Το ζήτημα του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου έχει προκαλέσει πρωτοφανή κρίση στις σχέσεις της Αθήνας και της Λευκωσίας. Είναι η πρώτη φορά που κυβερνητικοί αξιωματούχοι των δύο «αδελφών» χωρών αντιπαρατίθενται δημόσια.
Στο παρελθόν είχαν υπάρξει ζωηρές διαφωνίες μεταξύ του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Μακαρίου καθώς και μεταξύ του Ανδρέα Παπανδρέου και του Γιώργου Βασιλείου σχετικά με τη γραμμή στο Κυπριακό. Ωστόσο, πάντοτε αυτές οι διαφωνίες κρατιούνταν στο παρασκήνιο. Δημόσια η Αθήνα και η Λευκωσία εμφανίζονταν πάντοτε ταυτισμένες
Οι δηλώσεις
Αφορμή για να ξεσπάσει η κρίση στις σχέσεις Αθήνας - Λευκωσίας αποτέλεσαν οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Μάκη Κεραυνού ότι το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας Κύπρου δεν είναι βιώσιμο. Η αμφίσημη δήλωση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη που ακολούθησε, ενέτεινε τις αμφιβολίες για τις διαθέσεις της Λευκωσία αναφορικά με το πολυδιαφημισμένο πρότζεκτ: «H θέση της Λευκωσίας είναι ξεκάθαρη, η θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ενιαία. Το έργο είναι στρατηγικής σημασίας. Η βιωσιμότητά του εξαρτάται από την υλοποίηση δεσμεύσεων που έχει αναλάβει ο φορέας υλοποίησης, που είναι ο ΑΔΜΗΕ, και αναμένουμε την υλοποίηση των συγκεκριμένων δεσμεύσεων».
Προς γενική έκπληξη, ο Χριστοδουλίδης είπε ακόμα ότι η ευρωπαϊκή εισαγγελία έχει ξεκινήσει έρευνα για τη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που έχουν διατεθεί στο έργο. Η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε άγνοια για το θέμα, αλλά τηλεγράφημα τοu Reuters σήμερα επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα της ευρωπαϊκής εισαγγελίας. Η έρευνα αυτή περιπλέκει περαιτέρω την κατάσταση.
Στην Αθήνα ο υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου άσκησε δημόσια κριτική στις δηλώσεις Κεραυνού υποστηρίζοντας ότι αυτές «στέλνουν ένα αμφίσημο μήνυμα και δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά, ιδιαίτερα όταν το έργο αυτό είναι στρατηγικής σημασίας για την Κύπρο καθώς θα τερματίσει την ενεργειακή της απομόνωση».
Τη σκυτάλη πήρε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος απευθύνθηκε στην κυπριακή κυβέρνηση σε ασυνήθιστο τόνο για Έλληνα κυβερνητικό αξιωματούχο: «Είναι ένα σχέδιο από το οποίο κυρίως ωφελημένη, κατά τη δική μας άποψη, είναι η Κύπρος. Για λόγους νομίζω προφανείς, αίρεται η ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου. Από εκεί και πέρα, η δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης είναι πάρα πολύ συγκεκριμένη. Έχει εκφραστεί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, όχι μόνο με δηλώσεις, αλλά και με συγκεκριμένες κινήσεις από επιμέρους υπουργεία και δημόσιους φορείς, αλλά απομένει να ξεκαθαριστεί τι θέλει να κάνει και η Κύπρος».
Στο σημερινό μπρίφινγκ οι δηλώσεις του Παύλου Μαρινάκη έδειξαν το βάθος της κρίσης, αφού οι τόνοι απέναντι στη Λευκωσία δεν κατέβηκαν. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι «οι δηλώσεις του κ. Κεραυνού δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά για την οικονομική βιωσιμότητα του έργου, τη χρηματοδότησή του και το κόστος». Ο κ. Μαρινάκης προσέθεσε ότι «δεν νομίζω να υπάρχει κανείς που πιστεύει ή προτείνει το έργο αυτό να πληρωθεί μόνο από τον Έλληνα φορολογούμενο» και επισήμανε με νόημα: «Η Ελλάδα είναι ένα κυρίαρχο κράτος. Είναι προφανές ότι με την Κύπρο μάς συνδέουν στενότατοι δεσμοί και υποστηρίζουμε τις κυπριακές θέσεις για τα μεγάλα εθνικά. Οι κυπριακές θέσεις είναι και δικές μας εθνικές θέσεις. Από κει και πέρα, υπάρχουν ζητήματα που έχουν τις δικές τους προεκτάσεις. Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να παραβλέψει πολύ σημαντικές λεπτομέρειες ενός έργου, διαφορετικά δεν θα κινείτο υπέρ της προάσπισης των Ελλήνων φορολογούμενων. Αυτή είναι η ουσία της συζήτησης».
Τα επιχειρηματικά παιχνίδια
Το κόστος του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου φτάνει το 1.9 δισεκατομμύριο ευρώ. Πρόκειται δηλαδή για ένα πολύ δαπανηρό έργο. Κατά τους υποστηρικτές του, θα μειώσει έως και 30% το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τους Κύπριους καταναλωτές. Οι πολέμιοί του θεωρούν ότι το κόστος της επένδυσης δεν θα καλυφθεί από τη μείωση του ενεργειακού κόστους. Στην όλη υπόθεση παίζονται (όπως είναι αναμενόμενο) και διάφορα επιχειρηματικά παιχνίδια αφού η «απομονωμένη» ενεργειακή αγορά της Κύπρου είναι εξαιρετικά επωφελής για τους τοπικούς παραγωγούς ηλεκτρικού ρεύματος.
Γεωπολιτική αντιπαράθεση
Ταυτόχρονα, το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης έχει και γεωπολιτική διάσταση που είναι πιο σημαντική από την επιχειρηματική. Το καλώδιο αποτελεί μέρος του πρότζκετ ηλεκτρικής διασύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ (Great Sea Interconnector). Γύρω από την πόντισή του εκτυλίσσεται μια σοβαρή γεωπολιτική αντιπαράθεση για τους συσχετισμούς ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία μπορεί εύκολα να παρεκτραπεί σε θερμό επεισόδιο.
Τον Ιούλιο του 2024 τουρκικά πολεμικά εμπόδισαν ιταλικό ερευνητικό πλοίο να προχωρήσει σε έρευνες για την πόντιση του καλωδίου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε να υποχωρήσει και το ιταλικό πλοίο αποσύρθηκε. Με βάση δημοσιεύματα στον φιλοκυβερνητική Τύπο, οι έρευνες θα άρχιζαν ξανά τον Απρίλιο του 2025, κάτι που όμως δεν συνέβη. Στην ουσία, η Τουρκία επικαλούμενη τις διεκδικήσεις της στη χάραξη της ΑΟΖ, επιχειρεί να αποτρέψει (και μέχρι στιγμής το καταφέρνει) ένα έργο που δεν έχει σχέση με την υφαλοκρηπίδα, αφού δεν προκαλεί αλλαγές στο βυθό.
Το ερώτημα και οι ζημιές
Η διαφωνία για τη βιωσιμότητα και τον επιμερισμό του κόστους του έργου έχει πραγματική υπόσταση. Ωστόσο, γεννάται το ερώτημα αν αυτή η διαφωνία θα χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την παραπομπή του πρότζεκτ στις ελληνικές καλένδες, χωρίς το πολιτικό κόστος μιας «εθνικής υποχώρησης». Η ίδια η εξέλιξη του έργου θα δώσει όλες τις απαντήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, το καλώδιο προκάλεσε στις σχέσεις Αθήνας - Λευκωσίας μια αχρείαστη κρίση. Επιπλέον, η Τουρκία έχει βρει την ευκαιρία να θέσει αξιώσεις ελέγχου στην Ανατολική Μεσόγειο τις οποίες κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί, δεδομένου ότι καλώδια ποντίζονται κατά βούληση παντού στον κόσμο. Τέλος, η υπόθεση του καλωδίου δείχνει το όριο της «βοήθειας» που μπορεί να δώσει το Ισραήλ στην Ελλάδα απέναντι στην Τουρκία. Καμία χώρα δεν μπαίνει σε συγκρούσεις για λογαριασμό τρίτων, όταν δεν διακυβεύονται μείζονα συμφέροντά της.


























