Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλλουν νέο, υψηλότερο δασμό 30% σε όλα τα προϊόντα που εισάγονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απόφαση αυτή εντάσσεται στη σκληρή εμπορική πολιτική που ο ίδιος προωθεί και έχει στόχο, όπως λέει, να προστατεύσει την αμερικανική αγορά από «άδικες πρακτικές».
Ο Τραμπ προειδοποίησε μάλιστα ότι ο δασμός μπορεί να αυξηθεί κι άλλο, αν η ΕΕ απαντήσει με αντίποινα. Παράλληλα, άφησε ένα μικρό «παράθυρο» συνεννόησης, λέγοντας πως αν η Ευρώπη αλλάξει στάση, τότε και οι ΗΠΑ μπορεί να ξαναδούν το θέμα.
Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό στην πράξη, ας δούμε το παράδειγμα του ελληνικού ελαιολάδου. Μια αμερικανική εταιρεία θέλει να εισάγει ελαιόλαδο από την Ελλάδα. Το κόστος για ένα λίτρο είναι 10 ευρώ. Με τον νέο δασμό 30%, η εταιρεία πρέπει να πληρώσει άλλα 3 ευρώ ως φόρο στο τελωνείο. Άρα, το συνολικό κόστος ανεβαίνει στα 13 ευρώ. Τώρα η εταιρεία έχει τέσσερις επιλογές: να απορροφήσει η ίδια το κόστος, να διαπραγματευτεί καλύτερη τιμή με τον Έλληνα παραγωγό, να αυξήσει λίγο την τιμή στον καταναλωτή ή να μετακυλήσει ολόκληρο το ποσό στον πελάτη. Αν διαλέξει την τελευταία λύση, ο καταναλωτής στις ΗΠΑ θα πληρώσει το ελαιόλαδο 13 ευρώ αντί για 10.
Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο στην Αμερική αλλά και στην Ελλάδα. Αν οι εισαγωγές μειωθούν λόγω υψηλών τιμών, οι Έλληνες παραγωγοί μπορεί να χάσουν πελάτες. Ίσως χρειαστεί να ανεβάσουν τις τιμές και στην εγχώρια αγορά για να καλύψουν το κενό. Παράλληλα, γενικότερα οι δασμοί αυξάνουν το κόστος για τους εισαγωγείς και τους καταναλωτές, επηρεάζουν τις επιχειρήσεις που βασίζονται στο διεθνές εμπόριο και μπορεί να οδηγήσουν σε αλυσίδα ανατιμήσεων.



























