Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα κατατάσσεται ως η δεύτερη πιο φτωχή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά τη Βουλγαρία, με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και την αγοραστική δύναμη.
Τα αναθεωρημένα στοιχεία του Αυγούστου 2024 δείχνουν ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα βρίσκεται στο 67% του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ στη Βουλγαρία στο 64%. Αντίθετα, το Λουξεμβούργο διατηρεί την κορυφαία θέση με δείκτη 239%, που είναι υπερδιπλάσιος του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Άλλες χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ισπανία καταγράφουν ποσοστά 115%, 101% και 88% αντίστοιχα, ενώ η Πορτογαλία φτάνει το 83%.
Στην ευρωζώνη, ο μέσος όρος ανέρχεται στο 104%, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών του κοινού νομίσματος.
Η διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας μειώνεται, και ενδέχεται σύντομα η Ελλάδα να καταλάβει την τελευταία θέση στην κατάταξη, ως η φτωχότερη χώρα της ΕΕ, με βάση την αγοραστική δύναμη.
Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), σε πρόσφατη μελέτη του, καταγράφει ότι το πραγματικό όριο φτώχειας παραμένει σταθερό από το 2009. Ειδικότερα, το ΚΕΠΕ αναφέρει ότι η Ελλάδα βίωσε μακρά περίοδο μειώσεων και στασιμότητας στους μισθούς, με τις νέες θέσεις εργασίας να αμείβονται χαμηλότερα και με περισσότερες ώρες εργασίας.
Το αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι ότι το 2022, περίπου το 23,1% των εργαζομένων ζει με διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το όριο φτώχειας του 2009.