Η προγραμματισμένη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των κρατών μελών του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να οδηγήσει στην παραγωγή επιπλέον 1,32 δισ. τόνων ρύπων την επόμενη δεκαετία - ποσότητα αντίστοιχη με τις ετήσιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Βραζιλίας, της πέμπτης μεγαλύτερης ρυπαίνουσας χώρας στον κόσμο - αποκαλύπτει νέα έκθεση.
Όπως διαβάζουμε στον Guardian, η στρατιωτική δραστηριότητα είναι έντονα εξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα, ωστόσο τα επίσημα στοιχεία των χωρών για τις στρατιωτικές εκπομπές είναι αποσπασματικά ή ανύπαρκτα.
Μια ανασκόπηση 11 πρόσφατων ακαδημαϊκών μελετών από τους Scientists for Global Responsibility διαπίστωσε ότι κάθε επιπλέον 100 δισ. δολάρια στρατιωτικών δαπανών οδηγούν σε περίπου 32 εκατ. τόνους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (tCO2e) που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα.
Οι εκπομπές προέρχονται από άμεσες πηγές, όπως τα καύσιμα των μαχητικών αεροσκαφών, πολεμικών πλοίων και τεθωρακισμένων, καθώς και από έμμεσες εκπομπές λόγω μεταφοράς εξοπλισμού, πολύπλοκων παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού και των επιπτώσεων της ίδιας της πολεμικής δράσης.
Σημειώνεται πως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία - και τις αυξανόμενες απειλές του Ντόναλντ Τραμπ να εγκαταλείψει τους παραδοσιακούς συμμάχους της Αμερικής - το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε σχέδια αύξησης των στρατιωτικών δαπανών στο 3,5% του ΑΕΠ, ως μέρος ευρύτερου στόχου ασφάλειας που αγγίζει το 5% του ΑΕΠ για κάθε χώρα-μέλος.
Σύμφωνα με την έκθεση, η επίτευξη του 3,5% θα προσθέσει 132 εκατ. tCO2e στην ατμόσφαιρα, ποσότητα αντίστοιχη με τη ρύπανση άνθρακα που παράγουν ετησίως 345 εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο – ή ολόκληρη η πετρελαιοπαραγωγική χώρα Ομάν.
Η προγραμματισμένη αύξηση έρχεται να προστεθεί στα έξτρα 200 δισ. δολάρια που δαπανήθηκαν μεταξύ 2019 και 2024, τα οποία ήδη αύξησαν το στρατιωτικό αποτύπωμα άνθρακα του ΝΑΤΟ κατά περίπου 64 εκατ. tCO2.
«Είναι εξαιρετικά δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς οι τρέχουσες και οι προγραμματισμένες αυξήσεις στρατιωτικών δαπανών μπορούν να συμφιλιωθούν με την αναγκαία μετασχηματιστική δράση για την αποτροπή επικίνδυνων κλιματικών αλλαγών», αναφέρει η βρετανική SGR.
Οι στρατιωτικές εκπομπές είναι τεράστιες αλλά δύσκολα παρακολουθήσιμες, σε μεγάλο βαθμό λόγω έλλειψης διαφάνειας, και η πρόβλεψη του τρόπου δαπάνης των αυξήσεων στον προϋπολογισμό έχει πολλά κενά.
Παρόλα αυτά, το συνολικό στρατιωτικό αποτύπωμα άνθρακα εκτιμήθηκε περίπου στο 5,5% των παγκόσμιων εκπομπών το 2019 – εξαιρουμένων των αερίων του θερμοκηπίου από πολεμικές επιχειρήσεις και ανασυγκρότηση μετά από συγκρούσεις.
Αυτό είναι περισσότερο από τη συνολική συνεισφορά της πολιτικής αεροπορίας (2%) και της ναυτιλίας (3%).
Έκτοτε, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες εκτοξεύτηκαν, φτάνοντας τα 2,72 τρισ. δολάρια το 2024 - το υψηλότερο επίπεδο από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνούς Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης. Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός του Ισραήλ εκτοξεύτηκε στα 46,5 δισ. δολάρια το 2024 - η μεγαλύτερη αύξηση παγκοσμίως, ενώ συνεχίστηκε η βομβαρδιστική δραστηριότητα στη Γάζα, τη Συρία, το Ιράν, την Υεμένη και τον Λίβανο.
Την ίδια ώρα, ο προϋπολογισμός του Πενταγώνου για το 2026 αναμένεται να φτάσει το 1 τρισ. δολάρια χάρη στο νομοσχέδιο Τραμπ για φορολογία και δαπάνες, αύξηση 17% σε σχέση με πέρυσι.
Η έκθεση της SGR αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση μέχρι σήμερα για τον αντίκτυπο της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς ο πλανήτης οδεύει προς κλιματική καταστροφή και οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να αναλάβουν ουσιαστική δράση.
Τα ευρήματα, τα οποία βασίζονται στις μεθοδολογίες που χρησιμοποιήθηκαν στις 11 αναλυθείσες μελέτες, υποδηλώνουν ότι η στρατιωτική επέκταση θα παίξει σημαντικό ρόλο στην υπέρβαση του κλιματικού στόχου του Παρισιού για περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 1,5°C πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα.
«Υπάρχει επείγουσα ανάγκη για ταχεία αποανθρακοποίηση ώστε να αποτραπούν οι πιο επικίνδυνες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, τα πρόσφατα και προγραμματισμένα προγράμματα εξοπλισμών και οι πόλεμοι ωθούν τον κόσμο στην αντίθετη κατεύθυνση», δήλωσε ο δρ Στιούαρτ Πάρκινσον, συγγραφέας της έκθεσης και κορυφαίος ερευνητής στον τομέα.
Η έκθεση συνιστά οι χώρες με στρατιωτικές δαπάνες άνω του 0,5% του ΑΕΠ να υποχρεώνονται να παρέχουν αξιόπιστα δεδομένα στον ΟΗΕ, να συνδράμουν στην εκτίμηση των εκπομπών που σχετίζονται με συγκρούσεις και να εφαρμόσουν σχέδια μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα μέσω τεχνολογικών και μη τεχνολογικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων συμφωνιών ειρήνης, ελέγχου όπλων και πρωτοβουλιών αφοπλισμού.




























