Στο τέλος της χτεσινής συνέντευξής του στον Νίκο Χατζηνικολάου στον ΑΝΤ1 ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε μια εκτενή αναφορά στον Νίκο Ανδρουλάκη. Μια αναφορά που δεν είναι συνηθισμένη για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα.
Συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός είπε: «Ο κ. Ανδρουλάκης, τον σέβομαι και τον τιμώ, είναι αρχηγός της αντιπολίτευσης. Μπορεί να έγινε το ΠΑΣΟΚ αξιωματική αντιπολίτευση από καραμπόλα, αλλά είναι θεσμικά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης».
Ο Μητσοτάκης προσέθεσε ότι με βάση τις δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ είναι το μεγαλύτερο κεντροαριστερό κόμμα και «αυτό είναι, θα έλεγα, ο σημαντικότερος αντίπαλός μου, αλλά και ένα κόμμα με το οποίο εγώ έχω προσπαθήσει (και το έκανα και στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης) να μπορώ τουλάχιστον να ρίξω κάποιες γέφυρες συνεννόησης σε ορισμένα ζητήματα στα οποία μπορούμε να βρούμε έναν κοινό βηματισμό. Παραδείγματος χάρη, το Εθνικό Απολυτήριο, το οποίο ξέρω ότι απασχολεί πάρα πολλές οικογένειες που έχουν σήμερα παιδιά στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο. Άρα, εγώ θα επιδιώκω, με αυτούς οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν, τουλάχιστον έναν στοιχειώδη κώδικα επικοινωνίας. Μπορεί να μην συμφωνούμε σε όλα, να συμφωνήσουμε τουλάχιστον σε κάποια».
Αντίπαλος και δυνάμει σύμμαχος
Το ασυνήθιστο της αναφοράς Μητσοτάκη δεν έγκειται μόνο στο θετικό τόνο με τον οποίο μίλησε για τον Νίκο Ανδρουλάκη ή στο ότι «αναγνώρισε» ως βασικό αντίπαλό του τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και όχι τον Αλέξη Τσίπρα. Το βασικό είναι ότι ο Μητσοτάκης αντιμετώπισε τον Ανδρουλάκη τόσο ως αντίπαλο όσο και ως δυνάμει σύμμαχο. Δεν είναι συνηθισμένο στην ελληνική πολιτική ζωή ο πρωθυπουργός να μην επιτίθεται στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά να δηλώνει ότι αναζητεί πεδία συναίνεσης μαζί του, σημειώνοντας μάλιστα ότι έχουν μεταξύ τους ένα στοιχειώδη κώδικα επικοινωνίας. Η στάση Μητσοτάκη βρίσκεται στους αντίποδες της παραδοσιακής τακτικής των κομμάτων εξουσίας που επιχειρούν να πολώσουν τα πολιτικά πράγματα για να αυξήσουν τη συσπείρωση των οπαδών τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι όσα είπε στον ΑΝΤ1 ο πρωθυπουργός έρχονται σε συνέχεια ανάλογων δηλώσεών του στη ΔΕΘ. Επομένως, έχουμε να κάνουμε με μια σαφώς χαραγμένη στρατηγική.
Η δημοσκόπηση
Η δημοσκόπηση της Pulse που παρουσίασε χτες ο Σκάι, έδειξε ότι ο κομματικός συσχετισμός διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπου που ανοίγει το πεδίο για «ασυνήθιστες» τακτικές όπως αυτή του Μητσοτάκη απέναντι στον Ανδρουλάκη. Η Pulse δίνει 24% στη ΝΔ, 11,5% στο ΠΑΣΟΚ και 8,5% στην Πλεύση Ελευθερίας. Τα δύο πρώτα κόμματα δεν παρουσιάζουν αξιοσημείωτες αλλαγές στα ποσοστά τους σε σχέση με τη μέτρηση που έκανε η εταιρία τον Ιούλιο. Η δημοσκόπηση έδειξε λοιπόν ότι οι παροχές της ΔΕΘ δεν επέφεραν αλλαγές στο συσχετισμό δυνάμεων των κομμάτων -όπως άλλωστε έδειξαν και όλες οι δημοσκοπήσεις που έχουν δει μέχρι τώρα το φως της δημοσιότητας. Παράλληλα, η μέτρηση οδηγεί στην εκτίμηση ότι με το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων, στη Νέα Δημοκρατία δεν θα αρκέσει η συνεργασία με ένα μικρό κόμμα για να διαμορφώσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία - η αυτοδυναμία έτσι κι αλλιώς είναι άπιαστο όνειρο.
Η σκοπιμότητα
Δεδομένου του υφιστάμενου συσχετισμού, η επίθεση φιλίας Μητσοτάκη στον Ανδρουλάκη αποσκοπεί στο να αρχίζει να προετοιμάζει το έδαφος για να μην είναι εκτός πραγματικότητας ένας μελλοντικός διάλογος για κυβερνητική συνεργασία μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Ταυτόχρονα, η τακτική Μητσοτάκη δημιουργεί αντανακλαστικά πίεση από τα αριστερά στον Ανδρουλάκη, ο οποίος θα καλείται στο εξής να διαψεύδει το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη ΝΔ. Από τη σκοπιά του Μαξίμου, η επίθεση φιλίας στο ΠΑΣΟΚ μοιάζει να είναι διπλά αποδοτική. Πιέζει σήμερα την αξιωματική αντιπολίτευση και ανοίγει το δρόμο για μια εναλλακτική διέξοδο αύριο -αν χρειαστεί.Ακριβώς για να αποσυμπιέσει την πίεση από την επίθεση φιλίας Μητσοτάκη, ο Νίκος Ανδρουλάκης μιλώντας σήμερα στον Νίκο Χατζηνικολάου στον Real, σήκωσε τους τόνους: «Δεν υπάρχει σενάριο να επιτρέψουμε να συνεχιστεί η σημερινή πολιτική που είναι χάδι στους ολιγάρχες, χάδι στα συμφέροντα ενώ η μεσαία τάξη και οι πιο αδύναμοι Έλληνες βλέπουν τη ζωή τους να χειροτερεύει».
Το σενάριο
Στο πλαίσιο της συζήτησης για τις κυβερνητικές συνεργασίες που έχει ανοίξει πια για τα καλά, εντάσσεται και το σενάριο για κυβέρνηση συνεργασίας των δύο κομμάτων με πρωθυπουργό τεχνοκράτη που δεν ανήκει σε κανένα από τα δύο κόμματα. Μια τέτοια κυβέρνηση που θα είναι εκ των πραγμάτων μεταβατική, έχει ορισμένα σημαντικά πλεονέκτημα για τους εμπλεκόμενους: Αποτρέπει το ενδεχόμενο «ακυβερνησίας», σηματοδοτεί την αλλαγή χωρίς να θίγει το σύστημα εξουσίας και δίνει την ευκαιρία για μια δεύτερη ευκαιρία στα ενδιαφερόμενα μέρη σε σχετικά σύντομο διάστημα.Βεβαίως, σωστά λέγεται ότι όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια τα βλέπει ο Θεός και γελάει. Στην πολιτική πρέπει να αντικαταστήσουμε το Θεό με ο λαό, από τη βούληση του οποίου πάντοτε κρίνονται σχέδια και σενάρια.































