Στην απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής φορολογούμενου που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο ενδυμάτων και υποδημάτων προχώρησε η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, επικυρώνοντας πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων για το φορολογικό έτος 2019.
Η υπόθεση αφορούσε έλεγχο που διενεργήθηκε από το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Φορολογουμένων, μετά από στοιχεία της ΥΕΔΔΕ Αττικής, σύμφωνα με τα οποία ο προσφεύγων είχε λάβει εικονικά φορολογικά στοιχεία από επιχείρηση που κρίθηκε συναλλακτικά ανύπαρκτη.
Από τον απομακρυσμένο έλεγχο προέκυψε ότι κατά το επίμαχο φορολογικό έτος είχαν καταχωριστεί τιμολόγια για συναλλαγές που δεν πραγματοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα τη διόγκωση των εξόδων και την αδικαιολόγητη μείωση των φορολογικών υποχρεώσεων.
Η φορολογική διοίκηση δεν αναγνώρισε τις σχετικές δαπάνες ως εκπιπτόμενες και προχώρησε σε αναμόρφωση των αποτελεσμάτων της χρήσης, επιβάλλοντας φόρους, πρόστιμα και εισφορές. Ο φορολογούμενος προσέφυγε στη ΔΕΔ υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι η πράξη στερείται επαρκούς αιτιολογίας, ότι ενήργησε καλόπιστα ως λήπτης των στοιχείων, ότι παραβιάστηκε το τεκμήριο αθωότητας, η αρχή της αναλογικότητας και το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης.
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, ωστόσο, έκρινε ότι ο έλεγχος ήταν πλήρως αιτιολογημένος και βασίστηκε στη συνολική φορολογική και συναλλακτική συμπεριφορά του εκδότη των τιμολογίων, ο οποίος δεν διέθετε την απαιτούμενη υποδομή, προσωπικό ή επιχειρηματική δραστηριότητα για να πραγματοποιήσει τις εμφανιζόμενες συναλλαγές. Επιπλέον, επισημάνθηκε ότι η τραπεζική εξόφληση των τιμολογίων δεν αρκεί από μόνη της για να αποδείξει την πραγματική πραγματοποίηση συναλλαγών.
Παράλληλα, απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί περί παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας, καθώς δεν υφίσταται ποινική διαδικασία, ενώ κρίθηκε ότι τα πρόστιμα επιβλήθηκαν σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, χωρίς περιθώριο διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης. Με βάση τα παραπάνω, η ΔΕΔ επικύρωσε στο σύνολό της την πράξη του Κ.Ε.ΜΕ.Φ., επισημαίνοντας ότι ο φορολογούμενος μπορεί να προσφύγει στα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια εντός της νόμιμης προθεσμίας.






























