Την υπεράσπιση του προϋπολογισμού του 2026 ανέλαβε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης, τονίζοντας ότι πρόκειται για έναν προϋπολογισμό που «δεν γράφτηκε για να εντυπωσιάσει, αλλά για να αντέξει». Όπως υπογράμμισε, αποτυπώνει μια οικονομία που έχει αφήσει πίσω της την αβεβαιότητα και κινείται πλέον σε τροχιά σταθερής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, με ρυθμούς υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στην ομιλία του, ο υπουργός σημείωσε ότι ο προϋπολογισμός δεν συνιστά σχέδιο άμυνας ή διαχείρισης φόβου απέναντι σε μια επόμενη κρίση, αλλά τον προϋπολογισμό μιας χώρας που, μετά από δεκαπέντε χρόνια δοκιμασιών και ανάκαμψης, αποκτά ξανά τη δυνατότητα να σχεδιάζει με ορίζοντα εποχής. Όπως ανέφερε, η Ελλάδα έχει πετύχει δημοσιονομική σταθερότητα, ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους, αλλαγή του ενεργειακού της υποδείγματος, ενίσχυση της αμυντικής της θωράκισης και βήματα προς έναν νέο παραγωγικό προσανατολισμό, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική συνοχή. «Όχι όλα, όχι τέλεια, αλλά αρκετά ώστε να αλλάξει το ερώτημα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Κατά τον κ. Πιερρακάκη, το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι πλέον αν η χώρα αντέχει, αλλά τι είδους ανάπτυξη μπορεί να γεννήσει. Αυτό ακριβώς, όπως είπε, καλείται να απαντήσει ο προϋπολογισμός του 2026, τον οποίο χαρακτήρισε ως μια νέα αφετηρία και ένα καθαρό σημείο εκκίνησης για τα επόμενα χρόνια. Αναφερόμενος στο παρελθόν, επισήμανε ότι το Grexit ανήκει πλέον σε μια μακρινή εποχή, όχι επειδή ξεχάστηκε, αλλά επειδή η χώρα άλλαξε, περνώντας από την επιτήρηση στην αναγνώριση για τη δημοσιονομική σοβαρότητα και τη μεταρρυθμιστική της συνέπεια.
Παρουσιάζοντας τα βασικά μακροοικονομικά στοιχεία, ο υπουργός ανέφερε ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό 2,2% το 2025 και 2,4% το 2026, σε μια περίοδο που η Ευρωζώνη κινείται αισθητά χαμηλότερα. Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, ενώ οι επενδύσεις καταγράφουν ιστορικά υψηλές επιδόσεις, με προοπτική να φτάσουν το 17,7% του ΑΕΠ το 2026. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στην αγορά εργασίας, σημειώνοντας ότι η ανεργία εκτιμάται πως θα υποχωρήσει στο 8,6% το 2026, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008.
Ο κ. Πιερρακάκης υπογράμμισε ότι η ελληνική οικονομία γίνεται πιο εξωστρεφής, με τις εξαγωγές να είναι αυξημένες κατά 50% σε σχέση με το 2010 και να εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,5% την περίοδο 2026–2029. Σύμφωνα με τον ίδιο, η πορεία αυτή βελτιώνει το ισοζύγιο πληρωμών και δημιουργεί σημαντικά πλεονάσματα, μέρος των οποίων κατευθύνεται στην άμεση στήριξη της κοινωνίας, με ενίσχυση της υγείας, της παιδείας, της άμυνας, της κοινωνικής ασφάλισης και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Παράλληλα, τόνισε ότι ο προϋπολογισμός συμβάλλει ουσιαστικά στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, επισημαίνοντας πως ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί πάνω από 35% από το 2019 έως το 2025 και αναμένεται να ξεπεράσει το 40% το 2026. Αναγνώρισε ωστόσο ότι πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι που πιέζονται, υπογραμμίζοντας ότι η προσπάθεια για ουσιαστική στήριξη του εισοδήματος δεν σταματά.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στη μείωση του δημόσιου χρέους, κάνοντας λόγο για τη μεγαλύτερη και ταχύτερη αποκλιμάκωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως ανέφερε, το χρέος από το 154,2% του ΑΕΠ το 2024 υποχωρεί στο 138,2% το 2026, με προοπτική να πέσει κάτω από το 120% το 2029.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο υπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι η χώρα έχει επιλέξει να χτίσει και όχι να γκρεμίσει, να επενδύσει και όχι να υπονομεύσει. Όπως ανέφερε, ο προϋπολογισμός του 2026 δεν υπόσχεται ότι όλα θα πάνε καλά, αλλά καταγράφει μια στρατηγική επιλογή συνέχειας, διάρκειας και σοβαρότητας, σηματοδοτώντας τη μετάβαση σε ένα μακρόπνοο συλλογικό εγχείρημα για την ελληνική οικονομία.




























