Κέρδη μετά από φόρους ύψους 701 εκατ. ευρώ κατέγραψε ο Όμιλος της Εθνικής Τράπεζας το πρώτο εξάμηνο του 2025, διατηρώντας ουσιαστικά σταθερή την επίδοση σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Η κερδοφορία επετεύχθη παρά τις πιέσεις από τα μειωμένα επιτόκια, αντανακλώντας την ανθεκτικότητα των βασικών εσόδων και την αποτελεσματική διαχείριση κόστους.
Η απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) διαμορφώθηκε στο 16,3% σε συγκρίσιμη βάση, ξεπερνώντας τον αρχικό στόχο για το έτος (>13%) και οδηγώντας σε αναθεώρησή του προς τα πάνω, σε επίπεδα άνω του 15%. Τα κέρδη ανά μετοχή αυξήθηκαν σε 1,432 ευρώ, έναντι επικαιροποιημένου στόχου ~1,4 ευρώ για το σύνολο του 2025.
Η Τράπεζα ενίσχυσε περαιτέρω το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο έφτασε τα 34,4 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 12% σε ετήσια βάση και 1,5 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους. Οι εκταμιεύσεις δανείων άγγιξαν τα 4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 2 δισ. ευρώ αφορούσαν την Εταιρική Τραπεζική. Οι τομείς που στηρίχθηκαν περιλαμβάνουν την ενέργεια, τη ναυτιλία, τον τουρισμό και τις μεταφορές. Παράλληλα, τα δάνεια Λιανικής Τραπεζικής αυξήθηκαν κατά 2% ετησίως.
Το κόστος πιστωτικού κινδύνου μειώθηκε σε 43 μονάδες βάσης, ευνοούμενο από τη χαμηλή ροή νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ), τα οποία διαμορφώθηκαν στα 0,9 δισ. ευρώ, με δείκτη ΜΕΑ στο 2,5%. Οι δείκτες κάλυψης ΜΕΑ και συνολικής ποιότητας χαρτοφυλακίου παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα.
Σε επίπεδο Ισολογισμού, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 1,2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 59,2 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2025, με το 80% αυτών να αποτελείται από λογαριασμούς όψεως και ταμιευτηρίου. Η ρευστότητα διατηρήθηκε ισχυρή, με δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) στο 248% και δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο 63%.
Η κεφαλαιακή επάρκεια ενισχύθηκε, με τον δείκτη CET1 να διαμορφώνεται στο 18,9% και τον συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 21,7%. Ο δείκτης MREL του Ομίλου ανήλθε στο 28,4%, υπερβαίνοντας τον στόχο του 26,8%.
Σε λειτουργικό επίπεδο, η Τράπεζα συνεχίζει τον ψηφιακό της μετασχηματισμό, επενδύοντας στην αναβάθμιση του core banking system (με προγραμματισμένη ολοκλήρωση το Α’ τρίμηνο 2026), στη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, και στην ανάπτυξη νέων εργαλείων ψηφιακής εξυπηρέτησης, όπως το Live Banking και η εφαρμογή Next. Οι ενεργοί χρήστες των ψηφιακών καναλιών ξεπέρασαν τα 3,2 εκατ., ενώ οι ψηφιακές πωλήσεις υπερέβησαν τα 2 εκατ. τεμάχια.
Η Εθνική Τράπεζα σχεδιάζει τη διανομή ενδιάμεσου μερίσματος στο Δ’ τρίμηνο 2025, ίσου με το ένα τρίτο της ετήσιας διανομής, υπό την αίρεση των σχετικών εγκρίσεων.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς ανέφερε τα εξής: «Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να κινείται σε τροχιά ανάπτυξης, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων, με τους βασικούς δείκτες οικονομικής συγκυρίας να υποδηλώνουν διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής.
Οι ευνοϊκές τάσεις στην αγορά εργασίας στηρίζουν το διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση των νοικοκυριών, ενώ η επιχειρηματική δραστηριότητα παραμένει ισχυρή. Δεδομένου ότι οι δημοσιονομικές και νομισματικές συνθήκες παρέχουν όλο και μεγαλύτερη στήριξη και οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αναμένεται να κερδίσουν έδαφος το Β’ εξάμηνο 2025 και το 2026, η Ελλάδα είναι πλέον σε θέση να εδραιώσει τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη της και να μεταβεί προς ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα βασίζεται περισσότερο στις επενδύσεις και την καινοτομία. Επιπλέον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η συνεχιζόμενη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων και τη βελτίωση του πιστωτικού περιβάλλοντος αναμένεται ότι θα ενισχύσουν περαιτέρω την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα.
Αξιοποιώντας την ευνοϊκή μακροοικονομική συγκυρία της Ελλάδας και τη συνετή στρατηγική μας διαχείρισης Ενεργητικού / Παθητικού, καταγράψαμε ισχυρά αποτελέσματα κατά το Α’ εξάμηνο 2025, τα οποία μας επέτρεψαν να αναθεωρήσουμε προς τα πάνω αρκετούς βασικούς δείκτες απόδοσης από τις εκτιμήσεις μας για το 2025. Ειδικότερα, η ανθεκτικότητα των εσόδων απορρόφησε τον αντίκτυπο των χαμηλότερων επιτοκίων, με αιχμή του δόρατος την ισχυρή αύξηση των δανείων, ειδικότερα όσον αφορά στις επιχειρήσεις, καθώς και τα ισχυρά έσοδα από προμήθειες.
Ως αποτέλεσμα, τα κέρδη μετά από φόρους παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το Α’ εξάμηνο 2024 στα €0,7 δισ., με το δείκτη απόδοσης ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (RoTE) να διαμορφώνεται στο 16,3% έναντι στόχου >13% για το 2025, ο οποίος αναθεωρήθηκε σε >15%. Τα εντυπωσιακά αυτά αποτελέσματα για το πρώτο εξάμηνο θέτουν ισχυρά θεμέλια για τη δημιουργία αξίας στο μέλλον. Τα κεφαλαιακά μας αποθέματα --κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα της Εθνικής Τράπεζας-- διατήρησαν την ανοδική τους τάση λόγω της ισχυρής κερδοφορίας. Ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 18,9%, σημειώνοντας αύξηση κατά ~60 μ.β. από την αρχή του έτους, παρέχοντας μοναδική στρατηγική ευελιξία όσον αφορά την οργανική ανάπτυξη, τη δυνατότητα αξιοποίησης ευκαιριών που προσδίδουν αξία, καθώς και τη διανομή κεφαλαίου στους μετόχους μας.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρόθεσή μας είναι να διανείμουμε ενδιάμεσο μέρισμα το Δ’ τρίμηνο 2025. Με το βλέμμα στραμμένο στο Β’ εξάμηνο 2025 και μετέπειτα, παραμένουμε σταθερά προσηλωμένοι στην υλοποίηση επενδύσεων στην τεχνολογία και το ανθρώπινο κεφάλαιο ως καθοριστικούς παράγοντες μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και δημιουργίας αξίας, ενισχύοντας τις ψηφιακές μας δυνατότητες και παρέχοντας αναβαθμισμένη εμπειρία που ανταποκρίνεται στις εξελισσόμενες ανάγκες των πελατών μας. Με τον ισχυρό Ισολογισμό και τη σαφή στρατηγική μας, είμαστε σε θέση να προσδώσουμε αυξανόμενη αξία στους μετόχους μας, συμβάλλοντας παράλληλα με τρόπο ουσιαστικό στον οικονομικό και διαρθρωτικό μετασχηματισμό της χώρας».






























