Η απασχόληση σε νέους πράσινους κλάδους αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια, εν μέσω της ενεργειακής μετάβασης, δημιουργώντας τεκτονικές αλλαγές στις απαιτούμενες δεξιότητες και τις αποδοχές των εργαζομένων. Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ανανεώσιμης Ενέργειας (Irena), το 2022 υπήρχαν 13,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας διεθνώς στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας, σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με δέκα χρόνια πριν. Ιδιαίτερα δυναμική ήταν η ηλιακή ενέργεια, που απορρόφησε το ένα τρίτο του συνολικού εργατικού δυναμικού, με την Κίνα να κατέχει το 41% αυτών των θέσεων.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) εκτιμά ότι μέχρι το 2030 θα δημιουργηθούν επιπλέον 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον τομέα της πράσινης ενέργειας, ενώ στον αντίποδα, οι θέσεις στα ορυκτά καύσιμα αναμένεται να μειωθούν κατά 2,5 εκατομμύρια. Οι αλλαγές αυτές φέρνουν μεγάλες ανακατατάξεις στην παγκόσμια αγορά εργασίας. Μια πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ καταδεικνύει ότι, ενώ οι υψηλά εξειδικευμένες θέσεις εργασίας σε πράσινους κλάδους προσφέρουν καλύτερες αποδοχές, ο ίδιος κανόνας δεν ισχύει για θέσεις χαμηλότερης ειδίκευσης, όπως στη μεταφορά φορτίων ή την ανακύκλωση.
Παράλληλα, εγείρονται ανησυχίες για τον κοινωνικό αντίκτυπο της πράσινης μετάβασης, ιδίως όταν η απασχόληση μετατοπίζεται σε νέες τοποθεσίες. Ένα ακόμη ζήτημα είναι το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στις πράσινες βιομηχανίες έχουν μικρότερη συνδικαλιστική κάλυψη, γεγονός που δημιουργεί προβληματισμούς για τις εργασιακές συνθήκες. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τουλάχιστον το 25% των θέσεων εργασίας στις χώρες-μέλη του οργανισμού θα επηρεαστεί από τις πολιτικές μηδενικών εκπομπών ρύπων, με θετικό και αρνητικό τρόπο.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι θέσεις σε βιομηχανίες υψηλής εκπομπής ρύπων, όπως η παροχή ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, η εξόρυξη και η ενεργοβόρα βιομηχανία, προβλέπεται να μειωθούν κατά 14% μέχρι το 2030. Παρόλο που αυτές οι θέσεις αποτελούν μικρό ποσοστό της συνολικής απασχόλησης, τείνουν να προσφέρουν υψηλές αποδοχές και να συνοδεύονται από ισχυρή συνδικαλιστική υποστήριξη.