Στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπό την προεδρία του Μιχάλη Πικραμένου, συζητήθηκε αναλυτικά το ζήτημα της συνταγματικότητας ορισμένων διατάξεων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ), με ιδιαίτερη έμφαση σε τεχνικά και νομικά ζητήματα που αφορούν την προσαύξηση της δόμησης και του ύψους των κτηρίων. Η δίκη απασχόλησε το ανώτατο δικαστήριο κατόπιν παραπομπής από το Ε’ Τμήμα του ΣτΕ, το οποίο είχε κρίνει ότι ορισμένες από τις διατάξεις του ΝΟΚ είναι αντίθετες στο Σύνταγμα, εγείροντας σοβαρά πολεοδομικά και νομικά ζητήματα.
Με λίγα λόγια οι μεγάλες σε όγκο και ύψος πολυκατοικίες που ξεφυτρώνουν σε όλη την Αττική βρέθηκαν στο επίκεντρο.
Στον πυρήνα της συζήτησης τέθηκε το αν οι διατάξεις του ΝΟΚ, που επιτρέπουν προσαυξήσεις στον συντελεστή δόμησης μέσω της μείωσης της κάλυψης των οικοπέδων και της κατασκευής κτηρίων υψηλής ενεργειακής απόδοσης (μπόνους δόμησης), είναι συνταγματικές. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούσαν τους προσφεύγοντες εστίασαν στην αντίφαση των άρθρων 10 και 25 του ΝΟΚ (ν. 4067/2012) με το Σύνταγμα, καθώς αυτές οι διατάξεις οδηγούν σε αυξήσεις του ύψους των κτηρίων και του συνολικού όγκου δόμησης σε περιοχές που υπόκεινται σε αυστηρούς πολεοδομικούς κανόνες.
Συγκεκριμένα, το Ε’ Τμήμα είχε κρίνει ως αντισυνταγματική την πρόβλεψη ότι χώροι κυρίας χρήσεως όπως πατάρια, σοφίτες και έρκερ εξαιρούνται από τον υπολογισμό του συντελεστή δόμησης, καθώς αυτό οδηγεί σε αυξημένο ύψος, όγκο και αριθμό ορόφων στα κτήρια. Παράλληλα, υπήρξε αντίθεση και στην κατασκευή χώρων κυρίας χρήσεως στα δώματα των κτηρίων, κάτι που το τμήμα έκρινε επίσης αντισυνταγματικό.
Ένα από τα βασικά σημεία νομικής αντιπαράθεσης ήταν το εάν κατά την έκδοση των οικοδομικών αδειών που αμφισβητούνται, εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του ΝΟΚ χωρίς τη σύνταξη της απαραίτητης Ειδικής Επιστημονικής Μελέτης, όπως απαιτεί το άρθρο 24 του Συντάγματος. Αυτή η μελέτη κρίνεται απαραίτητη για να διαπιστωθεί αν η αύξηση της δόμησης και του ύψους των κτηρίων θα συμβάλλει σε οικιστική ανάπτυξη ή αν θα επιβαρύνει και θα υποβαθμίσει τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων του Δήμου Αλίμου.
Μια από τις εισηγήτριες του ΣτΕ, επισήμανε ότι ανακύπτει σοβαρό ζήτημα ως προς τον υπολογισμό των υψών των κτηρίων. Συγκεκριμένα, έθεσε το ερώτημα αν η αφετηρία υπολογισμού πρέπει να είναι τα 14 μέτρα που προβλέπει ο ΝΟΚ βάσει συντελεστή δόμησης 0,8, τα οποία είναι ευνοϊκότερα σε σχέση με τα 17 μέτρα που προβλέπει το Προεδρικό Διάταγμα της περιοχής, αλλά δυσμενέστερα από τα 13 μέτρα που ίσχυαν πριν από το ΝΟΚ. Εκφράστηκε η ανησυχία ότι με αυτόν τον τρόπο δια της πλαγίας οδού αυξάνεται το ύψος των κτηρίων, επιτρέποντας την ανέγερση κτηρίων μεγαλύτερου ύψους σε σχέση με ό,τι επιτρεπόταν προηγουμένως.
Οι δικηγόροι των προσφευγόντων επισήμαναν ότι η συνταγματικότητα των διατάξεων του ΝΟΚ αποτελεί τη σοβαρότερη πολεοδομική υπόθεση των τελευταίων δεκαετιών, ξεπερνώντας ακόμα και την υπόθεση της μεταφοράς συντελεστή δόμησης που είχε απασχολήσει το ΣτΕ στο παρελθόν. Τόνισαν ότι οι διατάξεις του ΝΟΚ επιβαρύνουν τη φέρουσα ικανότητα των πόλεων, καθώς επιτρέπουν την κατασκευή κτηρίων με δύο επιπλέον ορόφους. Σημείωσαν επίσης την εξαίρεση τριών περιοχών (Φιλοθέη, Ψυχικό, Πολιτεία) από την εφαρμογή του ΝΟΚ, προκαλώντας ερωτήματα για την ισότητα στην εφαρμογή του νόμου.
Από την άλλη πλευρά, οι δικηγόροι που υπερασπίστηκαν τη συνταγματικότητα του ΝΟΚ υποστήριξαν ότι ο κανονισμός εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, παρέχοντας κίνητρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων και τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Παράλληλα, υποστήριξαν ότι οι ρυθμίσεις του ΝΟΚ είναι σύμφωνες με την ευρωπαϊκή πρακτική, προσφέροντας σύγχρονες λύσεις για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, διαμέσου των εκπροσώπων του, υπεραμύνθηκε επίσης της συνταγματικότητας του ΝΟΚ, επισημαίνοντας ότι ο κανονισμός δεν εισάγει νέους πολεοδομικούς κανόνες, αλλά λειτουργεί παράλληλα με τους υπάρχοντες οικοδομικούς κανονισμούς, επιφέροντας μικρές πολεοδομικές παρεμβάσεις. Οι εκπρόσωποι του υπουργείου ανέφεραν ότι τα μπόνους που προβλέπει ο ΝΟΚ, όπως η αύξηση του ύψους των κτηρίων, λειτουργούν ως αντισταθμιστικά μέτρα, επιτρέποντας την επέκταση των χώρων πρασίνου.
Στο τέλος της ακροαματικής διαδικασίας, οκτώ από τα 27 μέλη της Ολομέλειας υπέβαλαν ερωτήσεις προς τους δικηγόρους, οι οποίες θα απαντηθούν μέσω υπομνημάτων που θα κατατεθούν. Η απόφαση της Ολομέλειας αναμένεται σε μεταγενέστερο χρόνο.