Κατηγορηματική ήταν η διάψευση του Ντόναλντ Τραμπ δημοσιεύματος της Wall Street Journal, ότι οι ΗΠΑ έδωσαν το «πράσινο φως» να χτυπήσει η Ουκρανία την Ρωσία με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Όπως είπε στη συνέντευξη που έδωσε με τον γγ του ΝΑΤΟ, «το δημοσίευμα της WSJ είναι ‘FAKE NEWS’. Γράφουν πολλά ‘FAKE NEWS’. Άλλωστε, αυτοί οι πύραυλοι δεν είναι δικοί μας, νομίζω είναι από την Ευρώπη». Για τους Tomahawk, ανέφερε ότι για να μάθει κάποιος να τους χρησιμοποιεί, χρειάζεται συνήθως ένας χρόνος. «Είναι εξαιρετικά πολύπλοκα συστήματα, επομένως ο μόνος τρόπος για να εκτοξευθεί ένας Tomahawk είναι να το κάνουμε εμείς, και δεν πρόκειται να το κάνουμε αυτό. Χρειάζεται ένας χρόνος εντατικής εκπαίδευσης για να μάθει κανείς πώς να τους χρησιμοποιεί, και μόνο εμείς ξέρουμε πώς να τους χρησιμοποιούμε. Δεν πρόκειται να διδάξουμε άλλους».
Μάλιστα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έγραψε νωρίτερα, στα social media: «Το άρθρο της Wall Street Journal σχετικά με την έγκριση των ΗΠΑ για την άδεια χρήσης πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία βαθιά μέσα στη Ρωσία είναι FAKE NEWS! Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς τους πυραύλους, από όπου κι αν προέρχονται, ή με το τι κάνει η Ουκρανία με αυτούς!»
Στο μέλλον η συνάντηση με Πούτιν
Την ίδια στιγμή, στη συνάντηση που είχε με τον Μαρκ Ρούτε, τόνισε ότι η Σύνοδος Κορυφής με τον Πούτιν «δεν μου φάνηκε σωστή», αλλά «θα πραγματοποιηθεί στο μέλλον». Και συμπλήρωσε: «Δεν ένιωθα ότι θα φτάναμε εκεί που έπρεπε, οπότε το ακύρωσα. Αλλά θα το κάνουμε στο μέλλον».
Κυρώσεις από τις ΗΠΑ στην Ρωσία
Παράλληλα, η κυβέρνηση του Τραμπ δήλωσε απόψε ότι «επιβάλλει περαιτέρω κυρώσεις ως αποτέλεσμα της άρνησης της Ρωσίας σε μια ειρηνευτική διαδικασία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία».
Ο Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι ο Πούτιν, αλλά και ο Ζελένσκι, πρέπει να λογικευτούν, ενώ η ανακοίνωση από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ έχει τίτλο «Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επιβάλλει κυρώσεις σε μεγάλες ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες, καλεί τη Μόσχα να συμφωνήσει αμέσως σε κατάπαυση του πυρός».
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, τα νέα μέτρα «αυξάνουν την πίεση στον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας και υποβαθμίζουν την ικανότητα του Κρεμλίνου να συγκεντρώσει έσοδα για την πολεμική του μηχανή και να στηρίξει την αποδυναμωμένη οικονομία του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν μια ειρηνική επίλυση του πολέμου, και μια μόνιμη ειρήνη εξαρτάται αποκλειστικά από την προθυμία της Ρωσίας να διαπραγματευτεί με καλή πίστη. Το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις εξουσίες του για να υποστηρίξει μια ειρηνευτική διαδικασία».
«Τώρα είναι η ώρα να σταματήσουμε τις δολοφονίες και να επιβάλουμε άμεση κατάπαυση του πυρός», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ. «Δεδομένης της άρνησης του Προέδρου Πούτιν να τερματίσει αυτόν τον παράλογο πόλεμο, το Υπουργείο Οικονομικών επιβάλλει κυρώσεις στις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες της Ρωσίας που χρηματοδοτούν την πολεμική μηχανή του Κρεμλίνου. Το Υπουργείο Οικονομικών είναι έτοιμο να λάβει περαιτέρω μέτρα, εάν χρειαστεί, για να υποστηρίξει την προσπάθεια του Προέδρου Τραμπ να τερματίσει έναν ακόμη πόλεμο. Ενθαρρύνουμε τους συμμάχους μας να συμμετάσχουν μαζί μας και να τηρήσουν αυτές τις κυρώσεις».
Το υπουργείο Οικονομικών δήλωσε ότι οι κυρώσεις στοχεύουν τις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες της Ρωσίας, τη Rosneft και τη Lukoil.
Όσα έγραψε η WSJ
Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ ήρε έναν βασικό περιορισμό στη χρήση από την Ουκρανία κάποιων εκ των πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς που παρέχουν οι δυτικοί σύμμαχοι, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους που επικαλείται η Wall Street Journal. Εξέλιξη που επιτρέπει στο Κίεβο να εντείνει τις επιθέσεις σε στόχους εντός της Ρωσίας και να αυξήσει την πίεση στο Κρεμλίνο.
Την Τρίτη, η Ουκρανία χτύπησε με έναν Storm Shadow –βρετανικό πύραυλο cruise– ρωσικό εργοστάσιο στο Μπριάνσκ. Εκεί κατασκευάζονταν εκρηκτικά και καύσιμα πυραύλων, σύμφωνα με ανακοίνωση του ουκρανικού γενικού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων, που έκανε λόγο για επιτυχημένο χτύπημα, το οποίο διαπέρασε τις ρωσικές αεράμυνες.
Η απόφαση της Ουάσινγκτον (κάτι που διέψευσε ο Τραμπ) να επιτρέψει στο Κίεβο τη χρήση του πυραύλου εναντίον της Ρωσίας έρχεται αφού η αρμοδιότητα για την υποστήριξη τέτοιων επιθέσεων πέρασε από τα χέρια του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, στον διοικητή των αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη, Αλέξους Γκρίνκεβιτς. Η αλλαγή συνέπεσε με την πίεση του Ντόναλντ Τραμπ προς τη Μόσχα να μπει σε διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου.
Αμερικανοί αξιωματούχοι αναμένουν ότι το Κίεβο θα κάνει περισσότερες επιθέσεις στη Ρωσία χρησιμοποιώντας πυραύλους Storm Shadow, ο οποίος εκτοξεύεται από ουκρανικό αεροσκάφος. Οι ΗΠΑ μπορούν να θέσουν περιορισμούς στη χρήση του βρετανικού πυραύλου από την Ουκρανία, επειδή αυτοί χρησιμοποιούν αμερικανικά δεδομένα στόχευσης.
Η χρήση των Storm Shadow από την Ουκρανία δεν είναι κάτι που θα τα αλλάξει όλα στο πεδίο της μάχης, εκτιμά η Wall Street Journal. Έχουν πολύ μικρότερο βεληνεκές από τους Tomahawk που ζητούσε το Κίεβο από τις ΗΠΑ. Επίσης, έχουν χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν εναντίον στόχων στη Ρωσία. Ωστόσο, οι πύραυλοι επιτρέπουν στο Κίεβο να επεκτείνει τις επιθέσεις του εντός της Ρωσίας.
Ο Μπάιντεν είχε δώσει την ίδια έγκριση
Ο Τζο Μπάιντεν, προς το τέλος της θητείας του, είχε δώσει στην Ουκρανία το «πράσινο φως» για να χρησιμοποιεί Storm Shadow και αμερικανικούς πυραύλους ATACMS σε στόχους επί ρωσικού εδάφους. Όμως, όταν ανέλαβε ο Ντόναλντ Τραμπ, το Πεντάγωνο θέσπισε διαδικασία αναθεώρησης για την έγκριση διασυνοριακών επιθέσεων με πυραύλους των ΗΠΑ ή από άλλες χώρες –συμπεριλαμβανομένων των Storm Shadow– που βασίζονται σε αμερικανικά δεδομένα στόχευσης.
Αυτή η διαδικασία προέβλεπε ότι το Πεντάγωνο είχε τον τελευταίο λόγο στο εάν η Ουκρανία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει δυτικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς για επιθέσεις στη Ρωσία. Τέτοιες επιθέσεις δεν είχαν εγκριθεί μέχρι τη στιγμή που η αρμοδιότητα έγκρισής τους επέστεψε στην ευρωπαϊκή διοίκηση των αμερικανικών δυνάμεων, δήλωσαν δύο αξιωματούχοι των ΗΠΑ.
Ο Ουκρανός πρόεδρος ήθελε να πείσει τον Τραμπ να του δώσει πυραύλους Tomahawk, που θα επέκτειναν σημαντικά τις δυνατότητες επιθέσεων μεγάλου βεληνεκούς του Κιέβου, εάν παρέχονταν σε επαρκή αριθμό. Η απόρριψη αυτού του αιτήματος περιόρισε τη διαπραγματευτική επιρροή της Δύσης έναντι της Μόσχας, σύμφωνα με αναλυτές.
Πρόσφατα, οι ΗΠΑ ενέκριναν την πώληση 3.350 πυραύλων ERAM στην Ουκρανία, που μπορούν να καλύψουν από 150 έως 280 μίλια. Η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε εγκρίνει και πυραύλους ATACMS, με εμβέλεια σχεδόν 200 μίλια, οι οποίοι δεν έχουν χρησιμοποιηθεί εναντίον στόχων στη Ρωσία μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Πλέον, το Κίεβο έχει μικρό απόθεμα από ATACMS και η Ουάσινγκτον δεν έχει αναφέρει αν θα στείλει περισσότερους ή εάν η ευρωπαϊκή διοίκηση των αμερικανικών δυνάμεων θα εγκρίνει τη χρήση τους.



























