Σημαντικές ανισότητες στην ποιότητα ζωής στην ΕΕ λόγω ρύπανσης και ηχορύπανσης καταγράφει η Eurostat, με την Ελλάδα να συγκαταλέγεται στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά.
Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Eurostat, το 20,5% του πληθυσμού στη χώρα μας δήλωσε ότι η ρύπανση, η βρωμιά ή άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα επηρέαζαν το νοικοκυριό του. Η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση στην ΕΕ, πίσω μόνο από τη Μάλτα (34,7%), και πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 12,2%. Στον αντίποδα, η Κροατία κατέγραψε μόλις 4,2%.
Η κατάσταση διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με τον βαθμό αστικοποίησης. Σε όλη την ΕΕ, το 17,2% των κατοίκων πόλεων ένιωσαν επηρεασμένοι από περιβαλλοντικά προβλήματα, ενώ το ποσοστό μειώνεται στο 10,5% σε πόλεις και προάστια και στο 6,8% στην ύπαιθρο. Στην Ελλάδα, ωστόσο, τα ποσοστά στην ύπαιθρο ήταν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, με μόλις 2,8% των αγροτικών νοικοκυριών να αναφέρει πρόβλημα, γεγονός που δείχνει ότι οι περιβαλλοντικές πιέσεις εντοπίζονται κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Η ηχορύπανση αποτελεί παράλληλη πρόκληση για την ποιότητα ζωής. Σε επίπεδο ΕΕ, το 18,2% των πολιτών δήλωσε ότι ο θόρυβος από γείτονες ή τον δρόμο επηρεάζει το νοικοκυριό του, μειωμένο σε σχέση με το 2010 (20,6%). Στην Ελλάδα, η απόκλιση ανάμεσα σε πόλη και ύπαιθρο είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, με τους κατοίκους των αστικών κέντρων να βιώνουν τη διαφορά σε ποσοστό 32,5 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με όσους ζουν σε αγροτικές περιοχές.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και ο κοινωνικός παράγοντας. Σε επίπεδο ΕΕ, οι πολίτες που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας δήλωσαν συχνότερα προβλήματα ρύπανσης και ηχορύπανσης σε σχέση με όσους δεν απειλούνται οικονομικά. Το 2023, η διαφορά αυτή ανήλθε σε 2,2 μονάδες για τη ρύπανση και σε 3,5 μονάδες για τον θόρυβο.
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η Ελλάδα παραμένει εκτεθειμένη σε υψηλά επίπεδα περιβαλλοντικών πιέσεων, κυρίως στις πόλεις, όπου οι κάτοικοι δηλώνουν πολύ συχνά ότι η καθημερινότητά τους επηρεάζεται από τη ρύπανση και τον θόρυβο. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που δεν αφορά μόνο την υγεία και την ευημερία, αλλά και την κοινωνική ισότητα, καθώς τα προβλήματα αυτά πλήττουν εντονότερα τους πιο ευάλωτους.




























