«Στην ουσία της υπόθεσης δεν μπορώ να μπω, ωστόσο ως καθηγητής τα επιστημονικά βιβλία του οποίου τα διαβάζουν σε όλο τον κόσμο μπορώ να μιλήσω και να πω ότι ο βαθμός υποκειμενικότητας είναι από πολύ μικρός ως μηδενικός.Η ακριβής επιστημονική ανάλυση των στοιχείων μπορεί στον μέγιστο βαθμό να διακριβώσει την αλήθεια» είπε στον ΣΚΑΪ.
«Από την πλευρά μου θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια, ώστε η επιστημονική γνώση να είναι στη διάθεση της ελληνικής κοινωνίας, η οποία θα πληροφορηθεί», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Σε ερώτηση εάν τα δύο τρένα θα μπορούσαν να είχαν σταματήσει απάντησε: «Ο σιδηρόδρομος είναι βαρύ σύστημα και έχει μεγάλη απόσταση πέδησης ανάλογα με την ταχύτητα. Με αυτά που ακούω για την ταχύτητες των τρένων, το επιβατικό τρένο χρειάζεται τουλάχιστον 1.000 μέτρα και μέχρι 1.500 μέτρα, γιατί η πέδηση δεν είναι αυτόματη και απόλυτη, το άλλο θα χρειαζόταν περί τα 500 μέτρα.
Επομένως ακόμη και σε απόσταση 3 χλμ το ένα απέναντι στο άλλο θα μπορούσε να έχει αποτραπεί» σημείωσε και συμπλήρωσε ότι ότι από τη δεκαετία του 1980 που αποφασίστηκε η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στην Ευρώπη κυριάρχο στοιχείο ήταν η ασφάλεια.
Αναφορικά με τη γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη είπε ότι θα έπρεπε να έχει ενιαία τεχνολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά. «Θα ψάξουμε μια προς μια τις συμβάσεις για να δούμε αν ισχύει αυτό».
Παράλληλα, τόνισε ότι αν από την αρχή υπήρχαν ενιαία τεχνολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τότε κάθε σύμβαση θα ήταν υποχρεωμένη να συμμορφώνεται προς αυτά τα χαρακτηριστικά.
«Θα καταβληθεί από μέρος μου κάθε προσπάθεια να αναλυθεί κάθε στοιχείο που είχε μερίδιο ευθύνης για να συμβεί αυτή η τραγωδία» είπε ο κ. Προφυλλίδης.
«Η εντολή που έχουμε από την Πολιτεία είναι να κάνουμε ένα πρακτικό, το οποίο με αφετηρία τις λεπτομέρειες που οδήγησαν σε αυτό το γεγονός θα αναζητήσει τις αιτίες που μας έφεραν εδώ».