Είναι αλήθεια πως η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απαγορεύσει την πώληση νέων αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035, αποτέλεσε σημείο καμπής για την αυτοκινητοβιομηχανία, σηματοδοτώντας το τέλος μιας ολόκληρης εποχής.
Ωστόσο, να τονίσουμε εδώ πως τους τελευταίους μήνες, εντάθηκαν οι φήμες περί πιθανής αναθεώρησης ή ακόμη και χαλάρωσης του μέτρου, υπό την πίεση τόσο των βιομηχανιών όσο και των κυβερνήσεων που ανησυχούν για τις κοινωνικοοικονομικές συνέπειες της μετάβασης.
Σε επίπεδο κρατών τώρα, η Γερμανία και η Ιταλία βρίσκονται στο επίκεντρο των αντιδράσεων, ζητώντας εξαιρέσεις για τα συνθετικά καύσιμα (e-fuels), ενώ χώρες της Ανατολικής Ευρώπης επισημαίνουν ότι η βίαιη στροφή προς την ηλεκτροκίνηση ενδέχεται να αφήσει πίσω σημαντικό μέρος της παραγωγικής τους βάσης. Παράλληλα, αρκετές αυτοκινητοβιομηχανίες προειδοποιούν ότι το κόστος ανάπτυξης και οι καθυστερήσεις στην εγκατάσταση υποδομών φόρτισης απειλούν να δημιουργήσουν κενά στην αγορά και να πλήξουν την ανταγωνιστικότητα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει τις δυσκολίες, όμως μέχρι σήμερα δεν έχει ανοίξει επίσημα τη διαδικασία επανεξέτασης. Αντίθετα, επιμένει πως ο στόχος του 2035 παραμένει ενεργός και αναγκαίος για την επίτευξη των δεσμεύσεων της Ε.Ε. σχετικά με την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Οι συζητήσεις που γίνονται κινούνται κυρίως γύρω από τεχνικές διευκρινίσεις, όπως η χρήση e-fuels σε περιορισμένη κλίμακα και η προσαρμογή των κανόνων για ειδικές κατηγορίες οχημάτων.
Που βρισκόμαστε όμως πραγματικά σήμερα; Σε αυτή τη φάση λοιπόν, η φημολογία για μια γενική αναθεώρηση φαίνεται όπως όλα δείχνουν να ξεπερνά την πραγματικότητα. Η πολιτική βούληση για το «τέλος των θερμικών» παραμένει ακόμη ισχυρή, έστω κι αν το χρονοδιάγραμμα δοκιμάζεται από την ίδια την οικονομική και τεχνολογική πραγματικότητα.
Όπως έγινε γνωστό, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, αναμένεται να συζητήσει στις 12 Σεπτεμβρίου με εκπροσώπους της αυτοκινητοβιομηχανίας, προκειμένου να εξετάσουν την “βιώσιμη” μελλοντική στρατηγική. Το δύσκολο οικονομικό και γεωπολιτικό πλαίσιο, με την αυξημένη παρουσία των κινεζικών κατασκευαστών ηλεκτρικών και τους εμπορικούς δασμούς-φραγμούς των ΗΠΑ, δεν αποτελεί τον καλύτερο σύμμαχο σε αυτή την κατεύθυνση.
Από την άλλη, παρά την εμφάνιση πολλών νέων ηλεκτρικών μοντέλων στις ευρωπαϊκές αγορές το τελευταίο διάστημα, το μερίδιο αγοράς τους με το ζόρι προσεγγίζει το 15%. Γεγονός είναι πως οι κατασκευαστές εξακολουθούν να εξαρτώνται οικονομικά από τα θερμικά μοντέλα, ιδίως τα SUV και δη τα premium, τα οποία κατά κοινή ομολογία αποφέρουν υψηλά περιθώρια κέρδους.
Το βέβαιο είναι ότι οι μήνες που έρχονται θα είναι καθοριστικοί. Στην περίπτωση δηλαδή που οι πιέσεις συνεχιστούν και η ηλεκτροκίνηση δεν επιταχύνει με τον ρυθμό που απαιτείται, η Ευρώπη ίσως αναγκαστεί να προσαρμόσει εκ νέου το σχετικό πλαίσιο και να πάρει πίσω τα συμφωνηθέντα. Μέχρι τότε όμως, το 2035 εξακολουθεί να αποτελεί τον κομβικό ορίζοντα για την αυτοκίνηση της επόμενης ημέρας.
Προσωπικά, θεωρώ απίθανο να μην επέλθει αναθεώρηση του παραπάνω πλαισίου απαγόρευσης, μιας και οι οικονομικές συνθήκες στην Ευρώπη δεν είναι και οι καλύτερες δυνατές, πόσο μάλλον οι ελλιπείς υποδομές, κυρίως στο νότιο τμήμα της.
Τα αυτοκίνητα με θερμική «καρδιά», κατά την ταπεινή μου γνώμη δύσκολα θα παραδώσουν εν λευκό την σκυτάλη, όσο δηλαδή υπάρχει ακόμη το «θολό τοπίο» γύρω από το ρεύμα και την... αμφισβητήσιμη αποδοχή του και φυσικά, έως ότου λυθούν τα «δομικά» προβλήματα του υδρογόνου (π.χ. η δύσκολη αποθήκευση), που ακούγεται όλο και συχνότερα τελευταία. Το σίγουρο είναι, πως διανύουμε μια άκρως μεταβατική περίοδο στο χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο χρόνος θα αποδείξει προς τα που θα γείρει τελικά η πλάστιγγα.






























