Όθωνας
Γλαράκης
«Θεωρίες συνωμοσίας», μια φράση που ακούγεται ως κατηγορία κάθε φορά που η λογική σκέψη συνδυάζει γεγονότα και επιλογές με συμφέροντα κρατών, κοινωνικών τάξεων και ομάδων, προσώπων της δημόσιας ζωής. Είναι μια προσπάθεια ταύτισης της μεθοδολογίας αυτής με την ανάδυση θεωριών που στηρίζονται στον ανορθολογισμό, την άρνηση της επιστημονικής αλήθειας, την αποθέωση του μεταφυσικού. Αυτές τις θεωρίες συνηθίσαμε να τις χαρακτηρίζουμε «ψεκασμένες».
Κι όμως, συνωμοσίες φυσικά και υπήρχαν από τότε που υπάρχει ανθρώπινη κοινωνία και υπάρχουν και σήμερα. Αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε είναι πως ποτέ δεν γεννιούνται στο κενό, πάντα συνδέονται με κοινωνικές αιτίες και ρεύματα που διεκδικούν την ανάδυσή τους στο κοινωνικό προσκήνιο. Αν «νικήσουν», η επίσημη ιστορία τις χαρακτηρίζει «ηρωικές». Αν όχι είναι «σκοτεινές». Μια τέτοια περίπτωση ήταν η «Φιλορθόδοξος Εταιρεία». Ας γυρίσουμε λοιπόν στα Χριστούγεννα του 1839…
Μια «Ορθόδοξη» συνωμοσία…
Στις 22 Δεκεμβρίου 1839 (με το παλιό ημερολόγιο) ένας Μακεδόνας ονόματι Εμμανουήλ Παππάς (απλή συνωνυμία με τον αγωνιστή του 1821) παρουσιάστηκε στον στρατηγό Τσάμη Καρατάσο, υπασπιστή του Όθωνα, και κατήγγειλε με στοιχεία συνομωσία κατά του Βασιλιά από μια οργάνωση με το όνομα «Φιλορθόδοξος Εταιρεία». Εμπλεκόμενοι συνωμότες ήταν μεταξύ άλλων ο Γεώργιος ή Τζορτζέτος Καποδίστριας, αδερφός του δολοφονηθέντος κυβερνήτη, ο πρώην Φιλικός Νικόλαος Ρενιέρης, ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος. Ως «εγκέφαλος» φερόταν ο τότε υπουργός Εσωτερικών και Εκκλησιαστικών Γεώργιος Γλαράκης ενώ με την Εταιρεία συνδεόταν και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης.
Την επόμενη ημέρα η αστυνομία του Όθωνα προχώρησε σε έρευνα στα σπίτια των συνωμοτών. Στα έγγραφα που κατασχέθηκαν ως πρωταρχικοί σκοποί της εμφανίζονταν η απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, η ενίσχυση της ορθοδοξίας (κατάργηση της ρύθμισης για το εκκλησιαστικό ζήτημα με την οποία η ελληνική εκκλησία γινόταν αυτοκέφαλη, υποχρεωτική προσχώρηση του βασιλιά και των μελών της βασιλικής οικογένειας στο ορθόδοξο δόγμα και απαγόρευση των αλλόδοξων θρησκευτικών αποστολών στο ελληνικό κράτος) και η αποκλειστική παρουσία αυτοχθόνων στις πολιτικές, διοικητικές και στρατιωτικές θέσεις.
Καταγγέλθηκε ακόμη – και φαίνεται πως υπήρχε όντως στον σχεδιασμό - ότι προετοιμάζονταν η σύλληψη του Όθωνα και της Αμαλίας και ο εξαναγκασμός τους σε προσχώρηση στην ορθοδοξία ή αλλιώς σε παραίτηση. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, η κίνηση των συνωμοτών εις βάρος του Όθωνα θα πραγματοποιούνταν κατά τη διάρκεια της δοξολογίας για το νέο έτος την 1η Ιανουαρίου 1840, πάντα με το παλιό ημερολόγιο.
Η Φιλορθόδοξος Εταιρεία φαίνεται ότι δημιουργήθηκε τον Ιούνιο του 1839 από κορυφαία στελέχη των Ναπαίων, του ρωσικού κόμματος δηλαδή. Πήραν το όνομά τους από τον γέρο- Νάππα από την Κέρκυρα, μια γραφική μορφή του κόμματος, γνωστού φανατικού ρωσόφιλου, ο οποίος έζησε στο Ναύπλιο την περίοδο του Καποδίστρια. Η Εταιρεία δημιουργήθηκε με την ενεργό συμμετοχή, καθοδήγηση και χρηματοδότηση της ρωσικής πρεσβείας και προσωπικά του πρέσβη της Γαβριήλ Κατακάζη, Μανιάτη στην καταγωγή.
Είχε παρόμοια δομή και σύσταση με την Φιλική Εταιρεία, με βαθμούς, μυήσεις – κατηχήσεις και μυστικότητα. Προβλέπονταν τρεις διαδοχικοί βαθμοί: Ο «απλός» η κατώτερος βαθμός απονεμόταν σε μη δοκιμασμένα μέλη, μη ρωσόφιλους στις πολιτικές τους προτιμήσεις· σε αυτούς η Εταιρεία παρουσιαζόταν ως μία κίνηση με αλυτρωτικούς καθαρά σκοπούς. Ο «μέγας» η μεσαίος βαθμός επανδρωνόταν κυρίως από κληρικούς, οι οποίοι απέβλεπαν στην αποκατάσταση της Εκκλησίας στους ρόλους που είχε πριν από την διοικητική της αυτονόμηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το 1833. Ο ανώτερος βαθμός, ο «φρικτός», απαρτιζόταν από καταξιωμένους ρωσόφιλους πολιτικούς, διακεκριμένους οπλαρχηγούς και επιφανείς κληρικούς, οι οποίοι ήταν και οι μόνοι που γνώριζαν τα μακροπρόθεσμα σχέδια και τις διεκδικήσεις της Εταιρείας.
Οι κοινωνικές ρίζες της συνωμοσίας
Η πλειονότητα των ιστορικών, σχεδόν από όλο το φάσμα των ιδεολογικών ρευμάτων, εκτιμά πως η Φιλορθόδοξος Εταιρεία υπήρξε όργανο της μυστικής ρωσικής διπλωματίας για την προώθηση της πολιτικής της και την ενίσχυση των πολιτικών της θέσεων. Ο καθοριστικός ρόλος της ρωσικής πρεσβείας είναι αναμφισβήτητος, δεν αρκεί όμως για να εξηγηθεί αυτή η σοβαρή υπόθεση, είναι πολύ απλοικό να πιστέψουμε πως απλώς επρόκειτο για «πράκτορες».
Μια πρώτη αντίφαση είναι το γεγονός πως υποστηρίχτηκε και από ένα σημαντικό και αποδεδειγμένα ανιδιοτελές μέρος των Ελλήνων αγωνιστών, αφού εμφανίστηκε ως απελευθερωτικό κίνημα, ως συνέχεια των αγώνων του 1821. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα Νικηταράς. Ουσιαστικά, η Φιλορθόδοξος Εταιρεία επιδίωξε να εκφράσει τις τάσεις της διογκούμενης δυσαρέσκειας της ελληνικής κοινωνίας και πάνω σε αυτές δούλεψε η ρωσική πρεσβεία.
Το Ρωσικό κόμμα είχε τη μεγαλύτερη επιρροή από όλα, τουλάχιστον ως το 1843. Η ιδεολογική βάση των οπαδών του ήταν η θρησκεία, το ορθόδοξο δόγμα. Η κοινωνική του βάση ήταν η πλειονότητα των αγροτικών μαζών. Παραδομένες από αιώνες στη δεισιδαιμονία, στην αμάθεια και στη θρησκοληψία, αδυνατούσαν να δουν τις πραγματικές αιτίες για τη συνεχιζόμενη εξαθλίωσή τους, μολονότι είχε δημιουργηθεί το πολυπόθητο ελληνικό κράτος και αυτοί ήταν πολίτες του. Εύκολα δέχονταν την εξήγηση που εκπορευόταν από πολιτικούς και κυρίως εκκλησιαστικούς κύκλους πως υπεύθυνοι ήταν οι αλλόδοξοι «Φράγκοι»: Ο Όθωνας, η Αμαλία και η ακολουθία τους που δεν ήταν ορθόδοξοι, η αυξανόμενη δραστηριότητα προτεσταντικών ιεραποστολών όπως της British and Foreign Bible Society στην Αίγινα ή της Church Missionary Society στη Σύρο.
Οι «Φράγκοι» λοιπόν ευθύνονταν, στην καθυστερημένη συνείδηση αυτών των τμημάτων της κοινωνίας, για τη φτώχεια και την εξαθλίωσή τους. Άλλωστε, σύμφωνα με αυτήν τη λογική πώς να μην είναι φτωχό ένα μικρό κρατίδιο που έφτανε μέχρι τη Λαμία, πώς να μην είναι «Ψωροκώσταινα» μια μικρή έκταση άγονων εδαφών; Αν όμως απελευθερώνονταν η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Μακεδονία ή η Κρήτη, που στο συλλογικό φαντασιακό ήταν «δικά μας» εδάφη; Η ζωή όλων σίγουρα θα καλυτέρευε, προπαγάνδιζαν οι κύκλοι αυτοί και ήταν μια εύπεπτη προπαγάνδα.
Ποιος όμως εμπόδιζε να απελευθερωθούν τα «δικά μας» εδάφη; Μα, οι αλλόδοξοι «Φράγκοι» και παρουσιάζονταν «αποδείξεις» για αυτό: από το 1831 ο Μοχάμεντ Άλι της Αιγύπτου είχε στραφεί κατά του Σουλτάνου. Ο γιος του, ο Ιμπραήμ, το 1831 επιτέθηκε στους Οθωμανούς, κατέλαβε τη Συρία και στο Ικόνιο συνέτριψε τα οθωμανικά στρατεύματα που διοικούσε ο παλιός συμπολεμιστής του στο Μεσολόγγι, ο Κιουταχής. Τους συνέτριψε ξανά το 1839 στο Νεζίμπ, μολονότι στρατιωτικός σύμβουλος των Οθωμανών ήταν μια στρατιωτική ιδιοφυΐα, ο Πρώσος στρατηγός Χέλμουτ φον Μόλτκε, θείος και συνονόματος του αρχιστράτηγου των Γερμανών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρα, σύμφωνα με τα κηρύγματα αυτά, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρεε και μόνο οι «Φράγκοι» εμπόδιζαν την ελληνική εξόρμηση για την απελευθέρωση των «αλύτρωτων».
Η εκτίμηση πως η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρεε ήταν σωστή, όπως επίσης και η εκτίμηση για την τεράστια προσπάθεια της Αγγλίας και της Γαλλίας να την κρατήσουν όρθια, με κάθε τίμημα, ως φραγμό στην κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο. Η ελληνική εξόρμηση όμως που … εύκολα θα απελευθέρωνε τους αλύτρωτους βρισκόταν μόνο στην πλούσια φαντασία και στις ελπίδες απελπισμένων και καθυστερημένων μαζών, ελπίδες οι οποίες συνήθως υποδαυλίζονται από επιτήδειους. Απλώς να υπενθυμίσουμε πως οι ένοπλες δυνάμεις του ελληνικού κρατιδίου το 1839 δεν υπερέβαιναν τους 3.000 στοιχειωδώς εξοπλισμένους άντρες. Με αυτές τις δυνάμεις «και πώς θα πάρουμε την Πόλη;», για να θυμηθούμε το σατιρικό ερώτημα που διατυπώνεται στους στίχους του θρυλικού τραγουδιού «Ντιρλαντά» των Καλύμνιων σφουγγαράδων.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως η υπόθεση της Φιλορθοδόξου Εταιρείας δεν ήταν μόνο μια συνωμοσία κάποιων θρησκόληπτων ή αρχομανών ή πρακτόρων της Ρωσίας. Αυτά τα στοιχεία υφίσταντο, βρήκαν όμως έδαφος σε υπαρκτές αντιθέσεις. Η πρόταξη του αιτήματος της απελευθέρωσης των αλύτρωτων αδερφών μαρτυρά το κοινωνικό κλίμα. Δεν υπάρχει καλύτερη επιβεβαίωση αυτού του συμπεράσματος από την αντίδραση του κράτους και του ίδιου του Όθωνα: τυπικά και ουσιαστικά, επρόκειτο για συνωμοσία με σκοπό τη σύλληψη του μονάρχη. Αυτό σήμαινε εσχάτη προδοσία και επέσυρε θανατική ποινή ή – με εξάντληση της επιείκειας– οριστική εξορία. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1833, ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας είχαν καταδικαστεί αρχικά σε θάνατο με την υπόνοια και μόνο της συνωμοσίας.
Η αντίδραση των «προοδευτικών»
Τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν την αντίδραση των «εκσυγχρονιστικών» δυνάμεων που εκφράζονταν θεωρητικά από το Αγγλικό κόμμα και είχαν ως κοινωνική αιχμή τους φοιτητές του νεοιδρυθέντος (1838) Πανεπιστημίου. Τη νύκτα της 30ης προς την 31η Δεκεμβρίου 1839 άναψαν φωτιές έξω από το σπίτι του Γεώργιου Γλαράκη και συνεπικουρούμενοι από ορισμένους άλλους «σκανδαλοποιούς» -όπως τους αποκαλεί ο αρθρογράφος του φιλορωσικού «Αιώνος»- φώναζαν συνθήματα όπως «Ζήτω το Σύνταγμα» και «Κάτω ο Γλαράκης και το ρωσικό κόμμα».
Την επομένη, την Πρωτοχρονιά του 1840, οι φοιτητές αποδοκίμασαν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου που κατευθύνονταν στα ανάκτορα για να ευχηθούν στον Όθωνα. Ο «Αιών», στο φύλλο της 3ης Ιανουαρίου 1840, κατονομάζει έναν από τους «ταραξίες», που ήταν ο Σταμάτης Κρήνος, φαρμακοποιός, και εντοπίζει τους δράστες στους «Καΐρειους μαθητάς», διερωτώμενος «όταν η Ιερά Σύνοδος υβρίζεται τοιουτοτρόπως, ποία η ασφάλεια του πολίτου από τον «σαγκιλωτισμόν» (sans-culottes = οι ξεβράκωτοι, ο απλός λαός κατά την Γαλλική Επανάσταση) και τον φατριασμόν;».
«Καΐρειους μαθητάς» η εφημερίδα εννοεί τους φοιτητές που συμμερίζονταν τις απόψεις του προοδευτικού φιλόσοφου Θεόφιλου Καίρη, που εκείνη την εποχή είχε εξοριστεί στη Σκιάθο. O Σταμάτης Κρήνoς (1815-1886) ήταν από τα πιο δυναμικά στελέχη των φοιτητικών κινητοποιήσεων της περιόδου 1839-1841. Υπήρξε μία ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, αργότερα έγινε καθηγητής της Φαρμακευτικής σχολής, άφησε και σημαντικό συγγραφικό έργο.
Το Αγγλικό κόμμα, οι «Μπαρλαίοι», τόσο κατά την περίοδο της Επανάστασης όσο και στο ελεύθερο ελληνικό κράτος πολιτεύτηκε ως εκφραστής των Αγγλικών συμφερόντων και ο ηγέτης του, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, υπήρξε συνώνυμο του πολιτικού και προσωπικού αμοραλισμού. Από την άλλη πλευρά όμως οι πολιτικές του θέσεις, για ένα κράτος με Σύνταγμα και κοινοβούλιο, συγκροτούσαν μια προοδευτική για την εποχή πολιτική πρόταση και δεν ήταν τυχαίο πως συσπείρωνε το μορφωμένο τμήμα – μικρό σε αριθμό – της ελληνικής κοινωνίας.
Οι εκφράσεις στην αρθρογραφία του «Αιώνα» είναι ενδεικτικές των αντιλήψεων του Ρωσικού κόμματος. Ειδικά η ανησυχία για την απειλή από τον «σαγκιλωτισμόν», πέρα από τη θυμηδία που προκαλεί, δείχνει και την βαθιά αντιδραστική ιδεολογία του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου. Πάντα η αντίδραση και ο σκοταδισμός θεωρούν ως κύριους εχθρούς τις επαναστατικές ιδέες για την αλλαγή της κοινωνίας και φυσικά τους κοινωνικούς φορείς τους.
Καταδίκη των «συνωμοτών», υιοθέτηση των θέσεων τους
Οι πολύμηνες ανακρίσεις οδήγησαν στη σύλληψη τριών ατόμων, του Αναστάσιου Ανδρούτσου, του Κωστή Μαυρογιάννη και του Πέτρου Βάλβη. Και οι τρεις απαλλάχθηκαν στις 15 Μαΐου 1840 με βούλευμα λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Οι τρεις ηγέτες, ο Γ. Καποδίστριας, ο Ν. Ρενιέρης και ο Νικηταράς, παραπέμφθηκαν σε δίκη στις 11 Ιουλίου 1840. Το εντυπωσιακό είναι πως παραπέμφθηκαν για πλημμέλημα (!) και όχι για προδοσία. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι αθωώθηκαν ομόφωνα από τους πέντε δικαστές. Ο Όθωνας, για να μετριάσει τις εντυπώσεις, επέβαλε με διοικητική απόφαση την απέλαση του Καποδίστρια και τον περιορισμό του Νικηταρά στην Αίγινα. Ταυτόχρονα προχώρησε στην απόλυση του εισαγγελέα Γ. Τυπάλδου και την καθαίρεση των δικαστών με την κατηγορία της κακοδικίας.
Γιατί τόση επιείκεια; Αρχικά το κοινωνικό κλίμα ήταν υπέρ των «συνωμοτών». Αυτό επηρέασε τους δικαστές αλλά δε μπορούσε να το παραβλέψει και το Παλάτι, όπως και τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις: Είμαστε στα 1840, το Ανατολικό Ζήτημα βρίσκεται σε έξαρση, η κοινωνική δυσαρέσκεια στα ύψη, η πολιτική αντιπαράθεση σε παροξυσμό. Η πολεμική ανάμεσα στην «Αθηνά», το έντυπο όργανο του αγγλικού κόμματος και τον «Αιώνα», το όργανο του ρωσικού, έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Ο Όθωνας επιδίωξε να συμβιβάσει αυτές τις αντιθέσεις. Και πάλι όμως τίποτε από όλα αυτά δεν εξηγείται επαρκώς χωρίς την παραδοχή πως η υπόθεση της Φιλορθοδόξου Εταιρείας αποδεικνύει τη δυναμική ενός ρεύματος που εναντιωνόταν στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, θεωρώντας ως λύση την προάσπιση των παραδοσιακών αξιών και πρωτίστως της θρησκείας.
O στόχος αυτός, που ρίζωσε ιδιαίτερα στον αγροτικό χώρο, έγινε ιδιαίτερα εμφανής τόσο στη διαμάχη για το εκκλησιαστικό ζήτημα όσο και στις εξεγέρσεις που σημειώθηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες από την εγκαθίδρυση του ελληνικού κράτους. Το ρεύμα αυτό δεν θα μπορούσε να έχει κοινωνική, ιδεολογική και πολιτική δυναμική αν δεν έκανε σημαία του τον αλυτρωτισμό, τη «Μεγάλη Ιδέα», υποχρεώνοντας τους πολιτικούς αντιπάλους των Ναπαίων να προσαρμόσουν την πολιτική πρακτική τους.
Πιο σημαντική ίσως και από τη δικαστική ήταν λοιπόν η πολιτική αντιμετώπιση. Οι Φιλορθόδοξοι με το αλυτρωτικό κήρυγμα αλλά και με την ενεργό εμπλοκή τους σε κινήματα σε τουρκοκρατούμενες περιοχές είχαν κερδίσει τη στήριξη μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Καταδικάζοντας τη δράση τους, ο Όθωνας θα φαινόταν να προδίδει τους πόθους και τις φιλοδοξίες των υπηκόων του, οι οποίοι εκτείνονταν πολύ πέρα από τα ασθενικά σύνορα του μικρού βασιλείου. Καταδίκασε, λοιπόν, φραστικά τη «συνωμοσία», αλλά στην πράξη τα επόμενα χρόνια θα ήταν ο βασικός εκφραστής του αλυτρωτισμού. Όσο για το θρησκευτικό ζήτημα, ανέχτηκε τις ακρότητες των θρησκόληπτων και, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, τις υιοθέτησε όταν στράφηκαν κατά των πραγματικά προοδευτικών αντιλήψεων και των φορέων τους. Η περίπτωση των διώξεων μέχρι θανάτου του προοδευτικού φιλόσοφου Θεόφιλου Καΐρη είναι ενδεικτική.
Επίλογος
Με την αποκάλυψη της ύπαρξης της Φιλορθοδόξου Εταιρίας, απομακρύνθηκε από τα δημόσια αξιώματά του ο Γεώργιος Γλαράκης. Ο Γλαράκης δεν ήταν τυχαίος: ιατρός, λόγιος, φιλόσοφος και πολιτικός, εκλεγμένος πληρεξούσιος σε τρεις εθνοσυνελεύσεις, αρκετές φορές υπουργός, κρατικός λειτουργός σε πολλές θέσεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, πρωτεργάτης στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών (1837), και πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας (1849-1855).
Η «Εταιρεία» δεν έπαψε να υπάρχει, άλλη μια απόδειξη της κοινωνικής δυναμικής της. Δραστήριο μέλος της και ηγετική φυσιογνωμία της ήταν ο Κοσμάς Φλαμιάτος (1786 – 1852), ορθόδοξος μοναχός και παθιασμένος ιεροκήρυκας, από τη Σάμη Κεφαλονιάς. Μετά την δίκη της Φιλορθόδοξης Εταιρείας το 1840, ο Φλαμιάτος ξαναεμφανίζεται στην Πάτρα, συνεργάτης του ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων. Θα ανασυγκροτήσουν την Εταιρεία, το 1849 θα εκδώσουν την «Ερμηνεία των χρησμών του Αγαθαγγέλου» και τη «Φωνή ορθόδοξο».
Η αναβίωση της Φιλορθοδόξου Εταιρείας στην Πάτρα έμεινε γνωστή ως η «Καλογηρική Συνωμοσία», επηρέασε και συνδέθηκε με το κίνημα του Παπουλάκου που συντάραξε την ελληνική κοινωνία τη δεκαετία του 1850, προπαγανδίζοντας ακόμη πιο σκοταδιστικές θέσεις. Χρειάστηκε η κινητοποίηση της αστυνομίας, του στρατού και του πολεμικού ναυτικού για να αντιμετωπιστεί! Ο Όθων διέταξε να συλλάβουν τους Φλαμιάτο, Λαμπρόπουλο και 150 ακόμη «συνωμότες» με την κατηγορία ότι ήταν «μέλη της Φιλορθόδοξης Εταιρείας». Ο Φλαμιάτος όντας φυλακισμένος, πέθανε στις φυλακές του Ρίου υπό περίεργες συνθήκες.
Τυπικά με τον θάνατο του Φλαμιάτου και την καταστολή του κινήματος του Παπουλάκου κλείνει το κεφάλαιο της «Φιλορθοδόξου». Στην πραγματικότητα οι βασικοί άξονες των κηρυγμάτων της θα αποτελέσουν το υπόβαθρο της «Μεγάλης Ιδέας», τουλάχιστον στην πρώτη φάση της, και θα γίνουν ουσιαστικά η επίσημη πολιτική γραμμή της ύστερης Οθωνικής περιόδου. Κι ας μην βαφτίστηκε ποτέ «ορθόδοξος» ο Όθων…
(Ο Σπύρος Αλεξίου είναι ιστορικός και συγγραφέας)




























