Με το σχέδιο νόμου του ΥΠΕΚΑ που τίθεται σε δημόσια διαβούλευση επιδιώκεται να εξαλειφθούν οι παθογένειες του συστήματος είσπραξης των τελών από τα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία της χώρας, που έχουν διαπιστωθεί από μακρού χρόνου και η αλλαγή του τρόπου είσπραξης των τελών στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού των διαδικασιών. Τα βασικά στοιχεία της υπό κρίση ρύθμισης συνοψίζονται στα εξής:
α) Επαναθεσμοθετείται το τέλος που καταβάλλεται από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα για την εγγραφή πράξεων στα βιβλία που τηρούνται στα Υποθηκοφυλακεία.
β) Το τέλος οφείλεται και αποδίδεται αποκλειστικά στο Δημόσιο και καταβάλλεται άμεσα μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων και με την εφαρμογή σύγχρονων ηλεκτρονικών τρόπων καταβολής. Ομοίως ηλεκτρονικά καταχωρείται και η σχετική αίτηση προς την οποία η καταβολή του τέλους αντιστοιχίζεται.
γ) Θεσμοθετείται η υποχρέωση του Δημοσίου να καταβάλει στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και την ΕΚΧΑ Α.Ε., συγκεκριμένου ύψους ποσά, υπολογιζόμενα επί των τελών που εισπράχθηκαν για την εγγραφή πράξεων και την έκδοση πιστοποιητικών και αντιγράφων σε κάθε Υποθηκοφυλακείο.
δ) Επαναθεσμοθετείται η αμοιβή των αμίσθων υποθηκοφυλάκων κατά τρόπο δημοσιονομικά ουδέτερο σε σχέση με τα ισχύοντα, την οποία όμως δεν καταβάλλει ο αιτών την εγγραφή ή την έκδοση πιστοποιητικού ή αντιγράφου, αλλά το Δημόσιο στο πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα και με βάση τα καταβληθέντα τέλη κατά τον προηγούμενο μήνα για την εγγραφή πράξεων ή την έκδοση πιστοποιητικών και αντιγράφων, από το οικείο άμισθο Υποθηκοφυλακείο.
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αναμένεται να συμβάλουν :
α) Στην απλοποίηση των διαδικασιών είσπραξης των τελών για τον πολίτη αφού αυτή θα διενεργείται μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων.
β) Στην άμεση και χωρίς καθυστέρηση είσπραξη των καταβαλλόμενων τελών από το Δημόσιο.
γ) Στην διασφάλιση της καταβολής των νομίμων τελών για κάθε πράξη εγγραφής και κάθε πιστοποιητικό ή αντίγραφο.
δ) Στην διασφάλιση του ενιαίου της εφαρμογής των διατάξεων, αφ’ ενός μεν επειδή το θεσμικό πλαίσιο απλοποιείται, αφετέρου δε διότι η εφαρμογή τους και το μεγαλύτερο μέρος τους θα γίνεται ηλεκτρονικά και κατά ενιαίο τρόπο.
Συγκεκριμένα η διαδικασία έως σήμερα έχει ως εξής :
α) Ο πολίτης καταβάλλει, ανάλογα με την εγγραφή που ζητά να καταχωριστεί στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου, τέλη, πάγια και αναλογικά προς το Δημόσιο, πάγια και αναλογικά τέλη προς το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., και πάγια και αναλογικά προς την εταιρία «Εθνικό Κτηματολόγιο και Κτηματογράφηση Α.Ε.», ενώ περαιτέρω, προκειμένου περί εγγραφής πράξεων στη περιφέρεια αμίσθου Υποθηκοφυλακείου, καταβάλλει τα «δικαιώματα» του άμισθου υποθηκοφύλακα προσδιοριζόμενα σε ποσοστό ή ποσό επί των παγίων και αναλογικών τελών καθώς και ΦΠΑ 23% επί των «δικαιωμάτων» αυτών. Οι αιτήσεις για την εγγραφή πράξεων και την έκδοση πιστοποιητικών και αντιγράφων καταχωρούνται σε σχετικό βιβλίο που τηρείται σε κάθε Υποθηκοφυλακείο χειρόγραφα.
β) Αρμόδιος να προσδιορίσει το ύψος των καταβλητέων συνολικά τελών και «δικαιωμάτων» είναι ο υποθηκοφύλακας ο οποίος τα υπολογίζει, τα εισπράττει και ακολούθως «διαμοιράζει» τα καταβληθέντα τέλη, υπέρ Δημοσίου ή τρίτων, «παρακρατώντας», προκειμένου περί αμίσθων, τα υπέρ αυτού καταβληθέντα «δικαιώματα», καθιστάμενος κατ΄ αυτό τον τρόπο δημόσιος υπόλογος κατά τις διατάξεις του Κώδικα περί Δημοσίου Λογιστικού αλλά και του Συντάγματος.
γ) Αρμόδιος να ελέγξει την ορθότητα της είσπραξης και τη νομιμότητα της «εκκαθάρισης» των εισπραττομένων τελών, είναι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών Διοικητικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην οποία διαβιβάζονται ανά τρίμηνο οι «εκκαθαρίσεις» των αμίσθων υποθηκοφυλάκων και ο κατά τόπο αρμόδιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών .
Η, κατά τα ανωτέρω, διαδικασία παρουσιάζει τις ακόλουθες θεμελιώδεις αδυναμίες:
1) Δεν επιτρέπει τον ευχερή έλεγχο υποβληθεισών αιτήσεων και την αντιστοιχία τους με τα καταβληθέντα τέλη.
2) Δεν επιτρέπει την ενιαία εφαρμογή των διατάξεων, ως προς τον προσδιορισμό των τελών και
3) Δεν επιτρέπει τον έλεγχο της ορθότητας της «εκκαθαρίσεως» των εισπραττομένων τελών από τα όργανα ελέγχου.
Ουσιώδης παράγοντας επιτάσεως των αδυναμιών που εκτέθηκαν είναι και ο μεγάλος αριθμός των αμίσθων Υποθηκοφυλακείων. Πράγματι :Αν και το ν.δ. της 15 Οκτωβρίου 1923 « περί εμμίσθων υποθηκοφυλακείων » όρισε ότι στις πόλεις που είναι πρωτεύουσες νομών, δύναται να συσταθούν έμμισθα υποθηκοφυλακεία ( α΄ τάξης στις πόλεις άνω των 100.000 κατοίκων, β΄ τάξης στα υπόλοιπα), υποδεικνύοντας έκτοτε τον ορθό τρόπο οργανώσεως της δημόσιας αυτής υπηρεσίας κατά τον οποίο άμισθα υποθηκοφυλακεία έπρεπε να διατηρηθούν εκεί που οι εγγραπτέες πράξεις είναι ευάριθμες και συνεπώς τα εισπραττόμενα τέλη δεν επαρκούν να συντηρήσουν το κόστος έμμισθου Υποθηκοφυλακείου, η Πολιτεία κινήθηκε στον αντίποδα των κατευθύνσεων αυτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία το έτος 1930 ήταν 18, περισσότερα δηλαδή από όσα σήμερα λειτουργούν. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι την ίδρυση του εμμίσθου υποθηκοφυλακείου Αθηνών ακολούθησε κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 η απότμηση χωρικής αρμοδιότητας και η ίδρυση 18 αμίσθων υποθηκοφυλακείων (με πρώτα αυτά του Χαλανδρίου και του Αμαρουσίου) με αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, την επιβάρυνση των πολιτών, οι οποίοι υποχρεούνται σε αναζήτηση πιστοποιητικών από δύο ή και περισσότερα Υποθηκοφυλακεία. Τα έμμισθα και άμισθα υποθηκοφυλακεία της χώρας είναι συνολικά 393 από τα οποία 17 έμμισθα υποθηκοφυλακεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα κτηματολογικά γραφεία Ρόδου και Κω-Λέρου, 238 ειδικά άμισθα και 138 μη ειδικά άμισθα υποθηκοφυλακεία. Το προσωπικό των έμμισθων υποθηκοφυλακείων ανέρχεται σήμερα σε 262 υπαλλήλους, ενώ το προσωπικό των άμισθων υποθηκοφυλακείων σε 760.
Οι παθογένειες του συστήματος είσπραξης των τελών από τα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία έχουν διαπιστωθεί από μακρού χρόνου. Στο πλαίσιο εφαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών τις οποίες έχει δεσμευτεί η Χώρα να προωθήσει με το Οικονομικό της Πρόγραμμα και ειδικότερα στην αναθεώρηση του MoU Ιουλίου 2013 (δράση 5.2.1.9.v) προβλέφθηκε η αλλαγή του τρόπου είσπραξης των τελών.
H δέσμευση έχει επαναληφθεί στην αναθεώρηση του MoU του Απριλίου 2014( δράση 5.1.3.1.i).
Στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού, γενικότερα, της διαδικασίας καταβολής διαφόρων τελών προw το Δημόσιο, η οποία έχει αρχίσει ήδη να εφαρμόζεται (e-παράβολο) μέσω ψηφιακών εφαρμογών στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, επιλέχθηκε η καταβολή των τελών για την εγγραφή πράξεων και την έκδοση πιστοποιητικών και αντιγράφων από τα υποθηκοφυλακεία να διενεργείται πλέον ηλεκτρονικά μέσω ειδικής ψηφιακής πλατφόρμας που αναπτύσσεται στη Γ.Γ.Π.Σ.
Ωστόσο η μετάβαση από το ισχύον σύστημα στο νέο, απαιτούσε επανέλεγχο του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου προκειμένου να αποτυπωθούν κατά τρόπο σαφή και ελέγξιμο τα καταβλητέα τέλη και να θεσπισθεί με κανόνες δικαίου η νέα διαδικασία και ο τρόπος καταβολής των τελών. Περαιτέρω, να επαναθεσπισθούν κατά τρόπο δημοσιονομικά ουδέτερο, οι αποδόσεις του Δημοσίου προς το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και την ΕΚΧΑ Α.Ε., καθώς και η αμοιβή των άμισθων υποθηκοφυλάκων.
Με το νέο σύστημα:
α) Απλοποιείται η διαδικασία είσπραξης των τελών για τον πολίτη αφού αυτή θα διενεργείται μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων.
β) Περιέχονται άμεσα και χωρίς καθυστέρηση τα καταβαλλόμενα τέλη στο Δημόσιο.
γ) Διασφαλίζεται η καταβολή των νομίμων τελών για κάθε πράξη εγγραφής και κάθε πιστοποιητικό ή αντίγραφο.
δ) Διασφαλίζεται το ενιαίο εφαρμογής των διατάξεων, αφ’ ενός μεν επειδή το θεσμικό πλαίσιο απλοποιείται, αφετέρου δε διότι η εφαρμογή τους κατά το μεγαλύτερο μέρος τους θα γίνεται ηλεκτρονικά και κατά ενιαίο τρόπο.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις:
Δεν θίγεται η θεσμική κατάσταση των αμίσθων υποθηκοφυλάκων ως αμίσθων δημοσίων λειτουργών. Η καταβολή της αμοιβής τους από το Δημόσιο δεν τους μετατρέπει σε «έμμισθους» αφού η αμοιβή τους συνεχίζει να προσδιορίζεται αναλογικά, με βάση τις πράξεις που διενεργούνται στο οικείο υποθηκοφυλακείο και τα αντίγραφα και πιστοποιητικά που εκδίδονται από αυτό, όπως και σήμερα.
Δεν θίγεται η φορολογική κατάσταση των αμίσθων υποθηκοφυλάκων ως «ελεύθερων επαγγελματιών», οι οποίοι τηρούν φορολογικά στοιχεία Β΄ κατηγορίας(βιβλία εσόδων-εξόδων).Το Δημόσιο κατά την καταβολή της αμοιβής κάθε μήνα (καθώς και κατά την εκκαθάριση αυτής, προσωρινής ή οριστικής, κάθε τρίμηνο ή κάθε έτος , όπως θα προβλέπει η κυα που θα εκδοθεί κατ’εξουσιοδότηση του άρθρου 9 του σχεδίου νόμου), θα καταβάλλει στον άμισθο υποθηκοφύλακα ΦΠΑ , με αντίστοιχη υποχρέωση αυτού να τον αποδώσει στο Δημόσιο συμψηφίζοντας τον ΦΠΑ που ο ίδιος κατέβαλλε για την αγορά αγαθών και την λήψη υπηρεσιών, αναγκαίων για την λειτουργία του άμισθου υποθηκοφυλακείου, όπως προβλέπουν οι κείμενες φορολογικές διατάξεις.
Δεν θίγεται η οικονομική κατάσταση των αμίσθων Υποθηκοφυλάκων, αφού ο προσδιορισμός της αμοιβής με τις προτεινόμενες διατάξεις διενεργείται στο ύψος που και οι μέχρι σήμερα ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν.
Καθίσταται εφικτή μετά από βραχύ χρονικό διάστημα εφαρμογής του νέου θεσμικού πλαισίου και λειτουργίας του ηλεκτρονικού συστήματος (της « ηλεκτρονικής πλατφόρμας» της ΓΓΠΣ)η εκτίμηση της ανταποδοτικότητας των θεσπιζόμενων τελών (τα οποία κατά βάση διατηρούνται με τις νέες ρυθμίσεις στο ίδιο ύψος), καθώς και της αναλογικότητας της αμοιβής των αμίσθων υποθηκοφυλάκων , η οποία ομοίως διατηρείται στο ίδιο ύψος που προβλέπεται και σήμερα. Αναλογικότητα μη ελέγξιμη σήμερα, τούτο όπως προεκτέθηκε ούτε σαφής εικόνα υπάρχει, ούτε ουσιαστικός έλεγχος των υποβαλλόμενων οικονομικών στοιχείων διενεργείται.
Καθίσταται εφικτή μετά την άμεση και συνολική για ολόκληρη τη χώρα ηλεκτρονική αποτύπωση των πράξεων που εγγράφονται και των πιστοποιητικών και αντιγράφων που εκδίδονται καθώς και των εσόδων από τα τέλη, η επανεκτίμηση της σημερινής χωροταξικής κατάστασης των υποθηκοφυλακείων και η επαναχάραξη λειτουργικής και αποδοτικής πολιτικής στον τομέα αυτό.