Η Πολωνία ανέλαβε την εξάμηνη προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια στιγμή που ο κόσμος αλλάζει λόγω της ανάληψης της διακυβέρνησης των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ταυτόχρονα, η Πολωνία προσελκύει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον λόγω της οικονομικής ανάπτυξής της, του μεγάλου εξοπλιστικού προγράμματός της και της στενής σχέσης της με τις εξελίξεις στην Ουκρανία.
Με την Μαγκνταλένα Σέμτσιν συζητήσαμε για τις προτεραιότητας της πολωνικής προεδρίας, την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τουσκ, την Ουκρανία, την οικονομία και τα δικαιώματα των γυναικών στην Πολωνία. Η κ. Σέμτσιν είναι καθηγήτρια Νεότερης Ιστορίας στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών τη Πολωνικής Ακαδημίας Επιστημών.
H Μαγκνταλένα Σέμτσιν
Ακολουθεί η συνέντευξη της Μαγκνταλένα Σέμτσιν:
-Η Πολωνία ανέλαβε την προεδρία της ΕΕ. Ποιες είναι οι κύριες προτεραιότητες της πολωνικής προεδρίας;
-Πριν λίγες ημέρες, ο πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ ανακοίνωσε τις προτεραιότητες της πολωνικής προεδρίας της ΕΕ στον Ευρωκοινοβούλιο. Η ασφάλεια βρέθηκε στο επίκεντρο. Αυτή η λέξη εμφανίζεται πολλές φορές στο περιεχόμενο του προγράμματος της προεδρίας. Είναι σαφές ότι απέναντι στην πραγματική απειλή από τη Ρωσία αλλά και την αυξανόμενη οικονομική κρίση στην Ευρώπη καθώς και την επιτυχία του πολιτικού λαϊκισμού, η ρητορεία του Πολωνού πρωθυπουργού έχει αλλάξει. Είμαι βέβαιη ότι ο Τουσκ επηρεάστηκε επίσης από την ομιλία του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην ορκωμοσία του.
Η παρουσίαση του Τουσκ είχε έναν χαρακτήρα κινητοποίησης. Ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Η δημοκρατία πρέπει να γίνει ξανά ισχυρή. [...] Κρατήστε ψηλά το κεφάλι σας. Η Ευρώπη είναι και θα είναι μεγάλη». Αυτό το σύνθημα σίγουρα δεν είναι τυχαίο στην ομοιότητά του με το «Κάντε την Αμερική μεγάλη ξανά» του Τραμπ. Αυτές δεν είναι οι μόνες ομοιότητες. Ο Τουσκ υποστήριξε την πρόταση του Τραμπ για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών του ΝΑΤΟ στο 5% του ΑΕΠ. Παράλληλα, απηύθυνε έκκληση σε όλα τα μέλη της ΕΕ να κάνουν το ίδιο.
Να προσθέσουμε ότι πέρυσι η Πολωνία ήταν το μοναδικό μέλος του ΝΑΤΟ που διέθεσε το 4% του ΑΕΠ της στην άμυνα, ενώ φέτος η κυβέρνηση ανακοινώνει ένα ρεκόρ 186 δισ. ζλότι που θα διατεθούν για την εθνική ασφάλεια (4,7% του ΑΕΠ). Εκτός από την ασφάλεια, ο πρωθυπουργός αναθεώρησε την πολιτική μετανάστευσης της ΕΕ. Όπως και ο Τραμπ, ο Ντόναλντ Τουσκ ζητά την υπεράσπιση του ευρωπαϊκού εδάφους από την παράνομη μετανάστευση και την προστασία των συνόρων.
Επιπλέον, άσκησε κριτική στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, κυρίως στις ρυθμίσεις που σχετίζονται με το σύστημα ETS (Σύστημα Εμπορίας Ρύπων) και τις υψηλές τιμές ενέργειας. Φαίνεται ότι ο Τουσκ έχει λάβει υπόψη πολλά από τα επιχειρήματα των αντιπάλων της ΕΕ, και, κατά την άποψή του, η πολωνική προεδρία πρέπει να αποτελέσει μία νέα αρχή για την ευρωπαϊκή κοινότητα, η οποία πρέπει να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις σε περιόδους κρίσης.
Η άποψη για τον Τραμπ
-Πώς βλέπει η κυβέρνηση Τουσκ τον Τραμπ;
-Δεν υπάρχει καμία έκπληξη εδώ. Ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρείται ένας απρόβλεπτος άνθρωπος που θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια. Πολιτικοί που συνδέονται με το Συνασπισμό των Πολιτών (ΣτΣ πρόκειται για την κυβερνώσα εκλογική Συνασπισμός της Πολωνίας) και το φιλελεύθερο-αριστερό μέρος της πολιτικής σκηνής, εκφράζουν ανησυχίες για τις μελλοντικές αποφάσεις του Αμερικανού προέδρου όσον αφορά τη Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το σενάριο στο οποίο ο Τραμπ αποσύρει τη στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία και διαπραγματεύεται ειρήνη με κόστος την εδαφική ακεραιότητα αυτής της χώρας είναι απαράδεκτο για την πολωνική κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, οι απότομες αποφάσεις του Τραμπ σχετικά με τη Ρωσία θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν σε κλιμάκωση και επέκταση της ένοπλης σύγκρουσης σε χώρες του ΝΑΤΟ. Ο πόλεμος δεν έχει φανεί ποτέ τόσο πραγματικός στην Πολωνία όσο πρόσφατα.
Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ προκαλεί επίσης ανησυχίες. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν για τη στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας και η απορρύθμιση της αμερικανικής οικονομίας θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για την οικονομία της ΕΕ. Αναφέρομαι, μεταξύ άλλων, στην αύξηση των δασμών στις εισαγωγές στο εμπόριο με την Ευρώπη.
Από την άλλη, οι τελευταίες δηλώσεις του Ντόναλντ Τουσκ δείχνουν ότι υπάρχουν πεδία συμφωνίας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για θέματα άμυνας. Όπως είπα ήδη, ο πρωθυπουργός Τουσκ υποστήριξε την πρόταση του Τραμπ για αύξηση των δαπανών για τους εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ. Ο Τουσκ αναδείχθηκε τον τελευταίο χρόνο ως επικριτής της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως και ο Τραμπ, ζητά περιορισμούς σε αυτό το θέμα.
Ας θυμηθούμε ότι στην εσωτερική πολιτική της Πολωνίας, ο Τραμπ είναι επίσης σύμβολο διχασμού. Η λαϊκίστικη και συντηρητική πλευρά της πολιτικής του έχει την αδιάλειπτη υποστήριξη της πολωνικής Δεξιάς, και αυτό μεταφράζεται σε άλλο ένα στοιχείο της πολιτικής διαμάχης μεταξύ του Συνασπισμού Πολιτών και του κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης (ΣτΣ πρόκειται για το ακραία συντηρητικό κόμμα που κυβερνούσε την Πολωνία μέχρι το 2023).
Η Ουκρανία
-Θα ήθελα να σταθούμε λίγο παραπάνω στη στάση της Πολωνίας απέναντι σε έναν «συμβιβασμό» που θα απαιτήσει από την Ουκρανία να παραχωρήσει κάποια από τα εδάφη της στη Ρωσία.
- Η κυβέρνηση έχει σαφή θέση ότι οποιεσδήποτε παραχωρήσεις που θα έβλαπταν την ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας είναι απαράδεκτες. Από την αρχή η Πολωνία έχει αρνηθεί σταθερά να αναγνωρίσει τις εδαφικές αξιώσεις της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της προσάρτησης της Κριμαίας. Οι ένοπλες επιχειρήσεις που ξεκίνησαν από τους Ρώσους αυτονομιστές στο Ντονμπάς το 2014, με την υποστήριξη της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και ο επακόλουθος κανονικός πόλεμος στην Ουκρανία αποτελούν πράξη ρωσικής επιθετικότητας. Δεν υπάρχει χώρος για συζήτηση όσον αφορά την αξιολόγηση των αιτίων του πολέμου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολωνική υποστήριξη για την ανεξαρτησία και το απαραβίαστο των συνόρων της Ουκρανίας έχει μακρά παράδοση. Η Πολωνία ήταν, μαζί με τον Καναδά, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ουκρανίας τον Δεκέμβριο του 1991. Το σύνθημα «Δεν υπάρχει ανεξάρτητη Πολωνία χωρίς ανεξάρτητη Ουκρανία», που εμφανίστηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στους πολωνικούς διανοούμενους κύκλους της εξορίας, έγινε μία από τις βάσεις της εξωτερικής πολιτικής της Πολωνίας μετά το 1989.
Φυσικά, υπάρχουν φωνές στη δημόσια γνώμη της Πολωνίας που αντιτίθενται στην υποστήριξη που παρέχεται από την Πολωνία στην Ουκρανία, αλλά παραμένουν ακόμη περιθωριακές στη χώρα. Υπάρχουν επίσης διάφορα προβλήματα μεταξύ Πολωνίας και Ουκρανίας που «ψυχραίνουν» την υποστήριξη προς τον γείτονά μας, όπως για παράδειγμα το ζήτημα της ένταξης στις ευρωπαϊκές πολιτικές δομές. Υπάρχει επίσης μια σύγκρουση μνήμης γύρω από τα γεγονότα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν Ουκρανοί εθνικιστές δολοφόνησαν περίπου 100.000 ανθρώπους στο Βολίν και την Ανατολική Γαλικία.
Ωστόσο, όσον αφορά τη ρωσική επιθετικότητα εναντίον της Ουκρανίας, η πολωνική πολιτική σκηνή είναι ομόφωνη.
Η Ομάδα του Βίσενγκραντ
-Ποια είναι η στάση της κυβέρνησης Τουσκ απέναντι στις άλλες χώρες της Ομάδας του Βίσεγκραντ (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία);
-Το τελευταίο έτος χαρακτηρίστηκε από σημαντική στασιμότητα στις δραστηριότητες της Ομάδας του Βίσεγκραντ. Η μεγαλύτερη αλλαγή παρατηρείται στις πολωνοουγγρικές σχέσεις. Όπως είπε πρόσφατα ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, βρίσκονται επί του παρόντος στο «χαμηλότερο επίπεδο», και υπάρχουν αρκετοί λόγοι γι’ αυτό. Πρώτον, ιδεολογικοί. Ο Όρμπαν ήταν σύμμαχος της προηγούμενης πολωνικής κυβέρνησης (του PiS-Κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης) -παρόμοιο στυλ διακυβέρνησης, κοινές αξίες, αυταρχικές τάσεις, αντιευρωπαϊκή στάση. Η άβολη πλευρά αυτής της συμμαχίας για το PiS ήταν η θέση της Ουγγαρίας απέναντι στη Ρωσία. Μέχρι σήμερα, οι φιλορωσικές τάσεις του Ούγγρου Πρωθυπουργού αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα στις διμερείς σχέσεις και επηρεάζουν επίσης τη συνεργασία εντός της Ομάδας του Βίσεγκραντ.
Η κυβέρνηση Τουσκ όχι μόνο αντιτίθεται στις μεθόδους και τις πολιτικές απόψεις του Όρμπαν, αλλά ακολουθεί και την αρχή «ο σύμμαχος του εχθρού μας είναι εχθρός μας». Πρόσφατα, η Ουγγαρία χορήγησε άσυλο στον βουλευτή του PiS, Μαρτσίν Ρομανόφσκι, ο οποίος καταζητείται στην Πολωνία για κατηγορίες διαφθοράς. Η πολωνική κυβέρνηση περιορίζει τις διπλωματικές σχέσεις με την Ουγγαρία και αυτή η ένταση σίγουρα θα έχει αντίκτυπο.
Όσον αφορά τις υπόλοιπες χώρες της Ομάδας του Βίσεγκραντ, υπάρχουν επίσης εμφανείς διαφορές στην προσέγγισή τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη Σλοβακία, η οποία, μετά τις εκλογές του 2023, υιοθετεί ολοένα και περισσότερο την προσέγγιση της Ουγγαρίας ως προς την ΕΕ και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε ό,τι αφορά την Τσεχία, η Πολωνία δεν συμμερίζεται τις απόψεις της για την ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρώπη και την Πράσινη Συμφωνία. Θα δούμε τι θα φέρουν οι βουλευτικές εκλογές του 2025 στην Τσεχία. Η επιστροφή του ANO (ΣτΣ δεξιό κόμμα που κυβερνούσε την Τσεχία μέχρι το 2021) στην εξουσία θα μπορούσε σίγουρα να αλλάξει πολλά σε αυτό το ζήτημα.
Το «success story»
-Η Πολωνία συχνά θεωρείται ένα «οικονομικό success story». Κατά τη διάρκεια των 20 χρόνων συμμετοχής της στην ΕΕ, το κατά κεφαλή εισόδημα έχει διπλασιαστεί. Ωστόσο, τι σημαίνει η αυτή η ανάπτυξη για τη φτώχεια και την κοινωνική δικαιοσύνη;
-Η ένταξη της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σήμαινε τεράστιες χορηγήσεις ευρωπαϊκών κονδυλίων προς την πολωνική οικονομία, γεγονός που αναμφίβολα συνέβαλε στη συνολική αύξηση της ευημερίας και τη μακροπρόθεσμη τόνωση της οικονομίας. Αυτό, με τη σειρά του, είχε αντίκτυπο στον κοινωνικό τομέα, ειδικά στις αγροτικές περιοχές, όπου οι επιδοτήσεις της ΕΕ έσωσαν για χρόνια χρεοκοπημένες φάρμες. Οι επιδοτήσεις αποτέλεσαν πραγματική βοήθεια για τις αγροτικές περιοχές που πριν από το 1989 είχαν εθνικοποιηθεί υπό τη μορφή αγροτικών συλλογικών εκμεταλλεύσεων (Πολωνικές Αγροτικές Φάρμες). Μετά την πτώση του κομμουνισμού, οι κάτοικοι αυτών των περιοχών βίωσαν μεγάλη φτώχεια. Χάρη στα προγράμματα ενίσχυσης της ΕΕ, αυτό άλλαξε. Το άνοιγμα της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας και η πώληση αγαθών ήταν επίσης ένας από τους λόγους της επιτυχίας. Αυτό είναι το συνολικό ισοζύγιο της συμμετοχής στην ΕΕ.
Ωστόσο, όταν εξετάζουμε τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση δεν είναι πλέον τόσο αισιόδοξη. Η οικονομική κρίση που προκλήθηκε από τον πληθωρισμό και τις επιπτώσεις της πανδημίας, έπληξε πρώτα τους φτωχότερους. Οι παγωμένες παροχές, οι χαμηλοί μισθοί (παρά το χαμηλό ποσοστό ανεργίας), οι γενικά υψηλές τιμές, οι αυξήσεις στις τιμές στέγασης, του ηλεκτρικού ρεύματος και της θέρμανσης προκαλούν μια διαδικασία εμβάθυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και έναν αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων που βυθίζονται στην ακραία φτώχεια. Σύμφωνα με την έκθεση Poverty Watch, το 2023 αυτός ο αριθμός έφτασε τα 2,5 εκατομμύρια άτομα (6,6%).
Η πολωνική κυβέρνηση συνεχίζει να καταβάλλει κοινωνικές παροχές που είχαν εισαχθεί από τους προκατόχους της (Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης). Αυτές περιλαμβάνουν ένα μηνιαίο επίδομα 800 ζλότι για κάθε παιδί στην οικογένεια. Ωστόσο, οι παροχές εντείνουν τον πληθωρισμό και έτσι η οικονομία «πέφτει σε φαύλο κύκλο».
Η οικονομική κρίση τροφοδοτεί τον αντιευρωπαϊκό λόγο, παραδοσιακά συνδεδεμένο με τη δεξιά πτέρυγα της πολωνικής πολιτικής ζωής. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τουσκ επίσης ασκεί κριτική στις οικονομικές ρυθμίσεις της ΕΕ, επικεντρώνοντας κυρίως στην Πράσινη Συμφωνία, επισημαίνοντας ότι οι κανονισμοί της ΕΕ έχουν οδηγήσει σε τεράστιες αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, κάτι που επηρεάζει τις τσέπες των Πολωνών πολιτών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εποχές ευημερίας από την ΕΕ στην Πολωνία έχουν τελειώσει και η κοινωνία το βιώνει ολοένα και περισσότερο.
Η ένταξη στη ζώνη του ευρώ
-Είναι πρόθυμη η Πολωνία να ενταχθεί στη ζώνη του ευρώ;
-Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι περίπλοκη. Γενικά, η θέση των πολιτικών στην Πολωνία σχετικά με την ένταξη στη ζώνη του ευρώ ήταν πάντα σκεπτικιστική ή ακόμα και αρνητική, λόγω φόβων για οικονομική κατάρρευση. Καμία κυβέρνηση δεν έχει τολμήσει να προωθήσει δυναμικά αυτή τη λύση, γνωρίζοντας ότι δεν θα είχε τη στήριξη του κοινού.
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση, το 10% των ερωτηθέντων στην Πολωνία είναι υπέρ της ένταξης στο ευρώ, το 48% είναι αντίθετοι, ενώ το υπόλοιπο βλέπει αυτή την πιθανότητα αλλά στο μέλλον.
Είναι ενδιαφέρον ότι όταν η Πολωνία εντάχθηκε στην ΕΕ το 2004, το 78% των Πολωνών ήταν υπέρ της αλλαγής νομίσματος. Να προσθέσουμε ότι, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2024, η Πολωνία δεν πληροί καμία από τις τέσσερις προϋποθέσεις για ένταξη στη ζώνη του ευρώ (σταθερότητα τιμών και νομίσματος, κατάλληλο επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος και επιτοκίων).
Τα δικαιώματα των γυναικών
-Μετά από έναν χρόνο διακυβέρνησης Τουσκ, έχει σημειωθεί πρόοδος σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των γυναικών;
-Τα αιτήματα των γυναικείων οργανώσεων στην Πολωνία παραμένουν αμετάβλητα εδώ και χρόνια. Αφορούν τη φιλελευθεροποίηση των κανονισμών για τις αμβλώσεις, την πρόσβαση στην αντισύλληψη, την επέκταση των νόμων κατά των διακρίσεων, την εισαγωγή ισότητας φύλων στις κυβερνητικές θέσεις και στις κρατικές εταιρείες, καθώς και τη νομοθεσία για την ενδοοικογενειακή βία. Η πολωνική Αριστερά έχει το πιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών.
Από τις τελευταίες εκλογές, έχουν γίνει ελάχιστες αλλαγές για την ικανοποίηση των αιτημάτων των γυναικών. Πρώτον, η πρόσβαση στην επείγουσα αντισύλληψη (το χάπι της επόμενης ημέρας) έχει φιλελευθεροποιηθεί. Επίσης, ο αριθμός των νόμιμων αμβλώσεων στα νοσοκομεία αυξάνεται αργά, ενώ μέχρι πρόσφατα τα νοσοκομεία φοβούνταν να πραγματοποιήσουν τέτοιες επεμβάσεις, ακόμα και όταν η ζωή της μητέρας ή του παιδιού διέτρεχε κίνδυνο. Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του PiS, υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις θανάτων γυναικών στις οποίες είχαν αρνηθεί η διακοπή της εγκυμοσύνης. Το 2020, οι κανονισμοί έγιναν ακόμη πιο αυστηροί, απαγορεύοντας τη διακοπή της εγκυμοσύνης λόγω εμβρυϊκών ανωμαλιών.
Οι ακτιβίστριες ήλπιζαν ότι οι εκλογές θα άλλαζαν κάτι. Ωστόσο, μετά από έναν χρόνο διακυβέρνησης του Συνασπισμού των Πολιτών, οι γυναίκες που αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους είναι απογοητευμένες. Οι κανονισμοί για τις αμβλώσεις δεν έχουν αλλάξει. Το 2024, το Πολωνικό Λαϊκό Κόμμα, που είναι μέρος του Συνασπισμού, ψήφισε κατά των αλλαγών, ενώ ο Πρωθυπουργός Τουσκ ανακοίνωσε ότι τίποτα δεν θα αλλάξει σε αυτόν τον τομέα μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Οι προεδρικές εκλογές
-Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για τις προεδρικές εκλογές τον Μάιο;
Παρόλο που απομένουν ακόμα πέντε μήνες μέχρι τις εκλογές, μπορούμε ήδη να παρατηρήσουμε έναν ενδιαφέροντα εκλογικό ανταγωνισμό. Τα φαβορί είναι ο υποψήφιος του Συνασπισμού των Πολιτών, Ράφαου Τσσκόφσκι και ο επίσημα ανεξάρτητος υποψήφιος Κάρολ Ναβρότσκι, ο οποίος υποστηρίζεται από το PiS.
Αν και αξιολογώ αρνητικά την προεκλογική εκστρατεία του Τσασκόφσκι (μέχρι στιγμής ο υποψήφιος δεν έχει ισχυρή παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης), ο Ναβρότσκι δεν προκαλεί θετική αίσθηση. Ο κύριος λόγος είναι τα διάφορα σκάνδαλα που έχουν έρθει στο φως. Ο Ναβρότσκι κατηγορείται για σχέσεις με τον υπόκοσμο και νεοναζί. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να υπολογίζει στις ψήφους των ευρωσκεπτικιστών, των υποστηρικτών μιας εθνικιστικής οπτικής της ιστορίας (ο Ναβρότσκι είναι σήμερα επικεφαλής του Ινστιτούτου Εθνικής Μνήμης) και μιας σκληρής γραμμής στην εξωτερική πολιτική.
Κάθε μέρα φέρνει διαφορετικά δημοσκοπικά δεδομένα και είναι πιθανό ότι οι ψηφοφόροι του δεξιού κόμματος Συνομοσπονδία (Confederation) θα αποφασίσουν στον δεύτερο γύρο και θα ψηφίσουν τον Ναβρότσκι. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν επίσης ότι οι δείκτες του PiS ανεβαίνουν. Υποψιάζομαι ότι ο λόγος μπορεί να είναι η επιδεινούμενη οικονομική κρίση και η αύξηση των εθνικιστικών συναισθημάτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ντόναλντ Τουσκ έχει σκληρύνει τη θέση της κυβέρνησης σε ιδεολογικά ζητήματα και την πολιτική για τη μετανάστευση. Πιθανότατα πρόκειται για μια προσπάθεια να πείσει τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους να στηρίξουν την πλευρά του Συνασπισμού των Πολιτών. Είμαι σχεδόν βέβαιη ότι η κύρια μάχη τον Μάιο θα επικεντρωθεί σε αυτούς.