Αν είστε από τους αναγνώστες εκείνους που συνηθίζουν να κρατούν σημειώσεις με μολύβι ακόμα και σε λογοτεχνικά βιβλία και αποφασίσετε να διαβάσετε τις «Υπολήψεις» του Βάσκες, τότε θα πρέπει να προετοιμάσετε τα μολύβια και τις ξύστρες σας. Ο συγγραφέας αυτός δεν σε αφήνει σε ησυχία. Κάτι που ούτως ή άλλως έκανε και με τα προηγούμενα βιβλία του αλλά τώρα, ταπεινή προσωπική άποψη, ξεπέρασε τα όρια. Και τα ξεπέρασε όχι με κάποιο ογκώδες μυθιστόρημα αλλά με το δύσκολο εγχείρημα μιας νουβέλας, που όλοι ξέρουμε, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για τον Βάσκες φαίνεται πως κάτι τέτοιο δεν ήταν πρόβλημα. Απεναντίας, γράφει με έναν μεστό λόγο, πολύ σοβαρά πράγματα και με πολύ μεγάλη τέχνη. Με λίγες λέξεις λέει τα πάντα και αυτό είναι ένα από τα πολλά ταλέντα που έχει ο 46άχρονος Κολομβιανός συγγραφέας.
«Είναι πολύ φτωχή η μνήμη που δουλεύει μόνο προς τα πίσω», είναι ένα από τα αγαπημένα μότο του, το οποία επαναλαμβάνει σε διάφορα σημεία του βιβλίου. Μία τεχνική που την αξιοποιεί με περισσή μαεστρία ο Βάσκες, χωρίς να πέφτει στην παγίδα πολλών άπειρων ή και ατάλαντων συγγραφέων που μιμούνται την ψυχαναγκαστική τεχνική των άνευρων, έως και αστείων, συμβουλών τύπου Κοέλιο και μάλιστα εξηγώντας σε κάθε παράγραφο τι εννοούν στην προηγούμενη. Ας δούμε την υπόθεση:
Ο Χαβιέρ Μαγιαρίνο είναι ο πολιτικός γελοιογράφος με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Κολομβία, ένας ζωντανός μύθος. Η ιστορία εκτυλίσσεται στο 2010, στο κέντρο της πόλης της Μπογκοτά, όπου ο Μαγιαρίνο πηγαίνει πεζός στην περίφημη λυρική σκηνή Teatro Colón για τη μεγαλειώδη βράβευσή του από την κυβέρνηση. Έπειτα από τέσσερις δεκαετίες λαμπρής καριέρας, έχει όλη τη χώρα στα πόδια του. Η επίδραση των σκίτσων του υπήρξε τέτοια, ώστε μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές ανατροπές σε κυβερνητικές διαδικασίες, δικαστικές αποφάσεις, να κλονίζει τα θεμέλια ενός υπουργείου, να ανατρέπει έναν δήμαρχο, να προκαλεί φόβο στους πολιτικούς. Καθώς ένας λούστρος περιποιείται τα παπούτσια του, ο Μαγιαρίνο αρχίζει να πλάθει τις φοβερές του σκέψεις. Και μαζί με αυτό αρχίζει να πλέκει ένα από τα πιο πολύπλοκα σενάρια ζωής που μπορεί να πλέξει κάποιος. Από αυτά που αποπειρώνται να εξηγήσουν τι συμβαίνει στις ζωές των ανθρώπων όταν προσβάλλονται όλα όσα χτίζουν στην οικοδομή της ηθικής τους για μια ολόκληρη ζωή, αυτό που έχουμε μάθει να λέμε “υπόληψη”. Και τότε αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια της ζωής του.
Οι στοχασμοί του Βάσκες είναι αξεπέραστοι, επιβεβαιώνοντας ότι πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας, με έντονο τον κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό και το ξεκλείδωμα δύσκολων ψυχικών καταστάσεων, ιδίως στο θέμα της κατασκευής και του επηρεασμού της ανθρώπινης υπόληψης μέσω της δημοσιοποίησης και των ΜΜΕ. Και το θέμα γίνεται ακόμα και επίκαιρο όσον αφορά στα δικά μας και πόσω μάλλον όταν η δημοσιογραφική παρέμβαση που οδηγεί στον επηρεασμό της υπόληψης και της προσωπικότητας γίνεται μέσα από μια γελοιογραφία.
“Η ζωή είναι η καλύτερη γελοιογράφος. Η ζωή φτιάχνει την ίδια μας τη γελοιογραφία... Καταλαβαίνετε ασφαλώς πως δεν μιλάω μόνο για τα εξωτερικά γνωρίσματα, αλλά για τα μυστηριώδη χνάρια που αφήνει η ζωή στα χαρακτηριστικά μας, το ηθικό τοπίο, ναι, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το ονομάσω, το ηθικό τοπίο που ζωγραφίζεται στο πρόσωπό μας καθώς η ζωή περνάει, καθώς προχωράμε κάνοντας λάθη ή το σωστό, καθώς πληγώνουμε τους άλλους ή πασχίζουμε να μην το κάνουμε, καθώς λέμε ψέματα ή εξαπατούμε ή επιμένουμε, κάποτε με θυσίες μεγάλες, στο πάντα επίμοχθο έργο τού να λέμε την αλήθεια”, γράφει ο Βάσκες και μάλλον χτυπάει… νεύρο. Και ακόμα ένα:
“Διόλου περίεργο σ’ αυτήν την αμνησιακή χώρα, την ψυχωτική με το παρόν, σ’ αυτή τη ναρκισσιστική χώρα όπου ούτε οι νεκροί μπορούν να θάψουν τους νεκρούς τους. Η λήθη ήταν το μοναδικό δημοκρατικό πράγμα στην Κολομβία: Τους κάλυπτε όλους, καλούς και κακούς, δολοφόνους και ήρωες, όπως το χιόνι στο διήγημα του Τζόις που πέφτει πάνω σε όλους αδιακρίτως. Εκείνη τη στιγμή υπήρχαν άνθρωποι σε ολόκληρη την Κολομβία που δούλευαν πυρετωδώς ώστε να ξεχαστούν κάποια πράγματα- μικρά ή μεγάλα εγκλήματα ή υπεξαιρέσεις ή κολοσσιαία ψέματα - κι ο Μαγιαρίνο έβαζε στοίχημα πως όλοι τους, ανεξαιρέτως, θα πετύχαιναν στο έργο τους”.
Καλή ανάγνωση...