Το ενδιαφέρον των Αρχών έχει στραφεί στην οικιακή βοηθό που εργαζόταν στο σπίτι τους στο Ελληνικό για περίπου δύο μήνες και φέρεται να είχε κομβικό ρόλο τις τελευταίες κρίσιμες ημέρες.
Η 55χρονη, βουλγαρικής καταγωγής, μίλησε στην κάμερα του "Live News", δηλώνοντας αθώα και εμφανώς ταραγμένη από τις υποψίες που τη βαραίνουν. Ανέφερε ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να φροντίσει την οικογένεια και πως δεν έχει διαπράξει τίποτα για το οποίο να μετανιώνει. Με τρεμάμενη φωνή εξέφρασε την αγωνία της για το ότι μπορεί να βρεθεί κατηγορούμενη χωρίς να έχει φταίξει. «Χωρίς να φταίω θα βρω τον μπελά μου. Με δείχνουν στην τηλεόραση λες και είμαι ένοχη. Δουλεύω σκληρά, είμαι και καμαριέρα σε ξενοδοχείο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την ίδια, όλα ξεκίνησαν λίγο πριν το Πάσχα, όταν η 98χρονη Κατερίνα άρχισε να παρουσιάζει έντονα συμπτώματα, με συνεχείς εμετούς, και μεταφέρθηκε στον Ερυθρό Σταυρό, όπου και κατέληξε τέσσερις ημέρες αργότερα. Την ημέρα του θανάτου της, η κόρη της, Βέρα, λιποθύμησε στο σπίτι, σύμφωνα με την περιγραφή της οικιακής βοηθού, η οποία την εντόπισε στο πάτωμα με μπλε χείλη και εμετούς γύρω της. Όπως λέει, την πήγε στο νοσοκομείο μετά από δική της παράκληση. Λίγο αργότερα απεβίωσε και εκείνη.
Οι Αρχές, που ερευνούν την υπόθεση μέσω του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, προσπαθούν να ρίξουν φως σε σειρά ερωτημάτων που σχετίζονται με την παρουσία και τις ενέργειες της οικιακής βοηθού: από το κατά πόσο συνέχισε να επισκέπτεται το σπίτι μετά τους θανάτους, μέχρι το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα δεν έχει παραδώσει τα κλειδιά. Η ίδια απαντά ότι έχει προσπαθήσει πολλές φορές να τα παραδώσει, χωρίς επιτυχία. «Έχω πάει δέκα φορές στην αστυνομία και κανείς δεν τα παίρνει. Γιατί δεν λένε την αλήθεια;», δηλώνει.
Ωστόσο, στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ» είχε δώσει μια διαφορετική εκδοχή, υποστηρίζοντας ότι μόνο η ίδια έχει το κλειδί και πως δεν σκοπεύει να το δώσει σε κανέναν. Στην πορεία, εξήγησε πως αισθάνθηκε υποχρεωμένη να προστατεύσει τα προσωπικά αντικείμενα της οικογένειας μέχρι να εντοπιστούν συγγενείς. «Η μία ήρθε και ζητούσε την κιθάρα του κυρίου Μιχάλη. Ποια είμαι εγώ να τα δίνω;».
Ένα ακόμα ερώτημα αφορά την απομάκρυνση αντικειμένων από το σπίτι, για την οποία μιλούν γείτονες που την είδαν να βγαίνει με πράγματα στα χέρια. Εκείνη το διαψεύδει κατηγορηματικά, λέγοντας πως ποτέ δεν πήρε τίποτα από το σπίτι και πως μπορεί να αποδειχθεί από τις κάμερες ασφαλείας. Αναφέρει ότι πήγε μόνο δύο φορές μετά τους θανάτους, για να πάρει δικά της πράγματα και να πλύνει όσα της είχε ζητήσει η κυρία Βέρα. Το πλύσιμο των σεντονιών, όπως λέει, έγινε κατόπιν σχετικής οδηγίας, πριν εκείνη μεταφερθεί στο νοσοκομείο. «Τα έπλυνα και τα άπλωσα. Όταν τα έδειχναν, πήγα και τα μάζεψα», λέει.
Επιπλέον, προκαλούν ερωτήματα οι αντιφάσεις στις δηλώσεις της. Αρχικά φέρεται να είπε πως δεν γνώριζε τον γιο της οικογένειας, τον κύριο Μιχάλη, ενώ σε άλλο σημείο αναφέρθηκε στην ασθένειά του. Η ίδια απαντά ότι μπερδεύτηκε στην περιγραφή λόγω της έντασης και του σοκ, αλλά επιμένει πως δεν έχει να κρύψει τίποτα και δεν βιάστηκε να οργανώσει τις κηδείες, όπως λέγεται. Υποστηρίζει πως ρώτησε τις αρμόδιες υπηρεσίες για το τι πρέπει να γίνει και της είπαν πως οι σοροί έπρεπε να παραληφθούν άμεσα. «Το ορκίζομαι σε ό,τι ιερό έχω, δεν πήγα να τους πάρω από μόνη μου», δηλώνει.
Τέλος, αφήνει αιχμές για φίλους του γιου της οικογένειας, οι οποίοι, όπως λέει, εξαφανίστηκαν μόλις δημοσιοποιήθηκε η υπόθεση. «Εγώ δεν έχω κρυφτεί, όπως εκείνοι. Είμαι εδώ, ό,τι χρειάζεται θα το αντιμετωπίσω», αναφέρει και προσθέτει ότι βρίσκεται σε οικονομική απόγνωση, αφού χρειάζεται νομική υποστήριξη και δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να πληρώσει δικηγόρους.
Η αστυνομική έρευνα συνεχίζεται με στόχο να διαλευκανθούν πλήρως τα αίτια των θανάτων και να ξεκαθαριστεί εάν πρόκειται για μια τραγική συγκυρία ή εάν πίσω από την υπόθεση κρύβεται κάτι πολύ πιο σκοτεινό.

































