Παρά τις επαναλαμβανόμενες διακηρύξεις για την ανάγκη κάλυψης των τεράστιων κενών στην αγορά εργασίας, η κυβέρνηση φαίνεται ότι ούτε το 2026 αντιμετωπίζει ουσιαστικά το πρόβλημα του ελλείμματος εργατικού δυναμικού, το οποίο εκτιμάται πλέον σε περίπου 250.000 θέσεις.
Το ζήτημα είναι ιδιαίτερα οξύ στον αγροτικό τομέα, αλλά και στον τουρισμό, τις κατασκευές και τη μεταποίηση, όπου οι επιχειρήσεις προειδοποιούν εδώ και χρόνια ότι αδυνατούν να βρουν εργαζόμενους, με άμεσες επιπτώσεις στην παραγωγή και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε χθες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καθορίζει τον ανώτατο αριθμό θέσεων εργασίας για πολίτες τρίτων χωρών για το 2026, έρχεται περισσότερο να επιβεβαιώσει το μέγεθος του προβλήματος παρά να το επιλύσει. Σύμφωνα με την απόφαση, ο συνολικός αριθμός θέσεων για πολίτες τρίτων χωρών θα ανέλθει σε 94.240, αριθμός που απέχει σημαντικά από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς, όπως αυτές καταγράφονται από εργοδοτικούς φορείς και επαγγελματικές οργανώσεις .
Από τις 94.240 θέσεις, οι 44.240 θα αφορούν σε εξαρτημένη εργασία, οι 48.000 εποχιακή απασχόληση και μόλις 2.000 προβλέπονται για εργαζομένους υψηλής ειδίκευσης. Η κατανομή αυτή αναδεικνύει τη διαχρονική εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από χαμηλά αμειβόμενη και συχνά προσωρινή εργασία, χωρίς να απαντά στο βασικό πρόβλημα της έλλειψης σταθερού και επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, δεν αγγίζει τις αιτίες που αποθαρρύνουν τόσο τους Έλληνες όσο και τους αλλοδαπούς εργαζόμενους, όπως οι χαμηλοί μισθοί, οι δύσκολες συνθήκες εργασίας και η αναντιστοιχία δεξιοτήτων.
Ιδιαίτερα στον πρωτογενή τομέα, όπου το έλλειμμα εργατών γης θεωρείται πλέον δομικό, προβλέπονται 19.000 θέσεις εξαρτημένης εργασίας και 32.000 εποχιακής. Ωστόσο, αγρότες και συνεταιρισμοί επισημαίνουν ότι οι αριθμοί αυτοί δεν επαρκούν, ενώ ταυτόχρονα οι διαδικασίες μετάκλησης παραμένουν περίπλοκες, χρονοβόρες και αβέβαιες. Το αποτέλεσμα είναι πολλές επιχειρήσεις να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις θεσμοθετημένες οδούς εύρεσης εργαζομένων από το εξωτερικό και να λειτουργούν με μειωμένο προσωπικό ή να εγκαταλείπουν καλλιέργειες.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και σε άλλους κλάδους. Στις κατασκευές, παρά τη σημαντική πρόβλεψη για εργάτες και τεχνίτες, οι εργολάβοι μιλούν για έργα που καθυστερούν λόγω έλλειψης προσωπικού. Στον τουρισμό και την εστίαση, όπου περιλαμβάνονται χιλιάδες θέσεις για μάγειρες, βοηθούς κουζίνας, σερβιτόρους και προσωπικό καθαριότητας, το πρόβλημα επανεμφανίζεται κάθε καλοκαίρι, με επιχειρήσεις να αδυνατούν να στελεχώσουν πλήρως τις μονάδες τους.
Η Πράξη προβλέπει επίσης κατάλογο τομέων απασχόλησης για την εποχιακή εργασία, καθώς και λεπτομερή αντιστοίχιση καλλιεργήσιμης έκτασης και ζωικού κεφαλαίου με τον αριθμό των εργαζομένων που μπορεί να μετακληθούν. Παρότι το πλαίσιο αυτό επιχειρεί να βάλει τάξη και αντικειμενικά κριτήρια, στην πράξη δεν απαντά στις καθυστερήσεις, τη γραφειοκρατία και τις συχνές αστοχίες που καταγγέλλουν οι εργοδότες.
Έτσι, ενώ το πρόβλημα του εργατικού δυναμικού βαθαίνει, η πολιτική που ακολουθείται και για το 2026 δείχνει να κινείται σε αποσπασματικές λύσεις, χωρίς να αγγίζει τον πυρήνα μιας κρίσης που απειλεί πλέον ευθέως την παραγωγική βάση της χώρας.



























