«Η κυβέρνηση είναι ισχυρή και παραμένουμε πλήρως προσηλωμένοι στο μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα τα πηγαίνει αρκετά καλά».
Όπως είπε, «έχουμε καταφέρει κάτι που φαίνεται ότι είναι περίπλοκο για τα περισσότερα κράτη μέλη, και αυτό είναι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, όμως, και μια σταθερή προσήλωση στη δημοσιονομική υπευθυνότητα με σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα συνεχίσουν να συμβάλλουν στη μείωση του λόγου χρέους προς το ΑΕΠ».
«Αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι για να διατηρήσουμε αυτούς τους βιώσιμους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, πρέπει να επικεντρωθούμε ακόμη περισσότερο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτή ήταν η εντολή που έλαβε η κυβέρνηση πριν από εννέα μήνες και όπως βλέπετε, συνεχίζουμε με τη μέγιστη ταχύτητα, ανεξάρτητα από τον εκλογικό κύκλο, να εφαρμόζουμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις», πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης φέρνοντας ως παράδειγμα και το νέο δικαστικό χάρτη που είναι «ίσως η πιο σημαντική μεταρρύθμιση που έχει γίνει ποτέ στο δικαστικό μας σύστημα».
Από την πλευρά του ο κ. Τζεντιλόνι δήλωσε «αρκετά αισιόδοξος για την ευρωπαϊκή οικονομία αν και ο βηματισμός με τον οποίο εισήλθε στο 2024 είναι πολύ αδύναμος» και εξέφρασε την ελπίδα «να έχουμε επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας στο δεύτερο μισό του έτους και ίσως το 2025 να είμαστε σε καλύτερη κατάσταση».
Ο επίτροπος Οικονομίας τόνισε πάντως ότι «το σενάριο για την Ελλάδα είναι διαφορετικό», καθώς «έχουμε έναν μέσο όρο ανάπτυξης στην Ευρώπη στο 0% και κάτι, ενώ στην Ελλάδα έναν μέσο όρο ανάπτυξης 2% και κάτι, γεγονός που κάνει τη διαφορά».
Υπογράμμισε εξάλλου ότι ο «προσωπικός ρόλος» του Έλληνα πρωθυπουργού «είναι πολύ σημαντικός αυτή τη στιγμή για το μέλλον της Ένωσης» σημειώνοντας ότι βρισκόμαστε «σε μια στιγμή αλλαγής του πολιτικού κύκλου, κοντά στις εκλογές και το ότι έχουμε να διηγηθούμε ένα success story είναι πολύ σημαντικό και για το μέλλον της Ευρώπης».