Αμφίθυμες αντιδράσεις και ποικίλα σχόλια προκάλεσε η προώθηση του μέτρου της κοινωνικής εργασίας αντί της αποβολής σε μαθητές που επιδεικνύουν παραβατική συμπεριφορά, εμπλέκονται σε περιστατικά βίας και ιδίως σε μαθητές που ασκούν εκφοβισμό κάθε είδους σε άλλους ανηλίκους. Σύμφωνα με τα όσα ανακοινώθηκαν χθες από την Πρόεδρο της Επιτροπής για την Αντιμετώπιση της Βίας και Παραβατικότητας των Ανηλίκων, Βασιλική Αρτινοπούλου, αλλάζει η φιλοσοφία της επιβολής πειθαρχικών μέτρων στους μαθητές με την αντικατάσταση της αποβολής από την κοινωνική εργασία με απώτερο στόχο ο μαθητής να συνειδητοποιήσει την πράξη του και να βοηθήσει έμπρακτα την σχολική κοινότητα μέσα από πρωτοβουλίες και δράσεις που θα βοηθήσουν την σχολική καθημερινότητα όλων, θα λειάνουν τις εντάσεις και θα ομαλοποιήσουν τις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των συμμαθητών.
Δεδομένου ότι με την αποβολή από την σχολική μονάδα, προκύπτει όπως επικαλέστηκαν οι ειδικοί εν γένει αδυναμία εποπτείας του αποβληθέντα μαθητή από ενήλικα κατά τις ώρες απομάκρυνσής του από το σχολείο με συνεπαγόμενη την αύξηση πιθανότητας εκδήλωσης της ίδιας ή άλλης ανεπιθύμητης συμπεριφοράς (π.χ. διαδικτυακός εκφοβισμός) επιστρατεύεται η αντιπρόταση της κοινωνικής εργασίας που έχει και παιδαγωγικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με τα όσα ανακοινώθηκαν η βεντάλια δράσεων που καλύπτει την κοινωνική εργασία είναι η βοήθεια σε μικρότερους μαθητές, ησυμμετοχή σε οργανωμένες δράσεις καθαριότητας, τακτοποίησης ή συντήρησης χώρων, η συμβολή σε δράσεις ευαισθητοποίησης κατά του σχολικού εκφοβισμού καθώς και η ενίσχυση συμμαθητών σε μαθήματα ή εξωσχολικές δραστηριότητες. Όπως τονίστηκε σε περιπτώσεις ελαφρύτερων παραπτωμάτων, ο αποβαλλόμενος μαθητής θα παραμένει στο σχολικό περιβάλλον και θα εκτελεί κοινωνική εργασία κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις, προβλέπεται η ένταξη του μαθητή σε ειδικά κέντρα κοινωνικής υποστήριξης, όπου η παρέμβαση θα είναι πιο δομημένη και υποστηρικτική.Η εφαρμογή του μέτρου θα συνοδεύεται από την υποστήριξη κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων, με στόχο να υπάρχει συνεχής αξιολόγηση των επιπτώσεων, αλλά και ουσιαστική καθοδήγηση του μαθητή.
Η ανακοίνωση της κοινωνική εργασίας προκάλεσε σωρεία σχολίων και αντιδράσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και όχι μόνο και θέλοντας να καταγράψουμε τον παλμό της κοινωνίας απευθυνθήκαμε σε γονείς, εκπαιδευτικούς και ειδικούς που μας παρέθεσαν τις απόψεις τους για το πολυδιαφημιζόμενο νέο πειθαρχικό μέτρο.
Κοινωνική εργασία: Πώς αξιολογούν το νέο πειθαρχικό μέτρο γονείς, εκπαιδευτικοί αλλά και ειδικοί
Ο κοινωνικός λειτουργός και Υπεύθυνος Δημοσίων σχέσεων του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος (ΣΚΛΕ), Γιάννης Ρεμπούτζιας καταγράφει μια ενδιαφέρουσα πτυχή της κοινωνικής εργασίας τονίζοντας πως ο όρος εν προκειμένω έχει λανθασμένη χρήση καθώς θα ήταν δόκιμη η αναφορά σε «κοινωφελή εργασία». Όπως αναφέρει «αρχικά είναι σημαντικό να αναφερθεί πως ο όρος Κοινωνική Εργασία έτσι όπως χρησιμοποιείται από το κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής για τη Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Βίας και της Παραβατικότητας Ανηλίκων, είναι λανθασμένος και προκαλεί έντονη σύγχυση.Διότι η Κοινωνική Εργασία αποτελεί ακαδημαϊκό κλάδο, είναι εφαρμοσμένη Κοινωνική Επιστήμη η οποία μεταξύ άλλων προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική αλλαγή με στόχο την κοινωνική ευημερία. Είναι επιστημονικό και επαγγελματικό πεδίο των κοινωνικών λειτουργών συνεπώς κάθε αναφορά Κοινωνικής Εργασίας από μαθητές δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα. Προφανώς με τη χρήση αυτού του όρου επιχειρούν να περιγράψουν δράσεις ή δραστηριότητες που προωθούν τη κοινωνική ευθύνη και έχουν ένα θετικό κοινωνικό αντίκτυπο. Πιθανά ο όρος Κοινωφελής Εργασία να ήταν πιο δόκιμος όρος ή οποιοσδήποτε άλλος σίγουρα όμως όχι η Κοινωνική Εργασία. Αυτό όμως που φαίνεται να χρειάζεται η αντιμετώπιση αυτού του πολύ σοβαρού κοινωνικού φαινομένου είναι η πραγματική Κοινωνική Εργασία. Η σταθερή παρουσία κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολική μονάδα, η οργάνωση και στελέχωση των κοινωνικών υπηρεσιών στην τοπική αυτοδιοίκηση και η οργάνωση των κοινωνικών υπηρεσιών στα Πρωτοδικεία η οποία έχει ψηφιστεί με νόμο 29 χρόνια πριν, το 1996! και δεν έγιναν ποτέ, αποτελούν επιτακτική ανάγκη για την έγκαιρη πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου.»
Μιλώντας στο Dnews ο εκπαιδευτικός και υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της ΔΟΕ (Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος) Νικόλας Βουρδουμπάς σημείωσε ότι «Η εξαγγελία της κοινωνικής εργασίας δεν έχει καμία σχέση με την σύγχρονη παιδαγωγική γιατί θα κατανοείται ως τιμωρία και όχι ως συμβολή στο κοινωνικό σύνολο. Να σημειωθεί επίσης ότι για ακόμη μια φορά δεν γίνεται καμία συζήτηση για τις αιτίες της έντασης της νεανικής παραβατικότητας».
Από πλευράς η Πρόεδρος ΔΣ Ομοσπονδίας Γονέων Περιφέρειας Αττικής και Εκπρόσωπος Τύπου ΔΣ της ΑΣΓΜΕ Στέλλα Βαλαβάνη θέλησε να σχολιάσει το ζήτημα της κοινωνικής εργασίας κάνοντας αναφορές και στην εξαγγελία ίδρυσης Τεχνικών Γυμνασίων για τους μαθητές με παραβατική συμπεριφορά που τείνουν να εγκαταλείπουν νωρίς το σχολείο. «Η ανακοίνωση για δημιουργία Τεχνικών Γυμνασίων, δηλαδή «σχολεία-γκέτο παραβατικών παιδιών» ηλικίας 13-15 ετών είναι μέτρο περιθωριοποίησης των μαθητών. Δεν τους νοιάζει να βοηθήσουν τα παιδιά, αλλά να "κουκουλώσουν" το πρόβλημα! Δημιουργούν φυτώρια βίας, κοινωνικού αποκλεισμού και στιγματισμού ανηλίκων. Τα παιδιά μας ασφυκτιούν σε ένα σχολείο που τους εξοντώνει και δεν τους μορφώνει, σε μια καθημερινότητα που τους καταπιέζει και τους γεμίζει ανασφάλεια όπου προβαλονται συνέχεια σάπιας «αξίες» του ανταγωνισμού, του ατομισμού και του «πατάω επί πτωμάτων». Τα κοινωνικά φαινόμενα δεν αντιμετωπίζονται με αγγαρείες ως τιμωρία των μαθητών στο σχολείο, όπως και η εξάρτηση από το διαδίκτυο και τα social media δεν λύνεται απλά με μια ακόμη εφαρμογή, όπως αυτά που ήδη κυκλοφορούν. Οι μαθητές μέσα από τη σχολική κοινότητα, πρέπει να μπορούν να αναπτύξουν αξίες, όπως η ομαδικότητα, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός. Να μαθαίνουν πως πραγματικός «μάγκας» είναι αυτός που μάχεται υπέρ των δικαιωμάτων όλων μας και όχι αυτός που χτυπά ή στοχοποιεί τον αδύναμο.»
Στον αντίποδα βρίσκεται η άποψη της πιστοποιημένης εκπαιδεύτριας γονέων και μαμά εφήβων Εύης Σταθάτου που αναδεικνύει τα οφέλη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας εφόσον βέβαια σχεδιαστεί με στόχο την ενσυναίσθηση και την υπευθυνότητα των μαθητών. «Η νέα απόφαση της κυβέρνησης να αντικαταστήσει την αποβολή των μαθητών με την επιβολή κοινωνικής εργασίας αποτελεί ένα θετικό βήμα προς μια πιο παιδαγωγική και ουσιαστική αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού. Σήμερα πλέον γνωρίζουμε από τη γνώση που μας παρέχει η επιστημονική κοινότητα πως οι τιμωρητικές πρακτικές, όπως η αποβολή, συχνά φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα, καθώς μπορεί να ενισχύσουν το αίσθημα περιθωριοποίησης και τελικά να μην οδηγήσουν σε αλλαγή συμπεριφοράς. Η κοινωνική εργασία αντίθετα, εφόσον αυτή σχεδιαστεί με στόχο την ενσυναίσθηση και την υπευθυνότητα των μαθητών, μπορεί να αποτελέσει μια σπουδαία ευκαιρία για να κατανοήσουν οι μαθητές τις συνέπειες μιας πράξης και παράλληλα να λειτουργήσει ως μέσο σύνδεσης και προσωπικής ανάπτυξης. Χρειάζεται, όμως σίγουρα σωστή εφαρμογή του μέτρου αυτού, με απαραίτητη την υποστήριξη από ειδικούς και τη συνεργασία με γονείς και εκπαιδευτικούς για να αποδώσει. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ζητούμενό μας είναι να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας, όχι να τα στιγματίσουμε.»
Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η άποψη της Μάγδας Ζήνδρου, προέδρου του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 23ου Γυμνασίου Αθηνών, μαμά έφηβων και δημιουργού της ιστοσελίδας www.kathemeragoneis.com «Παρακολουθώ με σκεπτικισμό την εξαγγελία της «Εθνικής Στρατηγικής για τη Βία και την Παραβατικότητα Ανηλίκων 2025-2030», από αυτές που εξαγγέλλονται από χρόνια για σειρά θεμάτων, αλλά παραμένουν ευχολόγια. Εκεί περιλαμβάνεται και η πρόταση να αντικατασταθεί η αποβολή παραβατικών μαθητών/τριών -ένα μέτρο πρόδηλα αντιπαιδαγωγικό και αναποτελεσματικό- με «κοινωνική εργασία», που μοιάζει επιεικέστερη και αποτελεσματικότερη. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς! Το σχολείο μαθαίνει στα παιδιά να ανταγωνίζονται, να αγχώνονται για έναν στόχο «αριστείας» που υπονομεύει την ψυχική τους υγεία. Και πρέπει να αλλάξει προσανατολισμό. Ποιο σχολείο θα υλοποιήσει μια τέτοια πολιτική, όταν από τα σχολεία μας λείπουν ψυχολόγοι και από τις τάξεις λείπουν τα καλλιτεχνικά μαθήματα, μια διέξοδος έκφρασης και δημιουργίας; Όταν η επικοινωνία γονέα-σχολείου παραμένει διαχειριστική; Το bullying δεν είναι απλή παραβατικότητα. Είναι ένα καμπανάκι πως το παιδί, θύμα και θύτης, χρειάζεται βοήθεια. Το σχολείο, με καταρτισμένους εκπαιδευτικούς και ειδικούς ψυχικής υγείας, οφείλει να μπορεί να βοηθήσει. Όχι επειδή επιβάλλεται από κάποιο μέτρο, αλλά επειδή ακολουθεί μια πολιτική μη βίαιης επικοινωνίας, ένταξης και όχι στιγματισμού. Τα υποχρεωτικά μέτρα, της μιας ή της άλλης μορφής, υπάγονται στην ίδια τιμωρητική λογική. Χρειαζόμαστε μια διαφορετική εκπαιδευτική πολιτική που δεν στρογγυλεύει τα επιμέρους αρνητικά φαινόμενα, όπως τον σχολικό εκφοβισμό, αλλά τα αναλύει, τα θεραπεύει και τα προλαμβάνει. Και κυρίως, προσανατολίζεται όχι στις επιδόσεις, αλλά στην ολόπλευρη ανάπτυξη και την ψυχική ισορροπία των παιδιών.»































