Το πρωί της Πέμπτης επικυρώθηκε κι επίσημα από την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα η απόφαση του σώματος να κινηθεί νομικά κατά της Κομισιόν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Την οργή των ευρωβουλευτών προκάλεσε η αμφιλεγομένη απόφαση που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Δεκέμβριο για την «απελευθέρωση» κεφαλαίων ύψους 10,2 δισεκατομμύρια ευρώ από κονδύλια του Ταμείου Συνοχής προς την Ουγγαρία - ποσά που είχαν «παγώσει» λόγω των συνεχιζόμενων παραβάσεων και παραλείψεων στο κράτος δικαίου.
Το πιο προκλητικό, ωστόσο, της όλης απόφασης ήταν πως ελήφθη μόλις μια ημέρα πριν οι Ευρωπαίοι ηγέτες συζητήσουν τη νέα βοήθεια προς την Ουκρανία, άλλα και την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων του Κιέβου, διαδικασίες στις οποίες ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν απειλούσε να ασκήσει βέτο.
Σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, η Επιτροπή υποστήριξε ότι το «ξεπάγωμα» της χρηματοδότησης δικαιολογείται επειδή η Βουδαπέστη ψήφισε τον περασμένο Μάιο νόμο για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και τον περιορισμό της πολιτικής παρέμβασης στα δικαστήρια - ευθυγραμμιζόμενη με τα τέσσερα «ορόσημα» που είχαν επιβάλει οι Βρυξέλλες.
Απηχώντας τις ανησυχίες που εξέφρασε η κοινωνία των πολιτών, οι ευρωβουλευτές αμφισβήτησαν το σκεπτικό και δήλωσαν ότι η γενική μεταρρύθμιση δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Διαμαρτυρήθηκαν, παράλληλα, για την... «σύμπτωση» της λήψης της απόφασης μία ημέρα πριν την ανάγκη ομοφωνίας για το Ουκρανικό.
Σημειώνεται πως σε ψήφισμα που εγκρίθηκε με ευρεία πλειοψηφία τον Ιανουάριο, οι ευρωβουλευτές τόνιζαν πως «σε καμία περίπτωση η ΕΕ δεν μπορεί να υποκύπτει σε εκβιασμούς και να "ανταλλάζει" τα στρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ και των συμμάχων της απαρνούμενη τις αξίες της».
Η Ουγγαρία εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για δικαστική ανεξαρτησία όπως ορίζεται στις (Συνθήκες της ΕΕ), ενώ τα μέτρα που υιοθετήθηκαν δεν εξασφαλίζουν επαρκείς εγγυήσεις έναντι πολιτικών παρεμβάσεων. Αυτές άλλωστε μπορούν είτε να παρακαμφθούν είτε να εφαρμοστούν ανεπαρκώς.
Λίγες ημέρες αργότερα, οι ευρωβουλευτές έβαλαν στο στόχαστρο τους Επιτρόπους Didier Reynders (Δικαιοσύνη), Nicolas Schmit (Απασχόληση) και Johannes Hahn (Προϋπολογισμός) για τη σύναψη - όπως τόνισαν - παρασκηνιακής συμφωνίας με τον Ορμπάν, προκειμένου να διασφαλιστεί η άρση του βέτο του με αντάλλαγμα τα 10,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Κατήγγειλαν επίσης ότι η επικύρωση της δικαστικής μεταρρύθμισης έγινε εσπευσμένα, αλλά και πως η Επιτροπή θα έπρεπε να περιμένει να δει αποτελέσματα επί του πεδίου πριν αποδεσμεύσει τα μετρητά.
Στην παρούσα συγκυρία, η αγωγή του Ευρωκοινοβουλίου αυξάνει την πίεση προς την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν - η οποία ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πως διεκδικεί και δεύτερη θητεία στο τιμόνι της Επιτροπής, υποσχόμενη μάλιστα να «μην κάνει πίσω» σε θέματα κράτους δικαίου.