Για τη Eurovision, που την έκανε ευρέως γνωστή μίλησε η Δάφνη Μπόκοτα στην εκπομπή «Στούντιο 4». Η πρώην σχολιάστρια του μουσικού διαγωνισμού αναφέρθηκε στις διοργανώσεις που έχει πάει, αποκάλυψε ποια χρονιά θα ήθελε να ξεχάσει ενώ μίλησε για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η Eurovision στην Ελλάδα.
Η Δάφνη Μπόκοτα ανέφερε πως η πρώτη επαφή που είχε με τη Eurovision ήταν όταν αποπειράθηκε να συμμετάσχει ως διαγωνιζόμενη με το τραγούδι «Ιουλιέτα».
«Είχα προσπαθήσει να συμμετέχω ως διαγωνιζόμενη στη Eurovision. Ήμουν φοιτήτρια τότε, τραγουδούσα σε όλα τα νεανικά φεστιβάλ που γίνονταν. Είχα πολύ ωραία φωνή και μου είπαν πάμε. Ο Δημήτρης Λέκκας και ο Δημήτρης Βενιζέλος έγραψαν ένα τραγούδι με τίτλο ‘Ιουλιέτα’», επεσήμανε.
«Πριν από εμένα στην παρουσίαση ήταν η Μακώ Γεωργιάδου, η οποία σταμάτησε to 1987. Πήγα με πολύ μεγάλη χαρά και άγνοια κινδύνου. Αβοήθητη ήμουν, δεν είχα κανέναν δίπλα μου. Την παρακολουθούσα όπως όλοι μας με την οικογένεια μου. Το 1987 ήταν η πρώτη μου χρονιά με τους Bang στις Βρυξέλλες», πρόσθεσε για την πρώτη χρονιά που πήγε στη Eurovision.
«Εκεί δεν ήξερα από πού μεταδίδουμε, τι λέμε, δεν μου είχε πει κανείς τίποτα. Ευτυχώς λόγω ξένων γλωσσών τα κατάφερα, λίγο με τα αγγλικά, λίγο με τα γαλλικά καταλάβαινα τι έγινε. Μόλις ήρθε η ώρα να μπω στο booth, βλέπω την μεγάλη κονσόλα και λέω ‘εγώ θα το κάνω αυτό;’. Όλα τα έκανα εγώ, ένας πανικός», ανέφερε.
«Η Eurovision δεν ήταν ευκαιρία τότε, αντιμετωπιζόταν με γκρίνια και σνομπισμό»
Στη συνέχεια, η Δάφνη Μπόκοτα σχολίασε την γκρίνια που επικρατεί γύρω από κάθε συμμετοχή της Ελλάδας στη Eurovision αλλά και τον σνομπισμό με τον οποίο αντιμετώπιζαν ορισμένα στελέχη της ΕΡΤ τον διαγωνισμό.
«Η Eurovision δεν ήταν ευκαιρία τότε, αντιμετωπιζόταν με γκρίνια και σνομπισμό. Μου πήρε πολύ χρόνο και κόπο για να πείσω τους ειδήμονες να συμμετέχουμε. Δεν είναι για να καθόμαστε απ' έξω, όλος ο κόσμος είναι εκεί, είναι μια τεράστια αγορά. Είναι πολύ σπουδαίο να είμαστε μέσα. Πάντα είχε την τηλεθέαση που έχει τώρα. Είχε κάτι πολύ ενοχικό. Έλεγαν ‘μου άρεσε γιατί έτυχε να το δω’», τόνισε.
«Με έπιασε μια τρέλα να αποδείξω ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι μέσα όπως και σε κάθε τέτοια διοργάνωση, ότι έπρεπε να αξιοποιήσει τη Eurovision. Το πάλεψα πάρα πολύ, ακόμα και με προσωπικό κόστος. Έχω ακούσει πολλές κριτικές, πολύ γκρίνια. Άκουγα συνέχεια ‘που πάμε σ’ αυτό το πανηγύρι’ και ‘τι είναι αυτό το πράγμα’ και ‘τι είναι αυτό που στείλαμε’», συμπλήρωσε η Δάφνη Μπόκοτα.
Συνέχισε λέγοντας πως: «Μονίμως βγαίναμε έξω και έλεγαν ‘αφού δεν σας αρέσει εσάς, γιατί το φέρατε εδώ;’. Ασφαλώς την μάθαιναν την γκρίνια που υπήρχε εδώ, κάποιος τους το μετέφερε, έψαχναν εφημερίδες».
»Εγώ παρόλο που έβγαινα μπροστά (...) δεν άκουσα ποτέ τίποτα. Υπήρχαν τότε καλλιτέχνες που πλήρωναν μέχρι και τα ρούχα που φορούσαν. Οι φωνές που ήταν αντίθετες με τον διαγωνισμό ήταν κυρίως από την ΕΡΤ. Πηγαίναμε χωρίς βοήθεια και χωρίς να προσέξουμε αυτό που στέλναμε», σημείωσε.
«Μέναμε σε ένα ξενοδοχείο που δεν έκλειναν καν οι πόρτες»
Η Δάφνη Μπόκοτα, αναφέρθηκε στις δύο διοργανώσεις που θα ήθελε να διαγράψει από τη μνήμη της καθώς ήταν ιδιαίτερα δύσκολες και δεν υπήρχε η παραμικρή οργάνωση.
«Είναι πολλές οι χρονιές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Σαν διοργάνωση είναι η Ρώμη. Ξεκινήσαμε να πάμε σε μια σούπερ wow διοργάνωση και όταν φτάσαμε εκεί δεν είχε γίνει τίποτα. Μέχρι την τελευταία μέρα κάρφωναν ένα πλοίο στη σκηνή. Λέγαμε θα το καρφώσουν άραγε; Ήταν η χρονιά της Βόσσου τότε το 1991», αποκάλυψε.
«Δεν υπήρχαν τουαλέτες, δεν υπήρχε μπαρ μέχρι την τελευταία στιγμή και οι Ιταλοί μας έλεγαν δεν θα γυρίσετε πίσω θα κάτσετε εδώ, να φέρετε τα ρούχα σας. Ήταν εφιαλτικό».
«Το Δουβλίνο του 1988, η δεύτερη χρονιά που πήγα ήταν πολύ προβληματική. Είχαμε πάει με ένα τραγούδι που δεν ήταν καλοφτιαγμένο και εγώ δεν ήμουν ακόμα έμπειρη. Μέναμε σε ένα ξενοδοχείο που δεν έκλειναν καν οι πόρτες. Θα ήθελα να το ξεχάσω», κατέληξε η Δάφνη Μπόκοτα.






























