Κάθε χρόνο, περίπου ένας στους τέσσερις φορολογούμενους στην Ελλάδα πληρώνει περισσότερο φόρο από αυτόν που του αναλογεί λόγω των τεκμηρίων. Τα τεκμήρια είναι ένας τρόπος που χρησιμοποιεί η εφορία για να υπολογίσει αν κάποιος ζει με μεγαλύτερα εισοδήματα από αυτά που δηλώνει, ειδικά όταν αγοράζει περιουσιακά στοιχεία, όπως σπίτια ή αυτοκίνητα, ή όταν κληρονομεί ακίνητα. Για παράδειγμα, αν κάποιος αγοράσει ένα σπίτι, το τεκμαρτό εισόδημά του μπορεί να φανεί μεγαλύτερο από το πραγματικό, και έτσι να φορολογηθεί περισσότερο.
Υπάρχουν όμως τρόποι για να αποφύγει κάποιος τα τεκμήρια και να φορολογηθεί με βάση το πραγματικό του εισόδημα. Ένας από αυτούς είναι η χρηματική γονική παροχή ή δωρεά. Για παράδειγμα, αν ένας γονιός δώσει χρήματα στο παιδί του για να αγοράσει ένα σπίτι, αυτό μπορεί να γίνει αφορολόγητα μέχρι το ποσό των 800.000 ευρώ, αρκεί να γίνει μέσα στο ίδιο έτος της αγοράς του σπιτιού. Για να ισχύσει το αφορολόγητο, η δήλωση της χρηματικής παροχής πρέπει να γίνει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας myProperty.
Ένα παράδειγμα. Αν κάποιος αγοράσει ένα σπίτι και δεν δηλώσει σωστά τη χρηματική βοήθεια από τους γονείς του, τότε μπορεί να πληρώσει φόρο για το τεκμαρτό εισόδημα που θα υπολογίσει η εφορία, ακόμα κι αν δεν είναι το πραγματικό. Αν η τράπεζα δεν επιβεβαιώσει τη συναλλαγή ή αν δεν προσκομίσει τα σωστά έγγραφα, ο φόρος μπορεί να φτάσει το 10%, 20% ή και 40%, ανάλογα με τον βαθμό συγγένειας.
Επίσης, όταν κάποιος αγοράζει ακίνητο, εκτός από το ποσό που πληρώνει για το σπίτι, θα πρέπει να λάβει υπόψη του και τα τεκμήρια διαβίωσης. Για παράδειγμα, αν αγοράσει ένα σπίτι 100 τετραγωνικών μέτρων, η εφορία θα υπολογίσει και τα τετραγωνικά της αποθήκης ή του γκαράζ, κάτι που θα αυξήσει το ποσό του τεκμαρτού εισοδήματος. Αν το σπίτι κοστίζει 100.000 ευρώ, αλλά το τεκμήριο δείξει ότι το εισόδημά του είναι μεγαλύτερο, θα φορολογηθεί για αυτό το υψηλότερο ποσό.