Την παραμονή του κρίσιμου αγώνα της Εθνικής Ομάδας μπάσκετ με αντίπαλο το Ισραήλ, που θα έκρινε την πρόκριση στην προημιτελική φάση της διοργάνωσης, ο προπονητής Βασίλης Σπανούλης ρωτήθηκε, αν το ματς έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία, για όλα αυτά που συμβαίνουν στη Γάζα: «Είμαι εδώ για να μιλήσω μόνο για μπάσκετ. Όλοι ξέρουμε τι γίνεται, όλοι αναγνωρίζουν την κατάσταση, αλλά το μυαλό μας είναι μόνο στο μπάσκετ», απάντησε.
Τον περασμένο Αύγουστο, η Εθνική Ελλάδας έδωσε φιλικό αγώνα με το Ισραήλ, στη Λεμεσό. Από τον αγώνα απείχαν οι τρεις αρχηγοί της ομάδας, Παπανικολάου, Σλούκας και Μήτογλου. Υπήρξε η υποψία ότι η απουσία τους οφείλεται σε συμβολική διαμαρτυρία, για όσα γίνονται στη Γάζα.
Σε άρθρο του, στις 10 Αυγούστου, στο gazzetta.gr με τίτλο: «Εθνική μπάσκετ: Στους φιλικούς αγώνες παίζεις με φίλους» (Εθνική μπάσκετ: Στους φιλικούς αγώνες παίζεις με φίλους | Blog - Νίκος Παπαδογιάννης | Gazzetta), ο Νίκος Παπαδογιάννης σχολίασε: «Τι δουλειά έχει το ελληνικό μπάσκετ -του Νότη Μαστρογιάννη και του Πέτρου Καπαγέρωφ- να ανταλλάσσει εναγκαλισμούς με τους εκπροσώπους της χώρας που καταγγέλλεται από την παγκόσμια κοινότητα για γενοκτονία και εγκλήματα πολέμου;
Μαθημένοι να χρησιμοποιούν τη φωνή τους μόνο για τραγελαφικές διαμαρτυρίες περί διαιτησίας, οι παίκτες (και προπονητές) της Εθνικής βρέθηκαν μεταξύ σφύρας και άκμονος και προτίμησαν τη σιβυλλική σιωπή.
Προσωπικά υποψιάζομαι ότι το «φορφέ» των τριών αρχηγών Παπανικολάου, Σλούκα, Μήτογλου ήταν κάποιου είδους συμβολική διαμαρτυρία, αλλά τέτοιου είδους πρωτοβουλίες έχουν αξία όταν συνοδεύονται από δηλώσεις. Το μόνο που ακούσαμε απόψε από επισημα χείλη ήταν ότι το τρίο έμεινε έξω για να ξεκουραστεί. Και κάπως έτσι, η κηλίδα παρέμεινε μελανή, χωρίς αστερίσκους και επιφυλάξεις και λευκά σειρήτια».
Ανάλογα, με τις απόψεις που έχει καθένας, μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με το σχόλιο του κ. Παπαδογιάννη. Αν μη τί άλλο, ο εκλεκτός δημοσιογράφος, με την ξεκάθαρη τοποθέτησή του ξέφυγε από τη διάσταση του απλού αθλητικογράφου, δηλαδή εκείνου που απλώς μεταδίδει ή περιγράφει αθλητικά γεγονότα και ανέδειξε την κοινωνική και πολιτική διάσταση που υπάρχει πίσω από αυτά. Αντιθέτως, ο κ. Σπανούλης παρέμεινε ένας απλός προπονητής…
Αθλητές και «αθλητές»
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικό, το 1968, ο Τζον Σμιθ και ο Τζον Κάρλος κατέκτησαν το χρυσό και το χάλκινο μετάλλιο στα 200 μ. Στην απονομή εμφανίστηκαν φορώντας μαύρες κάλτσες, για να καταδείξουν τη φτώχεια των αφροαμερικάνων. Κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου των ΗΠΑ ο μεν Σμιθ σήκωσε τη δεξιά γροθιά, φορώντας ένα μαύρο γάντι, για να καταδείξει τη δύναμη των μαύρων. Ο δε Κάρλος σήκωσε την αριστερή γροθιά, για να καταδείξει την ενότητα. Εκείνη τη στιγμή, σε εκείνο το χρονικό σημείο, οι δύο κορυφαίοι δρομείς, έπαψαν να είναι δύο σπουδαίοι αθλητές και έγιναν δύο ενεργοί αθλητές – πολίτες, με γνώση και άποψη για όσα συμβαίνουν γύρω τους… Η νίκη τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες απέκτησε μία άλλη διάσταση.
Υπάρχει η άποψη ότι ο αθλητισμός πρέπει να μείνει μακριά από την Πολιτική. Ότι η αθλητική δραστηριότητα κινείται σε ένα θερμοκήπιο που δεν αγγίζεται από όσα συμβαίνουν γύρω μας. Η απάντηση: «όλα είναι πολιτική» δεν είναι ένα απλό στερεότυπο… Αρκεί να κοιτάξει κανείς γύρω του, για να εκτιμήσει.
Ο υπέροχος Ντιπλάντις πηδάει στο άλμα επί κοντώ 6 μέτρα και 29 εκατοστά. Είναι 25 χρονών. Γεννήθηκε στη Λουϊζιάνα των ΗΠΑ, όπου σπούδασε και έβγαλε το Πανεπιστήμιο. Στην πορεία του προς την κορυφή των αιθέρων είχε στο πλάι του τις καλύτερες συνθήκες.
Ο Εμμανουήλ Καραλής πηδάει 6 μέτρα και 8 εκατοστά. Για να φτάσει σε αυτό, χρειάστηκε να υπερβεί τεράστιες δυσκολίες. Βίωσε τον ρατσισμό ακόμα και στην προπόνηση. Χρειάστηκε να ξεπεράσει την κατάθλιψη. Σε ποιο βαθμό οι είκοσι ένας πόντοι που τους χωρίζουν, είναι προϊόν διαφοράς στο φυσικό ταλέντο τους, στην αφοσίωσή τους για το αγώνισμά τους ή σε άλλες συνθήκες;
Στο φετινό Ευρωμπάσκετ πρωταγωνιστούν ο Γιάννης Αντετοκούμπο και ο Λούκα Ντόντιτς. Τα επιτεύγματά τους στους αγώνες είναι εξωπραγματικά. Οι πορείες τους όμως, διαφέρουν, γιατί οι αφετηρίες τους ήταν διαφορετικές. Ο Αντετοκούμπο είναι παιδί μεταναστών, που στην παιδική ηλικία του, πουλούσε μαζί με τον αδερφό του Θανάση, γυαλιά ηλίου, τσάντες και ρολόγια σε υπαίθριες αγορές. Ο Ντόντιτς είναι γιος μοντέλου από τη Σλοβενία, που στα δεκαέξι του έπαιζε ήδη στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Αν κάποιος δεν μπορεί να διακρίνει τη διαφορά, του Γιάννη από τον Λούκα και του Καραλή από τον Ντιπλάντις, δεν μπορεί να καταλάβει τη σπουδαιότητα των αθλητικών επιτευγμάτων σε όλη τους τη διάσταση. Μπάσκετ παίζει κι ο ένας, μπάσκετ και ο άλλος. Στα μάτια μας όμως, κάθε πόντος του Γιάννη μετράει παραπάνω σε σχέση με τον Λούκα, κι ας μην καταγράφεται στο τελικό σκορ. Κάθε πόντος του Μανόλο είναι ψηλότερος από εκείνον του Ντιπλάντις. Κι ας είναι κάτοχος του Παγκόσμιου Ρεκόρ ο Σουηδο – Αμερικάνος.
Και εμείς ως φίλαθλοι και λάτρεις του αθλητισμού, μπορούμε να θαυμάζουμε κάθε μεγάλο αθλητή, γιατί είτε ξεκίνησε από μία φτωχογειτονιά είτε από μία πλούσια περιοχή, τα επιτεύγματά τους είναι θαυμαστά. Αλλά, αν διαφύγει η κοινωνική – πολιτική διάσταση, δεν μπορούμε να διακρίνουμε την αξία τους σε όλη αυτή τη διάσταση.
Και αν για, όλους εμάς, που παρατηρούμε αυτό ισχύει μία φορά, για τους πραγματικούς πρωταγωνιστές, δηλαδή τους αθλητές αυτό θα έπρεπε να ισχύει δέκα. Και μάλλον, ισχύει, αν κρίνει κανείς από το σεβασμό που δείχνουν οι αθλητές μεταξύ τους.
Να κλείσουμε τα μάτια;
Επηρεάζει λοιπόν η πολιτική τον αθλητισμό; Από τα παραπάνω απλοϊκά παραδείγματα θα έλεγε κανείς «Ναι». Και η προέκταση της καταφατικής απάντησης είναι ότι δεν μπορεί ο αθλητισμός να κλείνει τα μάτια και να αδιαφορεί για την Πολιτική. Διότι, αν το κάνει δεν γίνεται αντιληπτός, σε όλη τη διάστασή του. Στην περίπτωση, μάλιστα, που βρισκόμαστε μπροστά σε μία γενοκτονία, είναι ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη να μην κλείσει κάποιος τα μάτια. Πρώτ’ απ’ όλα γιατί η «μη θέση», αποτελεί ξεκάθαρη θέση. Η μη καταδίκη μίας γενοκτονίας ή η σιωπή εύκολα ερμηνεύεται ως αποδοχή ή νομιμοποίησή της. Γι΄ αυτό και πολύ σωστά ο κος Παπαδογιάννης, σε σχέση με την αποχή των αρχηγών της Εθνικής από το «φιλικό» με το Ισραήλ, επισημαίνει: «τέτοιου είδους πρωτοβουλίες έχουν αξία όταν συνοδεύονται από δηλώσεις».
Ύστερα, γιατί ο κόσμος και κυρίως τα νέα παιδιά παρακολουθούν τον Σπανούλη, τον Αντετοκούμπο, τον Σλούκα και τον Μήτογλου, όχι μόνο ως αθλητές, αλλά και ως πρότυπα συμπεριφοράς.
Ή από εδώ ή από εκεί…
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο… Ότι, δηλαδή, στις μέρες μας, όταν δολοφονούνται παιδιά, αναπότρεπτα, δεν υπάρχει μεσοβέζικη στάση. Ή κάποιος θα είναι υπέρ ή θα είναι κατά. Γιατί, την ίδια ώρα που ο Σπανούλης ένιπτε τας χείρας του, ο Ισραηλινός ομόλογός του, προπονητής της ομάδας μπάσκετ του Ισραήλ, δήλωνε ότι ο μόνος τρόπος να σταματήσω τον Αντετοκούμπο είναι να χρησιμοποιήσω ένα Μ16!» Δηλαδή, την ώρα του «political correct κυρίου Σπανούλη», υπήρχε και κάποιος που έκανε μαύρο χιούμορ.
Θα πει κάποιος: «Μα είναι υποχρεωμένοι οι άνθρωποι του αθλητισμού» να εμπλακούν σε μία τέτοια διαδικασία; «Είναι δουλειά του Σπανούλη να απαντήσει στον ομόλογό του;» Και περαιτέρω, μήπως μία τέτοια εμπλοκή αποσπάσει την προσοχή τους από το βασικό στόχο που είναι η προσήλωση στην αθλητική επίδοση; Η απάντηση είναι απλή: Ακόμα και η αθλητική επίδοση εξαρτάται και επηρεάζεται άμεσα από τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα. Θα ήταν εντελώς αφύσικο να μην τα επηρεάζει. Εξάλλου, η συμμετοχή στα κοινά και η παρέμβαση σε αυτά, δεν είναι προνόμιο μόνο κάποιων κοινωνικών ή επαγγελματικών ομάδων. Πολλώ δε μάλλον, όταν οι διοικούντες τον αθλητισμό συχνά παρεμβαίνουν και παίρνουν αποφάσεις ξεκάθαρα πολιτικές.
Ο κος Παπαδογιάννης στο άρθρο του το επισημαίνει όταν γράφει για τον πρόεδρο της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης (ΕΟΚ) κο Λιόλιο και την επιλογή του να δώσει η Ελλάδα φιλικό αγώνα με το Ισραήλ. Λέει: «Ο Βαγγέλης Λιόλιος ταξίδεψε στην Κύπρο μαζί με την ομάδα, σαν να ήθελε να πιέσει ιδιοχείρως το κουμπί του πλυντηρίου. Σάμπως υπάρχει κανένας εκεί έξω να του κάνει κριτική; Όταν του ζήτησα μία εξήγηση, μέσω τρίτων αλλά και απ’ ευθείας, εκείνος απαξίωσε να σχολιάσει».
Αθλητές και «αθλητές»/ Αθλητικογράφοι και δημοσιογράφοι
Αν ο αθλητισμός ήταν, απλώς, ένα σκορ, μία στατιστική, μία βαθμολογική κατάταξη μερικών ομάδων, μία πρόκριση ή ένας αποκλεισμός, θα μπορούσε κάποιος να βρει μία δικαιολογία για την άστοχη δήλωση του προπονητή της Εθνικής Ομάδας. Αν ήταν τόσο απλά τα πράγματα, θα ήταν πολύ πιο εύκολο να διακρίνει κανείς έναν αθλητή από έναν μεγάλο αθλητή. Θα μετρούσε, απλώς τα γκολ, τα καλάθια και τα εκατοστά. Ο αθλητισμός όμως, είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο. Και τα κριτήρια που διακρίνουν έναν πραγματικά μεγάλο αθλητή από έναν απλό αθλητή δεν αφορούν μόνο τα πεπραγμένα εντός αγωνιστικών χώρων, αλλά και εκτός.
Και κάτι ακόμα… Κάποτε τους αθλητικούς συντάκτες δεν τους θεωρούσαν δημοσιογράφους. Τους χαρακτήριζαν υποτιμητικά «αθλητικογράφους». Υπήρξαν όμως κάποιο σπουδαίοι που μπορούσαν να συνδέουν τον αθλητισμό με την κοινωνία, την πολιτική και τον πολιτισμό. Μπορούσαν να διακρίνουν και, στη συνέχεια, να αναδεικνύουν την πολιτική και κοινωνική διάσταση ενός αθλητικού γεγονότος. Ενδεικτικά (και όχι περιοριστικά) αναφέρουμε τον Γιάννη Διακογιάννη, τον Βαγγέλη Φουντουκίδη, τον Σταύρο Τσώχο. Αυτούς που έκαναν πολύ κόσμο να αγαπήσει και τη δημοσιογραφία και τον αθλητισμό. Χάρη και στο άρθρο του (Εθνική μπάσκετ: Στους φιλικούς αγώνες παίζεις με φίλους | Blog - Νίκος Παπαδογιάννης | Gazzetta), αν και πολύ νεότερος, ο Νίκος Παπαδογιάννης κατατάσσεται ανάμεσα σε αυτούς. Διότι, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος μαζί του, καταφέρνει να τιμήσει το επάγγελμά του και να δώσει σε ένα αθλητικό γεγονός, την πραγματική του διάσταση.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)






























