Ο πρόεδρος της ΤΕΡΝΑ, Γιώργος Περδικάρης, μιλώντας στο 8ο Συνέδριο Υποδομών και Μεταφορών (ITC 2025), υπογράμμισε την ανάγκη για ένα εθνικό σχέδιο υποδομών εικοσαετίας, προκειμένου να αποφευχθεί επενδυτικό κενό μετά τη λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το καλοκαίρι του 2026. Όπως ανέφερε, απαιτούνται άμεσες ενέργειες από την ελληνική πολιτεία ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια των έργων.
Ο ίδιος τόνισε ότι η ισορροπία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης, σημειώνοντας ότι το 50% του τζίρου της εταιρείας προέρχεται από ίδιες επενδύσεις, το 30% από τον ιδιωτικό τομέα και μόλις το 20% από δημόσια έργα. Η ύπαρξη ενός μίγματος έργων, όπως είπε, προσφέρει μεγαλύτερη ασφάλεια στους επενδυτές. Αναφερόμενος στο ανεκτέλεστο υπόλοιπο ύψους 17 δισ. ευρώ για τους μεγάλους ομίλους, επεσήμανε ότι, παρότι επαρκεί για τρία χρόνια, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Στο επίκεντρο βρίσκονται τρία χρηματοδοτικά εργαλεία ύψους 8 δισ. ευρώ που αναμένεται να ενεργοποιηθούν από το 2026, η αξιοποίηση των Πρότυπων Προτάσεων για κάλυψη χρηματοδοτικών κενών του Δημοσίου, καθώς και η πιθανή ανακατεύθυνση πόρων του ΕΣΠΑ σε έργα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Ο κ. Περδικάρης υπογράμμισε ότι η επιλογή των έργων πρέπει να γίνεται με βάση μελέτες κόστους-οφέλους, περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αναπτυξιακής αξίας, ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη απόδοση των δημόσιων πόρων. Σε ό,τι αφορά τους τομείς προτεραιότητας, στάθηκε στις υποδομές ύδρευσης και τη διαχείριση του νερού, επισημαίνοντας ότι η ζήτηση έχει αυξηθεί κατά 140% από το 2001 έως το 2025, ενώ τα αποθέματα έχουν περιοριστεί δραστικά.
Για τη διαχείριση απορριμμάτων τόνισε ότι, παρά την πρόοδο της τελευταίας πενταετίας, έργα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη παραμένουν «παγωμένα», εμποδίζοντας την επίτευξη του στόχου περιορισμού της ταφής απορριμμάτων στο 10% μέχρι το 2030. Επιπλέον, έθεσε ως προτεραιότητες την προσαρμογή των υποδομών στην κλιματική αλλαγή, την ενίσχυση της παραγωγικότητας των κατασκευαστικών εταιρειών μέσω επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό, καθώς και την ψηφιοποίηση των λειτουργιών τους, τονίζοντας ότι η περίοδος αποεπένδυσης έχει αφήσει σημαντικά κενά στην ανταγωνιστικότητα του κλάδου.




























