Την Δευτέρα ο Ντόναλν Τραμπ ξεπέρασε τον εαυτό του.
Αναφέρομενος στην άγρια δολοφονία του Ρομπ και της Μισέλ Ράινερ επιτέθηκε κατ'ουσία στον νεκρό κατηγορώντας τον πως πέθανε «εξαιτίας του θυμού που προκαλούσε χτυπημένος από την ανίατη ασθένεια, που είναι γνωστή ως "ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ ΤΡΑΜΠ" [...] Ήταν γνωστό πως είχε ΤΡΕΛΑΝΕΙ πολλούς με την εξοργιστική εμμονή του με τον πρόεδρο Τραμπ, με την εμφανέστατη παράνοιά του να "ξεφεύγει" όσο η διοίκηση Τραμπ ξεπερνά κάθε στόχο και προσδοκία».
«Ακριβώς τη στιγμή που νομίζεις ότι δεν μπορεί να πέσει χαμηλότερα, βρίσκει τον τρόπο να το κάνει», σχολίασε χθες ο Τζίμι Κίμελ - ο σχολιαστής που χρειάστηκε να απολογηθεί με δάκρυα στα μάτια έπειδη άφησε να εννοηθεί πως ο Τσάρλι Κερκ θα μπορούσε να είχε δολοφονηθεί από ομοϊδεάτες του.
Τότε ο Κίμελ κατηγορήθηκε καθώς σχολίασε χωρίς να έχει κάποιο στοιχείο για την πολιτική ταυτότητα του δράστη. Χθες ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ σχολίασε όχι μόνο την δολοφονία και τα κίνητρα του δράστη, αλλά προσέβαλε και τον νεκρό.
Απέδωσε τον θάνατό του στο γεγονός ότι ήταν «ένας ανοιχτά φιλελεύθερος άνθρωπος, προσβάλλοντας κάποιον που μόλις δολοφονήθηκε, που αφήνει πίσω του παιδιά, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για το τι πραγματικά συνέβη», ανέφερε ο Κίμελ.
«Όταν το είδα στην αρχή, νόμιζα ότι ήταν ψεύτικο. Όταν μου το έδειξε η γυναίκα μου σήμερα το πρωί, σκέφτηκα: "ακόμη και για τον Τραμπ κάτι τέτοιο είναι υπερβολικό"».
«Αλλά τίποτα δεν είναι ποτέ υπερβολικό γι’ αυτόν.»
Ο αμερικανός πρόεδρος δεν «στρογγύλεψε» την σοκαριστική του ανάρτηση, μετά τις αντιδράσεις, αλλά συνέχισε να χυδαιολογεί. «Ο Τραμπ δεν αμφισβητεί ποτέ τον εαυτό του, όσο αποτρόπαιες κι αν είναι οι πράξεις ή τα λόγια του», γράφει στο CNN o Stephen Collinson.
«Παίζει αυτό το παιχνίδι εδώ και χρόνια, χρησιμοποιώντας τις προσβολές και την επακόλουθη αγανάκτηση ως εργαλείο εξουσίας που ενισχύει το προφίλ του ως "outsider", πυροδοτώντας νέες συγκρούσεις - τις οποίες οι υποστηρικτές του λατρεύουν - με τις πολιτικές και μιντιακές ελίτ».
Όπως σχολιάζει εύστοχα ο Κόλινσον, το ερώτημα δεν είναι αν είναι κατάφωρα προσβλητικές οι δηλώσεις Τραμπ. Είναι. Αλλά αυτό δεν εκπλήσσει κανέναν.
Όπως δεν εκπλήσσει και κανέναν η παρόρμησή του να μετατρέψει μια τραγωδία σε κάτι που αφορά τον ίδιο, δηλώνοντας ότι ο Ράινερ πέθανε εξαιτίας της οργής που ο ίδιος υποκίνησε.
«Ίσως η περιφρόνησή του προς τον Ράινερ, έντονο επικριτή του Τραμπ και χρηματοδότη των Δημοκρατικών, να ήταν άλλη μία από τις συχνές απόπειρες αποπροσανατολισμού», τονίζει. «Ίσως απλώς λειτούργησε ως διέξοδος στην διαρκώς κοχλάζουσα δίψα του για εκδίκηση, ακόμη και απέναντι σε νεκρούς αντιπάλους [Ο Τραμπ είχε κατηγορήσει τον Ράινερ ότι ήταν ένας από τους υποκινητές της υπόθεσης «Ρωσία» κατά την πρώτη του θητεία].
Η ιστορία δείχνει ότι ο Τραμπ θα ξεπεράσει και αυτή τη διαμάχη γύρω από τον Ράινερ. Πολλοί υποστηρικτές του MAGA στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φάνηκαν να αντιμετωπίζουν τα σχόλιά του ως ένδειξη... αυθεντικότητας.
Ωστόσο, αυτή η αναταραχή θα μπορούσε να υπογραμμίσει την απώλεια επαφής του Τραμπ με το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Ενισχύει την αίσθηση ότι παραμένει παγιδευμένος στις προσωπικές του εμμονές.
Οποιοσδήποτε σε θέση εξουσίας που θα κατακεραύνωνε δημόσια τον Ράινερ λίγες ώρες μετά τον θάνατό του πιθανότατα θα είχε απολυθεί. Ο Τραμπ δεν έχει τέτοιες ανησυχίες. Όμως, ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του επόμενου έτους, οι Αμερικανοί ενδέχεται να αρχίσουν να αντιδρούν σε έναν αρχηγό κράτους που διοχετεύει τέτοιο δηλητήριο στον δημόσιο λόγο, κυβερνώντας ανεξέλεγκτος από ένα πειθήνιο κόμμα στο Κογκρέσο για ακόμη δύο χρόνια μετά το 2026.
«Οι καιροί είναι ζοφεροί. Η φρικτή δολοφονία του Ράινερ συνέπεσε με έναν πυροβολισμό σε πανεπιστημιούπολη του Brown University και μια αντισημιτική σφαγή στην Αυστραλία. Οι άνθρωποι είναι φοβισμένοι και αποθαρρυμένοι. Σε τέτοιες συνθήκες, οι πρόεδροι καλούνται να προσφέρουν παρηγοριά, όχι πολιτική χολή. Οι ψηφοφόροι ίσως αναζητήσουν ένα αντίδοτο το 2028».






























