Η Σωληνουργεία Κορίνθου εγκαινίασε το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό σύστημα βιομηχανικής στέγης στην Ελλάδα, ισχύος 7,1 MW, που εγκαταστάθηκε στο εργοστάσιο της εταιρείας στη Βιομηχανική Περιοχή Θίσβης. Το έργο, το οποίο περιλαμβάνει 12.000 ηλιακά πάνελ τελευταίας τεχνολογίας, ηλεκτροδοτεί πλέον απευθείας τις παραγωγικές εγκαταστάσεις, σηματοδοτώντας ένα κομβικό βήμα προς τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας.
Η υλοποίηση έγινε σε συνεργασία με τη Survey Digital Photovoltaics, που ανέλαβε τον σχεδιασμό και την κατασκευή, ενώ η χρηματοδότηση πραγματοποιήθηκε μέσω ενός καινοτόμου σχήματος ESCO από τις εταιρείες Sirec Energy και Survey Digital Photovoltaics, με τη στήριξη της Τράπεζας Πειραιώς. Με βάση τη 10ετή σύμβαση, το σύστημα θα μεταβιβαστεί χωρίς κόστος στη Σωληνουργεία Κορίνθου, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμα οφέλη.
Το φωτοβολταϊκό αναμένεται να παράγει ετησίως 10.000 MWh πράσινης ενέργειας, ποσότητα που καλύπτει περίπου το 25% των αναγκών του εργοστασίου. Η εγκατάσταση εκτείνεται σε δύο στέγες συνολικής έκτασης 60.000 τετραγωνικών μέτρων και λειτουργεί με μοντέλο άμεσης κατανάλωσης, χωρίς έγχυση στο δίκτυο υψηλής τάσης, επιτυγχάνοντας βέλτιστη αξιοποίηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το έργο θα μειώσει τις ετήσιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά περίπου 4.000 τόνους.
Η πρωτοβουλία εντάσσεται στη στρατηγική της Σωληνουργεία Κορίνθου για ουσιαστική μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος. Η εταιρεία υπερβαίνει ήδη τον στόχο της για το 2025, που προέβλεπε κάλυψη του 80% της κατανάλωσης από ανανεώσιμες πηγές, συνδυάζοντας το νέο σύστημα με συμβάσεις αγοράς ενέργειας από αιολικά πάρκα.
Ο γενικός διευθυντής της Σωληνουργεία Κορίνθου, Ηλίας Μπεκίρος, τόνισε ότι η επένδυση αποτελεί «έμπρακτη απόδειξη δέσμευσης στη βιώσιμη ανάπτυξη», ενώ ο CEO της Survey Digital Photovoltaics, Κωστής Δανιηλίδης, υπογράμμισε πως πρόκειται για «παράδειγμα στρατηγικής συνεργασίας που ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας». Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος της Sirec Energy, Βαγγέλης Μπάρδης, χαρακτήρισε το έργο «σημαντική επένδυση στην πράσινη μετάβαση», επισημαίνοντας τη σημασία του καινοτόμου χρηματοδοτικού μοντέλου.





























