Πρακτικά, για το πρώτο, την επιστροφή του ειδικού φόρου των εισιτηρίων που καταργήθηκε ως μέτρο τον Αύγουστο, οι συζητήσεις των κινηματογραφιστών με την κυβέρνηση και οι πρωτοβουλίες τους φαίνεται ότι καρποφόρησαν, καθώς εχθές ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης και ο υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς έκαναν αποδεκτό το αίτημα της επαναφοράς και θα το θέσουν, όπως ανακοίνωσαν, «στις συζητήσεις που διεξάγονται αυτή την περίοδο με τους θεσμούς, και μάλιστα μέχρι την οριστική διευθέτησή του θα πιστωθεί σχετικό ποσό».
«Χαιρετίζουμε την απόφαση, αναμένουμε την επίλυση του, αν και δεν θεωρούμε ως την πιο ενδεδειγμένη λύση να αντικατασταθεί η επιστροφή με σχετικό κονδύλι στον τακτικό προϋπολογισμό» σχολίασαν, σήμερα, στην προγραμματισμένη κοινή συνέντευξή τους, οι εκπρόσωποι της Ένωσης Σκηνοθετών-Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ), η Ένωση Ελληνκού Ντοκιμαντέρ (ΕΕΝ) και ο Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Έργων (ΣΑΠΟΕ).
Πρόκειται για βασικό σημείο του νόμου για τον κινηματογράφο, τόνισαν οι εκπρόσωποι, καθώς ένα ποσοστό από τον ειδικό φόρο των εισιτηρίων επιστρέφει στην κινηματογραφική αίθουσα, ένα άλλο τροφοδοτεί τις παραγωγές ταινιών του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και ένα άλλο μένει στο υπουργείο Πολιτισμού (για τη διοργάνωση των φεστιβάλ κ.λπ.). Κατά προσέγγιση, από το 2010 έως το 2014 ο μέσος όρος επιστροφής ειδικού φόρου στον κινηματογράφο ήταν 8 εκατ. ευρώ κάθε έτος, εξήγησαν.
Μάλιστα, για την ακύρωση της κατάργησης του ειδικού φόρου, ο ΣΑΠΟΕ κινείται δικαστικά, ενημέρωσε ο Πάνος Παπαχατζής, πρόεδρος του Συνδέσμου. Όπως επίσης ότι «ενώ εισπράχτηκε ο ειδικός φόρος του 2014 υπήρξε άρνηση να αποδοθεί στα μέσα του 2015»
Σχετικά με την υποχρέωση των τηλεοπτικών σταθμών για το 1,5% -που πλήρωνε μερικώς η ΕΡΤ και κάποια συνδρομητικά κανάλια, όπως επισήμανε ο Μάρκος Χολέβας- «αποτελεί υποχρέωση που θεσπίστηκε το 1993 και αδράνησε για χρόνια». Και το υπουργείο Πολιτισμού «έχει την ευθύνη για τις κυρώσεις που δεν επιβλήθηκαν από το 2012 και μετά» συμπλήρωσε ο γενικός γραμματέας της ΕΣΠΕΚ, Βασίλης Κοσμόπουλος.
Όσο για το ελληνικό δημιουργικό ντοκιμαντέρ, «μόνο η δημόσια τηλεόραση το στηρίζει. Όταν έκλεισε η ΕΡΤ αποκλειστικός εθνικός χορηγός του δημιουργικού ντοκιμαντέρ ήταν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, κι αυτό είναι προς τιμήν του» παρατήρησε ο Άγγελος Γκοβότσος εκ μέρους της ΕΕΝ.
Κι επιπλέον, το ελληνικό ντοκιμαντέρ άνθισε χάρη στις συμπαραγωγές με το εξωτερικό, συμπλήρωσε ο ίδιος: «προκειμένου να πετύχουμε μια συμπαραγωγή ντοκιμαντέρ με ξένες εταιρείες και κανάλια πρέπει η ΕΡΤ να μας χορηγήσει τουλάχιστον μια επιστολή ενδιαφέροντος κι αυτό πρέπει να το καταλάβει ο μηχανισμός της δημόσιας τηλεόρασης».
Όπως είπε και ο Κώστας Γαβράς σε βιντεοσκοπημένο χαιρετσιμό του στη σημερινή συνέντευξη Τύπου «ο ελληνικός κινηματογράφος είναι σχεδόν ο μοναδικός αντιπρόσωπος του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Όταν διάβασα το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, βρήκα εκπληκτικές τις προτάσεις του για τον κινηματογράφο. Μαθαίνω ότι καταργείται ο ειδικός φόρος των εισιτηρίων. Αν συμβεί κάτι τέτοιο θα μιλάμε όχι απλώς για την καθαίρεση του ελληνικού σινεμά αλλά για το πτώμα του ελληνικού σινεμά».
Ο διάσημος σκηνοθέτης δήλωσε επίσης διαθέσιμος να μεσολαβήσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Πολιτισμού προκειμένου να βοηθήσει να λυθεί το ζήτημα. «Αν δεν μπορέσουν, επειδή το επιβάλει η τρόικα και οι θεσμοί, σας προτείνω να πάμε όλοι μαζί στον Γιούνκερ προκειμένου να λύσουμε αυτό το ζήτημα. Κι αν δεν μας αφήσουν να τον συναντήσουμε τότε να συγκεντρωθούμε όλοι μαζί έξω από το κτίριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι να μας δεχτεί. Πρόκειται για την επιβίωση του ελληνικού κινηματογράφου», τόνισε ο Κώστας Γαβράς.
Παρόντες στη συνέντευξη Τύπου ήταν πολλοί σκηνοθέτες, διευθυντές φωτογραφίες (ανάμεσα τους κι ο Γιώργος Αρβανίτης), παραγωγοί, αιθουσάρχες, εκπρόσωποι της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Στη σειρά ενεργειών που έχουν δρομολογήσει είναι οι επαφές και συζητήσεις με κυβερνητικά στελέχη και υπουργούς για το θέμα του ελληνικού προγράμματος της ΕΡΤ και τις παραγωγές της, την αύξηση του ΦΠΑ στις κινηματογραφικές αίθουσες και μια σειρά ζητημάτων που «μπλοκάρουν» όπως είπαν τον νόμο και την εφαρμογή του για την ανάπτυξη της εγχώριας κινηματογραφίας.






























