα εξετάσεων)
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη βουλή:
Α. όταν αυτή αρνηθεί την ψήφο εμπιστοσύνης σε δύο διαδοχικές κυβερνήσεις
Β. αν κρίνει, μετά από πρόταση της κυβέρνησης, ότι η χώρα χρειάζεται νέα λαϊκή εντολή για την αντιμετώπιση εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας
Γ. όταν παρέλθει πενταετία από την προηγούμενη διάλυσή της
Τρόπος επίλυσης: Στην προκειμένη περίπτωση, θα μπορούσε να είναι η απάντηση Β αν δεν περιείχε τη φράση «αν κρίνει» η οποία δεν προβλέπεται στο Σύνταγμα και αποδίδει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας διακριτική ευχέρεια που δεν του αναγνωρίζεται ρητά. Αντιθέτως, το άρθρο 41 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη βουλή, αν έχουν παραιτηθεί ή και καταψηφιστεί από αυτή δύο κυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα», θέτοντας σαφείς και περιοριστικές προϋποθέσεις για τη διάλυση. Υπό το πρίσμα αυτό, η απάντηση Α προσεγγίζει περισσότερο το συνταγματικό κείμενο, καθώς αναφέρεται στην καταψήφιση δύο διαδοχικών κυβερνήσεων, ενώ η Β είναι παραπλανητική. Η απάντηση Γ είναι δίχως σχολιασμό.
Ερώτηση 10η (θέμα εξετάσεων)
Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου:
Α. εκδίδονται με απόφαση της βουλής
Β. εκδίδονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και υπόκεινται σε έγκριση της βουλής
Γ. εκδίδονται από τον εκάστοτε αρμόδιο Υπουργό
Τρόπος επίλυσης: Σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος, σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου εκδίδονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και υποβάλλονται υποχρεωτικά στη βουλή για κύρωση μέσα στις προθεσμίες που ορίζει το ίδιο το Σύνταγμα. Επομένως, δεν εκδίδονται ούτε με απόφαση της βουλής ούτε από μεμονωμένο υπουργό, αλλά αποτελούν κατ’ εξαίρεση νομοθετική πράξη του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία αποκτά ισχύ νόμου μόνο εφόσον εγκριθεί από τη βουλή. Η ορθή απάντηση είναι η Β.
Τι παρατηρείται από τις παραπάνω ερωτήσεις που τέθηκαν στους πρώτους 4 εισαγωγικούς διαγωνισμούς της ΕΣΔι δικαστικών υπαλλήλων:
- Στα άρθρα 30-50 του Συντάγματος παρατηρείται σταθερά ότι οι εξετάσεις εστιάζουν στη λέξη-λέξη γνώση του κειμένου, με έμφαση στις ρητές αρμοδιότητες και τα αυστηρά όριά τους. Οι εξεταστές χρησιμοποιούν παραπλανητικές διατυπώσεις τύπου «αν κρίνει», «γενικά», «όλες οι αρμοδιότητες» που δεν υπάρχουν στο Σύνταγμα, ώστε να ελέγξουν αν ο υποψήφιος έχει κατανοήσει το πρωτογενές κείμενο.
- Ιδιαίτερο SOS αποτελούν η διάκριση αμνηστίας-χάρης, οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου (ποιος προτείνει, ποιος εκδίδει, ποιος κυρώνει, ποιος υπογράφει), η αρχή ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει καμία αρμοδιότητα πέραν όσων του απονέμονται ρητά, καθώς και οι αυστηρές προϋποθέσεις διάλυσης της βουλής.
- Συμπερασματικά, όποιος διαβάζει τα άρθρα 30-50 με λογική «εντοπίζω τη διάταξη και αποκλείω ότι δεν γράφεται», έχει σαφές προβάδισμα στις εξετάσεις αυτές.





























