Ινστιτούτο ΕΝΑ: Για έναν ισχυρό & προοδευτικό φορέα για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες & την ανάγνωση

Ινστιτούτο ΕΝΑ: Για έναν ισχυρό & προοδευτικό φορέα για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες & την ανάγνωση
Με αφορμή τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (16-19 Μαΐου).

Από τις 16-19 Μαΐου πραγματοποιείται η 20η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Το Dnews, στηρίζοντας το βιβλίο και τους ανθρώπους που μοχθούν γι΄ αυτό, δημοσιεύει ένα κείμενο πολιτικής του Κύκλου Πολιτισμικής Πολιτικής του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών (ΕΝΑ) με πολύ ενδιαφέρουσες πρπτάσεις για έναν κλάδο που στην πλειοψηφία του δίνει μάχη επιβίωσης:

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι σοκαριστικά. Η απόστασή μας από το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες όλο και μεγαλώνει. Παίρνει τα χαρακτηριστικά μιας απομάγευσης με διαστάσεις χιονοστιβάδας.
Το αναγνωστικό κοινό είναι δραματικά συρρικνωμένο. Το 57% δεν έχει διαβάσει ούτε ένα βιβλίο τους τελευταίους δώδεκα μήνες: 41,1% γιατί δεν τους/τις ενδιαφέρει ή αρέσει, 9,8% γιατί δεν έχουν χρόνο και 6,1% για άλλους λόγους. Το 30,7% έχει διαβάσει μόνο από 1 μέχρι 4 βιβλία. Συστηματικότερη σχέση με το βιβλίο έχει μόλις το 12,3%, έχοντας διαβάσει πάνω από 5 βιβλία.[1]

gdf_d9bfd.JPG

Ταυτόχρονα, η επισκεψιμότητα στις βιβλιοθήκες δεν επανήλθε στα προ Covid επίπεδα. Το 2022 ήταν αισθητά χειρότερο από το 2018: -39,7% σε αριθμό αναγνωστών / επισκεπτών, -36,3% σε δανεισμό βιβλίων και -18,3% σε προσβάσεις χρηστών στις ιστοσελίδες βιβλιοθηκών (ενώ θα ανέμενε κανείς αύξηση της διαδικτυακής πρόσβασης μετά την πανδημία).[2]

gfd1_5506c.JPG

Αντίστοιχα είναι τα συμπεράσματα και άλλων ερευνών. Για παράδειγμα, σύμφωνα με έρευνα για την αναγνωστική συμπεριφορά του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων Λόγου (ΟΣΔΕΛ) οι «μη αναγνώστες» ανέρχονται στο 35%, οι δε «μη εντατικοί αναγνώστες» των 1 μέχρι 4 βιβλίων το χρόνο σε ένα επιπρόσθετο 34%, με αποτέλεσμα το ποσοστό της χαμηλής ελκυστικότητας της ανάγνωσης να ανέρχεται αθροιστικά στο 69%, περισσότερο από δύο στους/ις τρεις.

Ωστόσο, αυτά τα εξόχως ανησυχητικά δεδομένα φαίνεται να τα αγνοεί ο νόμος 5105/2024 για το Ελληνικό Ίδρυμα Βιβλίου και Πολιτισμού (ΕΛΙΒΙΠ) που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή, παρόλο που έχει ως αφετηρία το αίτημα για ένα φορέα βιβλίου μετά την κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου το 2014.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

ΕΚΕΒΙ: από την ίδρυση μέχρι την κατάργηση

Το 1994, μετά από συστηματική προετοιμασία, ιδρύθηκε το ΕΚΕΒΙ με ισχυρό οραματικό χαρακτήρα: η ίδρυσή του υπήρξε σημαντικό ορόσημο μιας εποχής που ήθελε να βάλει σε ευρωπαϊκό μονοπάτι τη θεσμική συγκρότηση της πολιτισμικής πολιτικής της χώρας. Στόχος του ήταν ο σχεδιασμός και η εφαρμογή μιας πολυδιάστατης κρατικής πολιτικής για το βιβλίο και την ανάγνωση. Στον προσανατολισμό του ήταν η προώθηση της ανάγνωσης στις μικρές ηλικίες, η προβολή της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής στο εξωτερικό και η υποστήριξη ολόκληρου του πλέγματος της πολιτιστικής οικονομίας του βιβλίου, συμπεριλαμβανομένων των δημιουργών και επαγγελματιών του χώρου – συγγραφέων, μεταφραστών, επιμελητών, εκδοτών, βιβλιοπωλών, τυπογράφων κ.ά.

Τα επόμενα είκοσι χρόνια το ΕΚΕΒΙ ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα σε όλους τους παραπάνω τομείς. Έμφαση δόθηκε στις έρευνες, στα χρηματοδοτικά προγράμματα, καθώς και στη δημιουργία ψηφιακών καταλόγων και βάσεων βιβλιογραφικών δεδομένων, όπως η ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, ενώ παράλληλα θεσμοθετήθηκαν το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης Λογοτεχνίας και Επιστημών του Ανθρώπου, η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, το πρόγραμμα επιχορήγησης μεταφράσεων «Φράσις», το Εργαστήρι του Βιβλίου, εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις για τα παιδιά, το πρόγραμμα της Φιλαναγνωσίας σε όλα τα ολοήμερα δημοτικά σχολεία της χώρας, το Παρατηρητήριο Βιβλίου, το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Βιβλίου και το 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι δεν υπήρχαν παθογένειες, προβλήματα, ακόμη και αποτυχίες. Μεταξύ των παθογενειών ήταν η διαχρονική απουσία θεσπισμένου οργανογράμματος και εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας, που επέτεινε τα υπόλοιπα προβλήματα. Το φαινόμενο, βέβαια, δεν ήταν μεμονωμένο αλλά χαρακτηρίζει ευρύτερα το Ελληνικό Δημόσιο. Οι θεσμικές υποδομές, που απαιτούν κόπο αλλά δεν φέρνουν ψήφους, ποτέ δεν ήταν το δυνατό σημείο του κράτους μας – με τις γνωστές, λίγες και φωτεινές, εξαιρέσεις: ΑΣΕΠ, ΚΕΠ, Διαύγεια.

Με την είσοδο της χώρας στα προγράμματα προσαρμογής ξεκίνησε η συζήτηση και αναζήτηση για καταργήσεις δημόσιων φορέων, μεταξύ άλλων και στον τομέα του Πολιτισμού. Το ΕΚΕΒΙ βρέθηκε στο στόχαστρο. Όχι ως αποτέλεσμα ουσιαστικής αξιολόγησης των σκοπών και της λειτουργίας του αλλά με κριτήρια πολύ πιο ταπεινά. Το προσωπικό στο μεγαλύτερο μέρος του δεν ήταν μόνιμο ή αορίστου χρόνου αλλά με συμβάσεις έργου. Παράλληλα, σε μερίδα του χώρου του βιβλίου και των εκδόσεων υπήρχαν διαφορετικές στοχεύσεις (π.χ. για τις διεθνείς εκθέσεις). Κατά συνέπεια, το πολιτικό κόστος στη συγκεκριμένη περίπτωση κρίθηκε διαχειρίσιμο από την τότε ηγεσία των υπουργείων Πολιτισμού και Διοικητικής Μεταρρύθμισης, προκειμένου να επιτευχθεί ο ποσοτικός στόχος περιστολής του δημόσιου τομέα που είχε τεθεί.

Έτσι, το 2014 το ΕΚΕΒΙ οδηγήθηκε στην κατάργηση. Οι αρμοδιότητές του, μαζί με τα επιστημονικά και περιουσιακά στοιχεία του, μεταβιβάστηκαν στο Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού (ΕΙΠ), έναν φορέα για την πολιτιστική διπλωματία και την υποστήριξη της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό και τη διασπορά, ο οποίος βρισκόταν σε παρακμή αντιμετωπίζοντας τις δικές του –ακόμα μεγαλύτερες– παθογένειες.

Το αίτημα για έναν νέο φορέα και το σχέδιο νόμου του 2019

Στα χρόνια που ακολούθησαν, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που έγιναν εντός του ΕΙΠ, με πιο χαρακτηριστικές τη συνέχιση της λειτουργίας της ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ και την ενισχυμένη υποστήριξη της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης και των εκθέσεων του εξωτερικού, αποδείχτηκε και στην πράξη αυτό που ήταν εξαρχής προφανές: η κατάργηση του ΕΚΕΒΙ και η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων του στο ΕΙΠ ήταν ένα λάθος που έπρεπε να διορθωθεί.

Ομάδα Εργασίας που συστήθηκε το 2016 στο υπουργείο Πολιτισμού για τη χάραξη στρατηγικής για το βιβλίο κατέληξε σε συγκεκριμένες προτάσεις που τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση.[3] Μεταξύ αυτών ήταν η ίδρυση φορέα για το βιβλίο και την πολιτική του και σύντομα ξεκίνησαν οι σχετικές νομοθετικές επεξεργασίες.[4]

Το 2019 επί υπουργίας Μ. Ζορμπά, εκ των εμπνευστών/ριών του ΕΚΕΒΙ και πρώτης του διευθύντριας, παρουσιάστηκε σχέδιο νόμου για την Ίδρυση Οργανισμού Βιβλίου και Πολιτισμού, ως εντελώς νέου φορέα. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, περιλαμβάνοντας επίσης σχέδια νόμου για την Περιφερειακή Πολιτική Σύγχρονου Πολιτισμού και την Ίδρυση και οργάνωση του Κέντρου Σύγχρονης Δημιουργίας του ΑΚΡΟΠΟΛ.

Μετά το 2019 τίποτα από τα παραπάνω δεν προχώρησε. Κανένας νέος φορέας βιβλίου δεν ιδρύθηκε και το ΕΙΠ συνέχισε να ασκεί επιλεκτικά ένα μέρος από τις αρμοδιότητες που του είχαν μεταβιβαστεί το 2014. Καμία μέριμνα δεν υπήρξε για τη διάδοση των αναγνωστικών πρακτικών, για τη σύνδεση με το εκπαιδευτικό σύστημα και τις βιβλιοθήκες ή για την υποστήριξη των επαγγελματικών συντελεστών του βιβλίου.

Ο πρόσφατος νόμος 5105/2024 και το ΕΛΙΒΙΠ

Στις 24/4/2024 ψηφίστηκε στη Βουλή ο νόμος 5105/2024 «Δημιουργική Ελλάδα», στο Μέρος Ε΄ του οποίου περιλαμβάνεται η ίδρυση Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Ίδρυμα Βιβλίου και Πολιτισμού». Οι βασικές παρατηρήσεις επ’ αυτού είναι οι ακόλουθες:

α. Ήδη από το πρώτο άρθρο καθίσταται σαφές αυτό που δείχνει το όνομα: στην πραγματικότητα συνεχίζεται το λάθος του 2014, με την υβριδική συνύπαρξη δύο φορέων στη συσκευασία ενός, αποτυπώνοντας θεσμικά την αντιστροφή της μεταξύ τους σχέσης που έχει επέλθει έκτοτε – περισσότερο βιβλίο και λιγότερο πολιτιστική διπλωματία. Ως αποτέλεσμα, θα εξακολουθήσει να μην είναι λειτουργικό ούτε το ένα σκέλος ούτε το άλλο. Επιπλέον, η ανάγκη για ένα φορέα βιβλίου καλύπτεται –όπως καλύπτεται– σε βάρος του στόχου να διαθέτει η χώρα μας στο εξωτερικό έναν θεσμό όπως είναι τα μορφωτικά ινστιτούτα, αφήνοντας την εκμάθηση των νέων ελληνικών σε πρωτοβουλίες ιδιωτών με αυτοσχέδιους τρόπους, χωρίς θεσμική υποστήριξη, αλλά και υποβαθμίζοντας περαιτέρω τα ιστορικά παραρτήματα του ΕΙΠ (Αλεξάνδρεια, Οδησσός).

β. Από τον δημόσιο λόγο των εισηγητών του στο κείμενο του νομοσχεδίου και στη συζήτηση στη Βουλή απουσίασε οποιοδήποτε όραμα για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες και την ανάγνωση. Εκφράστηκε μια ελιτίστικη και ξεπερασμένη αντίληψη για το υπουργείο Πολιτισμού ως «προστάτη των Γραμμάτων», η οποία εξηγεί τη συντηρητική μετάλλαξη των πολιτικών του.

γ. Η πολιτική του ΕΛΙΒΙΠ περιορίζεται σε μια μονοσήμαντη αντίληψη περί εξωστρέφειας: εξαγωγική προώθηση του βιβλίου ως εμπορεύσιμου προϊόντος.

Η εξωστρέφεια είναι κατ’ αρχήν θετική έννοια αλλά δεν πρέπει να επισκιάζει τη δουλειά στην κοινωνία, η οποία πολιτισμικά είναι η πιο σημαντική και πρέπει να κυριαρχεί. Ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που η εξωστρέφεια όπως παρουσιάζεται στο νομοσχέδιο είναι πολύ περιορισμένη, κυρίως στο πρόγραμμα επιχορήγησης μεταφράσεων GreekLit, το οποίο μάλιστα μέχρι στιγμής έχει αποδειχθεί δυσλειτουργικό, χωρίς διαφανείς διαδικασίες και με μεγάλες καθυστερήσεις πληρωμών προς μεταφραστές και ξένους εκδότες. Δεν υπάρχει καμία αναφορά σε πολλές άλλες πτυχές της που θα την καθιστούσαν πολυδιάστατη.

Συνεπώς, χωρίς πολιτικές δημιουργίας αναγνωστών/ριών, χωρίς συνολικό σχεδιασμό στήριξης του βιβλίου και των παραγωγών του και χωρίς η εξωστρέφεια να έχει ευρύτερο περιεχόμενο και άλλους, πιο αποδοτικούς πολιτισμικά τρόπους επίτευξής της, το ποιες μεταφράσεις θα χρηματοδοτούνται ή τι θα εξάγεται στις εκθέσεις του εξωτερικού είναι μια αποσπασματική και δευτερεύουσα συζήτηση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ίδια λογική έχει βασιστεί ο σχεδιασμός του υπουργείου Πολιτισμού σχετικά με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Σε σύνολο 631 εκατ. ενταγμένου προϋπολογισμού που διαχειρίζεται το ΥΠΠΟ, για το βιβλίο διατίθενται μόλις 4,2 εκατ. ή 0,7% των προβλεπόμενων κονδυλίων και αυτά μόνο για παρουσία σε διεθνείς εκθέσεις βιβλίου (με τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα να είναι απογοητευτικά), εξωστρέφεια της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης (η φετινή διοργάνωση της οποίας έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις σύσσωμων των φορέων των εκδοτών) και το πρόγραμμα μεταφράσεων GreekLit (τα δύο τελευταία καρκινοβατούν οικονομικά, έχοντας μηδενική απορρόφηση μέχρι 31-3-2024).[5]

Δηλαδή, υπάρχει πλήρης ευθυγράμμιση με την ευρύτερη ασκούμενη πολιτική: η αγορά θα δώσει μόνη της λύσεις στα προβλήματα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η αγορά του εξωτερικού, παρά τη διαπιστωμένη έως σήμερα αδυναμία της να συμβάλει στη βιωσιμότητα του κλάδου, ακόμα και σε περιπτώσεις βιβλίων με μεγάλη εμβέλεια πωλήσεων στο εξωτερικό ή δαπανηρών συμμετοχών σε εκθέσεις του εξωτερικού που ωστόσο δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.

δ. Απούσα σε σχέση με την επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της συρρίκνωσης του αναγνωστικού κοινού και της επισκεψιμότητας των βιβλιοθηκών που περιγράφηκε εισαγωγικά είναι τόσο η κοινωνική όσο και η τοπική-περιφερειακή διάσταση του ζητήματος. Κανένα πρόγραμμα φιλαναγνωσίας σε επίπεδο σχολείου και τοπικής κοινωνίας δεν περιγράφεται στο νομοσχέδιο με ρητό τρόπο, ούτε προβλέπεται κάποια σχετική διοικητική δομή – η αντίθεση με το GreekLit είναι χαρακτηριστική. Ταυτόχρονα, o φορέας στερείται οποιουδήποτε ουσιαστικού ρόλου για τις δημόσιες βιβλιοθήκες.

ε. Υποβαθμισμένη είναι η ψηφιακή διάσταση, καθιστώντας το νομοσχέδιο ανεπίκαιρο στην εποχή της ψηφιακής ανάγνωσης και της Τεχνητής Νοημοσύνης.

στ. Επίσης υποβαθμισμένα είναι τα οικονομικά, φορολογικά και αναπτυξιακά ζητήματα του βιβλίου και των εκδόσεων, καθώς και τα εργασιακά και ασφαλιστικά ζητήματα των εργαζομένων και των επαγγελματιών του κλάδου.

ζ. Επιτείνοντας τα παραπάνω, μειωμένος είναι ο διϋπουργικός χαρακτήρας του φορέα, με αποτέλεσμα να έχει εξαιρετικά περιορισμένη εμβέλεια σε αναγκαίες πολιτικές που άπτονται π.χ. της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (δημοτικές βιβλιοθήκες) και των υπουργείων Ψηφιακής Διακυβέρνησης (ψηφιακότητα) και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (οικονομικά, φορολογικά και αναπτυξιακά ζητήματα του κλάδου). Επίσης, το ίδιο μειωμένη είναι η εμπλοκή των δημιουργών και επαγγελματιών του κλάδου, η οποία περιορίζεται σε ισχνή συμμετοχή στο ΔΣ με μόλις 3 στα 13 μέλη.

η. Τα παραπάνω μεγεθύνονται από την αβέβαιη χρηματοδότηση του φορέα, με την αόριστη αναφορά σε επιχορήγηση από το υπουργείο Πολιτισμού, χωρίς μάλιστα τους όποιους πρόσθετους πόρους προβλέπονται για άλλους φορείς στον ίδιο νόμο (ΕΚΚΟΜΕΔ: ποσοστό από τα τέλη συνδρομητικής τηλεόρασης, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου: ποσοστό από τη συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου επί των μικτών κερδών για τα Καζίνο Κέρκυρας και Πάρνηθας).

θ. Παράλληλα, προβληματική είναι η διοικητική διάρθρωση. Ο φορέας θα διαθέτει ένα ξεπερασμένο «προεδροκεντρικό» μοντέλο διοίκησης, με ένα δυσλειτουργικό 13μελές Διοικητικό Συμβούλιο, μόλις μία διεύθυνση και υποβαθμισμένες τις αρμοδιότητες του διευθυντή που δεν περιγράφονται στο νομοσχέδιο αλλά εναπόκεινται στο ΔΣ να τις καθορίσει. Αντίθετα, στην περίπτωση άλλων φορέων του ίδιου νόμου προβλέπονται μια ή περισσότερες Γενικές Διευθύνσεις με σαφείς αρμοδιότητες (ΕΚΚΟΜΕΔ: τρεις Γενικές Διευθύνσεις, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου: Γενικός Διευθυντής).

Η νομοτεχνική αλλαγή κατά τη συζήτηση και ψήφιση του νομοσχεδίου, με την οποία προστέθηκε στα όργανα διοίκησης του φορέα ο αντιπρόεδρος με χρέη Γενικού Διευθυντή, προβλέποντας ταυτόχρονα δυνατότητα να του μεταβιβάζεται μέρος των αρμοδιοτήτων του προέδρου με απόφαση του ΔΣ, παρακάμπτει απλώς την κριτική που εκφράστηκε από τους κοινωνικούς φορείς και την αντιπολίτευση. Ωστόσο, δεν αλλάζει επί της ουσίας το μοντέλο διοίκησης του οργανισμού, ούτε θεραπεύει την απουσία σοβαρής διοικητικής δομής και σαφούς περιγραφής αρμοδιοτήτων.

ι. Στο ίδιο πλαίσιο, προβληματική είναι και η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σε προσόντα επιστημονικής γνώσης και τεχνογνωσίας τόσο για τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του ΔΣ –παρόλο που υιοθετείται «προεδροκεντρικό» σύστημα και αντιπρόεδρος με χρέη Γενικού Διευθυντή– όσο και για τη στελέχωση.

Εν κατακλείδι, το ΕΛΙΒΙΠ στερείται ουσιαστικής αρμοδιότητας στη διαμόρφωση της πολιτικής βιβλίου: απλά καλείται να εφαρμόζει, όσο μπορεί, τις πολιτικές του υπουργείου Πολιτισμού και των συναρμόδιων υπουργείων.

Είναι σαφές ότι ένας τέτοιος φορέας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τομή. Περισσότερο αποτελεί μια προσπάθεια βελτίωσης της κατάστασης για το βιβλίο στο σημερινό ΕΙΠ, που όμως υπολείπεται των αναγκών και των προσδοκιών.

Μια διαφορετική, προοδευτική στρατηγική

Όσο είναι αναγκαίο να υπάρχει ένας δημόσιος φορέας για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες και την ανάγνωση άλλο τόσο είναι αναμφισβήτητο ότι για να έχει λόγο ύπαρξης θα πρέπει να είναι ισχυρός, έχοντας ουσιαστικό ρόλο τόσο στη χάραξη όσο και στην εφαρμογή πολιτικών. Πώς όμως αυτό μπορεί να γίνει πράξη και μάλιστα να ενταχθεί σε μια προοδευτική στρατηγική;

Η απάντηση έχει ως αφετηρία τη θέση ότι το βιβλίο είναι σύνθετο αγαθό, στο οποίο συναντιούνται οι δημιουργικές δυνάμεις των πνευματικών δημιουργών, η οικονομική δραστηριότητα των παραγωγικών συντελεστών και η κοινωνική συμμετοχή και διάδραση των αναγνωστών.

Σε αυτό το πλαίσιο, πρωταρχικός στόχος της προοδευτικής προσέγγισης είναι να αντιμετωπιστεί στη ρίζα της η εικόνα που δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και άλλων ερευνών: να υπάρξει ίση πρόσβαση αλλά και ουσιαστική ενθάρρυνση για την ανάπτυξη μιας στενής σχέσης του κοινού με το βιβλίο, σε μια εποχή που η τάση είναι η μαζική απομάκρυνση από το βιβλιακό κείμενο. Αυτό σημαίνει δέσμη δημόσιων πολιτικών για την προώθηση της φιλαναγνωσίας. Σημαίνει, ταυτόχρονα, βιβλιοθήκες που θα είναι τόποι γνώσης, προσέγγισης και προβληματισμού για όλα τα ζητήματα αιχμής της εποχής, αλλά και σύνδεσης με την καθημερινότητα και τις ανάγκες των ανθρώπων.

Παράλληλα, όπως σε όλα τα πολιτισμικά ζητήματα έτσι και στο βιβλίο υπάρχουν υλικά ζητήματα που ταλανίζουν τα υποκείμενα. Συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές, εικονογράφοι, εκδότες, βιβλιοπώλες, τυπογράφοι, βιβλιοθηκονόμοι κλπ συνιστούν ένα ευάλωτο οικοσύστημα. Η διαφύλαξη της ποικιλομορφίας του αποτελεί όρο τόσο πολιτισμικού πλουραλισμού όσο και αναπτυξιακής δυναμικής.

Ξεκινώντας από μια αντίληψη σαν την παραπάνω, στον σχεδιασμό του θεσμικού πλαισίου ενός δημόσιου φορέα για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες και την ανάγνωση πρέπει να προβλέπονται τα ακόλουθα:

α. Να δημιουργηθεί ένας πραγματικά νέος φορέας με ουσιαστικές αρμοδιότητες στη χάραξη πολιτικής για το βιβλίο, εντελώς ανεξάρτητος από το σημερινό ΕΙΠ. Το εγχείρημα του 2014 απέτυχε και είναι λάθος να συνεχίζεται.

β. Να έχει ως κεντρική αποστολή την καλλιέργεια των αναγνωστικών πρακτικών και τη δημιουργία ενός μεγάλου και δυναμικού αναγνωστικού κοινού που θα περιλαμβάνει όλο το φάσμα του πληθυσμού. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο σχολείο, στα παιδιά και τους νέους, ιδίως στα πιο ευάλωτα και όσα υφίστανται τις κοινωνικές ανισότητες και τον αποκλεισμό. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει τοπική-περιφερειακή διάσταση.

γ. Να έχει σημαντική θέση σε μια ενιαία πολιτική για τις βιβλιοθήκες αντί του σημερινού πολυκερματισμού και της απουσίας οριζόντιου συντονισμού στο επίπεδο των κεντρικών πολιτικών. Ο ρόλος των βιβλιοθηκών είναι αναντικατάστατος ως το κατεξοχήν δημοκρατικό πλαίσιο για την προσέγγιση του βιβλίου. Επιπλέον, οι βιβλιοθήκες συγκροτούν δημόσιους χώρους που ενισχύουν αποφασιστικά την πολιτιστική και κοινωνική συμμετοχή, άρα ενδυναμώνουν τη δημοκρατία. Βασικός στόχος που πρέπει να υπηρετηθεί από ένα νέο φορέα βιβλίου είναι να αποκτήσουν κεντρική θέση στην πολιτισμική ζωή της κοινότητας, τόσο για την τοπική κοινωνία όσο και σε σύνδεση με το σχολείο.

δ. Να υπάρχει έντονη διάσταση της ψηφιακότητας και των μεγάλων πολιτισμικών αλλαγών που φέρνουν τα άλματα της ψηφιακής τεχνολογίας. Ένας νέος φορέας για το βιβλίο στις μέρες μας πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο και λόγο σε μια ευρεία συζήτηση για την Τεχνητή Νοημοσύνη και τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ανταποκριθεί η δημόσια πολιτισμική πολιτική στις ταχύτατες τεχνολογικές εξελίξεις – είναι αδιανόητο να τις αγνοεί.

ε. Να προσφέρει ουσιαστική στήριξη της βιβλιοπαραγωγής μέσα από τη δημιουργία αναγνωστών/ριών, στον αντίποδα της άποψης ότι η αγορά θα δώσει τις λύσεις. Επιπλέον, θα πρέπει να έχει εισηγητικό ρόλο για την προώθηση μέτρων επίλυσης των οικονομικών, φορολογικών, ασφαλιστικών, εργασιακών και αναπτυξιακών ζητημάτων όλης της αλυσίδας του κλάδου.[6]

στ. Πέραν των παραπάνω, να διαθέτει σειρά δράσεων, προγραμμάτων και μηχανισμών για μια ανανοηματοδοτημένη και πολυδιάστατη εξωστρέφεια, αλλά και για μια ουσιαστική μέριμνα και φροντίδα για όλο το φάσμα των ανθρώπων του βιβλίου.

· Θεματική διασύνδεση της Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης με τα μεγάλα ζητήματα της εποχής και στόχευση να καταστεί γεγονός με ισχυρό πολιτισμικό αποτύπωμα και πραγματικά διεθνή εμβέλεια.

· Ανάπτυξη πολύπλευρων πολιτιστικών σχέσεων:

o προγράμματα δημιουργικής διαμονής αλλά και υποστήριξη της συμμετοχής των συγγραφέων σε αντίστοιχα του εξωτερικού (residencies),

o οργανωμένη και ουσιαστική συμμετοχή στις διεθνείς εκθέσεις αλλά και σε φεστιβάλ και μικρότερες διοργανώσεις όπου αναπτύσσονται πιο άμεσες σχέσεις,

o μεθοδική δημιουργία δικτύων και μηχανισμών σε συστηματική βάση που θα λειτουργούν ενισχυτικά σε αντίστοιχα σχεδιασμένα προγράμματα μετάφρασης,

o αξιοποίηση του σημαντικού ρόλου που μπορούν να παίξουν οι μεταφραστές/στριες από τα ελληνικά που συχνά προτείνουν βιβλία και γίνονται καλύτεροι πρεσβευτές της εγχώριας βιβλιοπαραγωγής.

· Στήριξη των νέων και πρωτοεμφανιζόμενων δημιουργών.

· Κατάρτιση για τα επαγγέλματα του βιβλίου και των εκδόσεων.

· Πιστοποίηση και στήριξη βιβλιοπωλείων, με στόχο το μικρό ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο να αποτελεί κοιτίδα πολιτισμού στην τοπική κοινωνία.

ζ. Να γίνεται σαφής αναφορά στο αρχείο του ΕΚΕΒΙ και στην αξιοποίηση της επιστημονικής κληρονομιάς του, καθιστώντας το σχετικό υλικό δημόσια προσβάσιμο εκ νέου, μετά το ανεξήγητο κατέβασμα της ιστοσελίδας στην οποία ήταν αναρτημένο. Να ανασυνταχθεί η ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ ως βάση δεδομένων για το σύνολο της βιβλιοπαραγωγής και να αξιοποιηθεί ως αναπτυξιακό εργαλείο.

η. Να χαράσσει πολιτική με βάση στατιστικά δεδομένα, έρευνες και μελέτες (data-based).

θ. Να διαθέτει σταθερή, συγκεκριμένη χρηματοδότηση, ενισχυμένη διοικητική δομή και στελέχωση, καθώς και εξειδικευμένη τεχνογνωσία. Το ΔΣ να είναι λειτουργικό, με μικρό αριθμό μελών και προδιαγραφές προσόντων για τα μέλη του που δεν θα μεταβάλλονται ευκαιριακά και κατά το δοκούν.

ι. Επιπλέον, να έχει έντονο διϋπουργικό χαρακτήρα, κινητοποιώντας με κατάλληλους μηχανισμούς και διαδικασίες, πέραν του υπουργείου Πολιτισμού, τα υπουργεία Παιδείας, Ψηφιακής Πολιτικής, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Εθνική Βιβλιοθήκη. Ταυτόχρονα, εξίσου σημαντικό είναι να εμπλέκονται οι δημιουργοί και οι επαγγελματίες του κλάδου: συγγραφείς, μεταφραστές, εκδότες, βιβλιοπώλες, αλλά και τυπογράφοι, βιβλιοθηκονόμοι, εκπαιδευτικοί. Για την επίτευξη των παραπάνω, προτείνεται να συσταθεί διϋπουργική επιτροπή για συντονισμό των αρμοδιοτήτων που ανήκουν στα διαφορετικά υπουργεία, με τον φορέα να έχει εισηγητικό ρόλο, καθώς και διευρυμένη κλαδική συμβουλευτική επιτροπή.

Την καλύτερη αφετηρία για ένα θεσμικό πλαίσιο σαν το παραπάνω αποτελεί το σχέδιο νόμου του 2019. Σε αυτό περιγράφονταν οι σκοποί που προαναφέρθηκαν, ενώ προβλεπόταν η απαιτούμενη διοικητική οργάνωση και στελέχωση, ώστε αυτοί οι οραματικοί στόχοι να μπορούν να επιτελούνται στην πράξη.

· Διάρθρωση σε επίπεδο Γενικής Διεύθυνσης

· Επιλογή του Γενικού Διευθυντή μέσα από ανοικτή διαδικασία με εξειδικευμένα προσόντα σπουδών και επαγγελματικής προϋπηρεσίας που σχετίζονται με τους σκοπούς του φορέα

· Τμήμα τεκμηρίωσης, στατιστικών, βιβλιοθήκης και αρχείου

· Τμήμα υποστήριξης βιβλίου και ανάγνωσης

· Τμήμα εκπαιδευτικών προγραμμάτων και νέων τεχνολογιών

· Πλατφόρμα με ψηφιακές εφαρμογές, συνδεδεμένη με βιβλιοθήκες, πληροφοριακά δίκτυα, εκδοτικούς οίκους, βιβλιοπωλεία, πολιτιστικούς φορείς

· Τμήμα οικονομίας βιβλίου και αναπτυξιακών προγραμμάτων

· Γραφείο περιφερειακής πολιτικής

· Χώροι Βιβλίου και Πολιτισμού σε επίπεδο τοπικής κοινωνίας

· 35 θέσεις πλήρους απασχόλησης

Τέλος, προτείνεται να υπάρξει διακομματική στήριξη ενός τέτοιου φορέα μέσω επικύρωσης της διοίκησης με αυξημένη πλειοψηφία της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Με τον τρόπο αυτό, θα έχει διευρυμένη ισχύ για την ανάληψη των πρωτοβουλιών για το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες και την ανάγνωση που είναι ώριμες αλλά και απολύτως αναγκαίες.

[1] ΕΛΣΤΑΤ, Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: Έτος 2022 (Περίοδος αναφοράς εισοδήματος: 2021), 16.5.2023

[2] ΕΛΣΤΑΤ, Έρευνα Βιβλιοθηκών της Ελλάδος έτους 2022, 5.12.2023

[3] Δημόσια διαβούλευση για τις προτάσεις της Ομάδας Εργασίας χάραξης στρατηγικής για το βιβλίο

[4] Επίσης, στο πόρισμα της Ομάδας Εργασίας συμπεριλαμβανόταν μεταξύ άλλων και η επαναφορά της Ενιαίας Τιμής του Βιβλίου, η οποία υλοποιήθηκε με τον Ν. 4549/2018.

[5] Επίσης, στο ΤΑΑ έχει ενταχθεί και ένα έργο του υπουργείου Παιδείας με φορέα υλοποίησης το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το οποίο αφορά στο Δίκτυο Βιβλιοθηκών με προϋπολογισμό 9,5 εκατ. Ακόμα και αν προστεθεί και ο προϋπολογισμός αυτού του έργου, το ποσοστό που διατίθενται για το βιβλίο από τα κονδύλια του ΤΑΑ για τον Πολιτισμό είναι μόλις 2,1%.

[6] Επίσης, στην επίλυση των χρηματοδοτικών προβλημάτων του βιβλίου και των εκδόσεων θα μπορούσε να συμβάλει ένα ειδικό Ταμείο Πολιτισμού και Δημιουργίας υπό την ομπρέλα της Αναπτυξιακής Τράπεζας (π.χ. μικροπιστώσεις, προγράμματα εγγυοδοσίας κλπ). Ο φορέας του βιβλίου θα μπορούσε να αποτελεί θεσμικό συνομιλητή ή και εταίρο ενός τέτοιου Ταμείου.

# TAGS