Θετικό πρόσημο κατέγραψαν τα οικονομικά αποτελέσματα της Eurobank για το πρώτο τρίμηνο του 2025, με τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη να ανέρχονται στα 348 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας ετήσια μείωση της τάξης του 9%. Ωστόσο, τα συνολικά καθαρά κέρδη παρουσίασαν αύξηση 9,4% συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024 και διαμορφώθηκαν στα 314 εκατ. ευρώ. Η απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων διατηρήθηκε σε υψηλό επίπεδο, φτάνοντας το 16,2%, επιβεβαιώνοντας τη λειτουργική ανθεκτικότητα και αποδοτικότητα της Τράπεζας.
Σημαντική συμβολή στην κερδοφορία του Ομίλου είχαν οι δραστηριότητες εκτός Ελλάδας, οι οποίες απέφεραν το 52,7% των συνολικών προσαρμοσμένων καθαρών κερδών. Τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη από το εξωτερικό αυξήθηκαν κατά 27,2% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν στα 184 εκατ. ευρώ. Στην Κύπρο, μέσω της Eurobank Cyprus και της Ελληνικής Τράπεζας, τα κέρδη ενισχύθηκαν κατά 31,3% στα 121 εκατ. ευρώ, ενώ στη Βουλγαρία σημειώθηκε άνοδος 14% στα 55 εκατ. ευρώ.
Ο Όμιλος κατέγραψε ισχυρή οργανική αύξηση χορηγήσεων, ύψους 1,2 δισ. ευρώ, ενισχύοντας τον πιστωτικό του ρόλο και επιτυγχάνοντας ετήσια αύξηση δανείων κατά 10%. Τα καθαρά έσοδα από τόκους ανήλθαν σε 638 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 11,7% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2024, με το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο να υποχωρεί κατά 34 μονάδες βάσης στο 2,53%. Παράλληλα, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 24,8%, φτάνοντας τα 169 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της ενισχυμένης δραστηριότητας του δικτύου και της διαχείρισης περιουσίας. Ως αποτέλεσμα, τα οργανικά έσοδα ενισχύθηκαν κατά 14,2% σε ετήσια βάση και ανήλθαν στα 807 εκατ. ευρώ, ενώ τα συνολικά έσοδα διαμορφώθηκαν στα 827 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 9,6%.
Οι λειτουργικές δαπάνες σημείωσαν αύξηση 6% στην Ελλάδα και 33% συνολικά για τον Όμιλο, φτάνοντας τα 304 εκατ. ευρώ. Εξαιρουμένης της Ελληνικής Τράπεζας, η αύξηση περιορίζεται στο 5,6%. Οι δείκτες κόστους προς οργανικά και συνολικά έσοδα διαμορφώθηκαν σε 37,7% και 36,8% αντίστοιχα. Τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων ανήλθαν σε 503 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 5,2% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2024, ενώ τα συνολικά κέρδη προ προβλέψεων μειώθηκαν οριακά κατά 0,6% στα 523 εκατ. ευρώ. Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ανήλθαν σε 76 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 7,5% σε ετήσια βάση, και αντιστοιχούν σε 59 μονάδες βάσης επί των μέσων χορηγήσεων.
Κατόπιν των ανωτέρω, τα οργανικά λειτουργικά κέρδη προ φόρων διαμορφώθηκαν σε 426 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,8% σε ετήσια βάση. Τα κέρδη ανά μετοχή διαμορφώθηκαν σε 0,09 ευρώ.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) περιορίστηκε περαιτέρω στο 2,9%, ενώ η κάλυψη από σωρευτικές προβλέψεις παρέμεινε ισχυρή, στο 89,1%. Σε επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 15,5% και ο συνολικός δείκτης επάρκειας στο 18,9%.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας δήλωσε τα εξής:«Το πρώτο τρίμηνο του 2025 οι αγορές χαρακτηριστήκαν από αυξημένη μεταβλητότητα. Η αντιπαράθεση των δασμών θα μπορούσε να κλιμακωθεί σε έναν εμπορικό πόλεμο, επηρεάζοντας το διεθνές εμπόριο και την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Η Ελλάδα, η Κύπρος και η Βουλγαρία αναμένεται να επηρεαστούν λιγότερο λόγω του μικρού μεγέθους εμπορικών συναλλαγών με τις ΗΠΑ και της σταθερής ροής επενδύσεων από ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Παρόλα αυτά, ενδέχεται να επηρεασθούν δευτερογενώς από τις επιπτώσεις στην ευρωζώνη. Ωστόσο, στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στη Γερμανία, υπάρχει μετατόπιση από μια συντηρητική δημοσιονομική προσέγγιση προς εφαρμογή στοχευμένων μέτρων για στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και σταθερότητας. Σε αυτό το ασταθές περιβάλλον, οι επιδόσεις της Τράπεζας ήταν ιδιαίτερα θετικές το πρώτο τρίμηνο και σύμφωνες με το επιχειρηματικό μας πλάνο. Η αύξηση των χορηγήσεων παρέμεινε ισχυρή και ανήλθε σε 10% σε ετήσια βάση. Τα υπό διαχείριση κεφάλαια συνέχισαν να αυξάνονται και οι δραστηριότητες στο εξωτερικό συνεισέφεραν πάνω από το μισό των συνολικών κερδών, αναδεικνύοντας την ισχύ του επιχειρηματικού μας μοντέλου. Χωρίς να υποτιμούμε τους κινδύνους από το ασταθές διεθνές περιβάλλον, η επίδοση του πρώτου τριμήνου μας κάνει να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα επιτύχουμε το πλάνο μας για το 2025. Τα επιτόκια θα είναι μεν κατά μέσο όρο χαμηλότερα από τις εκτίμηση του επιχειρηματικού μας σχεδίου, αλλά η αύξηση των δανείων αναμένεται να φτάσει ή και να ξεπεράσει τις προσδοκίες για το έτος. Καταλήγοντας, επιβεβαιώνουμε τον στόχο μας για απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων περίπου 15% για το έτος».






























